Τί θα γινόταν τώρα στη χώρα αν πηγαίναμε σε εκλογές;
«Ίσως είναι η ώρα να ξανασκεφτούν ορισμένοι την εμμονή που είχαν μέχρι πριν από ένα μήνα, να πάμε σε εκλογές το φθινόπωρο του 202», γράφει ο Ιορδάνης Χασαπόπουλος.
Βρισκόμαστε λίγο μετά το μέσον του καλοκαιριού και κανείς, πλέον, δεν μπορεί να χαλάσει τα μπάνια του λαού. Ίσως είναι η ώρα να ξανασκεφτούν ορισμένοι την εμμονή που είχαν μέχρι πριν από ένα μήνα, να πάμε σε εκλογές το φθινόπωρο του 2022. Τι θα γινόταν τώρα, αν ο πρωθυπουργός δεν είχε κλείσει κατηγορηματικά το θέμα των προώρων εκλογών;
Καλό είναι πολλές φορές να κοιτάμε πίσω στο χρόνο και να ξαναβλέπουμε τα δεδομένα, έτσι όπως διαμορφώνονται ύστερα από κάποιες σημαντικές κινήσεις.
Και μία τέτοια κίνηση ήταν και η απόφαση του πρωθυπουργού να μην κάνει εκλογές το φθινόπωρο του 2022, αλλά όταν περάσει ο χειμώνας του 2023.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να χαμηλώσουν οι τόνοι μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, το πολιτικό θερμόμετρο να πέσει και οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των κομμάτων να μειωθούν σημαντικά.
Όλα αυτά πριν από τις παραιτήσεις Δημητριάδη και Κοντολέων.
Αυτό το ήπιο πολιτικό κλίμα που υπήρχε μέχρι χθες, βοηθάει αναμφισβήτητα την κυβέρνηση, που βρίσκει χρόνο για να ανασυνταχθεί και να δει τι θα κάνει τους επομένους μήνες, καθώς πολλά είναι τα μέτωπα που θα είναι ανοιχτά μπροστά της από τον Σεπτέμβριο μέχρι τον επόμενο Απρίλιο.
Αυτά είναι τα θέματα της Παιδείας, σε σχολεία και πανεπιστήμια, τα ζητήματα της πανδημίας και της αντιμετώπισης του νέου κύματος κορωνοϊού, και, βέβαια, το θέμα της ακρίβειας στην καθημερινότητα του πολίτη.
Πέρα όμως από την κυβέρνηση, το ήπιο πολιτικό κλίμα βοηθάει και την απόδοση της Οικονομίας τους καλοκαιρινούς μήνες με τον Τουρισμό, αλλά και το χειμώνα, με την αύξηση του τζίρου στην αγορά.
Και εδώ θα πρέπει, ίσως, να σκεφτούμε τι θα γινόταν αν ο πρωθυπουργός δεν ξεκαθάριζε το ζήτημα των πρόωρων εκλογών και άφηνε ανοιχτό κάποιο «παραθυράκι» ή και καμία «πόρτα».
Αν, δηλαδή, επικρατούσε η άλλη άποψη, που είχαν κυρίως κορυφαία στελέχη και υπουργοί, και τώρα η κυβέρνηση ετοιμαζόταν για εκλογές σε 5-6 εβδομάδες.
Το πολιτικό κλίμα θα είχε πάρει φωτιά. Οι περιοδείες των πολιτικών αρχηγών θα βρίσκονταν στην καθημερινή ατζέντα της επικαιρότητας. Και υποθέσεις όπως αυτή με τις παραιτήσεις Δημητριάδη και Κοντολέων θα γύριζαν το πολιτικό κλίμα εναντίον της κυβέρνησης, με απρόβλεπτες προεκτάσεις.
Είναι γνωστό, άλλωστε, πως σε προεκλογικές περιόδους υποθέσεις πολιτικές, με αλληλοκατηγορίες μεταξύ των κομμάτων, φουσκώνουν και από τη μία και από την άλλη πλευρά, μόνο και μόνο για να δημιουργούνται εντυπώσεις. Όπως όλοι γνωρίζουμε καλά, δεν χρειάζεται και ιδιαίτερη προσπάθεια για να δηλητηριαστεί το κλίμα στην πολιτική ζωή και αυτό να επηρεάσει και τους υπόλοιπους τομείς.
Στην παρούσα φάση, μέρα με την ημέρα, βδομάδα με τη βδομάδα, στο υπουργείο Οικονομικών βλέπουν πώς πάνε οι εισπράξεις στα δημόσια ταμεία από φόρους και τα έσοδα κυρίως από τον Τουρισμό, και σχεδιάζουν με μέτρο τις επόμενες παροχές αλλά και τα περιθώρια που υπάρχουν για πακέτα στήριξης.
Όμως, αυτό που θεωρείται βέβαιο είναι ότι θα επηρεαζόταν το κλίμα στην Οικονομία, γιατί θα άρχιζαν η παροχολογία και οι εξαγγελίες για επιδόματα, αυξήσεις, ενώ οι διαγραφές χρεών και οφειλών θα είχαν την τιμητική τους.
Αν είχαν προκηρυχθεί εκλογές τώρα, κανείς δεν θα μπορούσε να υπολογίσει και να κοστολογήσει τις παροχές και τις εξαγγελίες των κομμάτων πριν και μετά τις εκλογές.
Άσπρο θα έλεγε ο ένας, και την ίδια ημέρα ο δεύτερος θα έλεγε «εμείς θα σας το διπλασιάσουμε».
Όπως γίνεται πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, οι πολίτες θα είχαν χάσει το μέτρημα και κανείς δεν θα μπορούσε να πει με βεβαιότητα αν τα οικονομικά του κράτους θα άντεχαν για να υλοποιηθούν όλες οι παροχές που θα είχαν εξαγγελθεί.
Και να μην ξεχνιόμαστε ότι αυτή η μεγάλη αναστάτωση θα αφορούσε μόνο τις πρώτες εκλογές που θα γίνονταν σε ένα μήνα, μέχρι τέλη Σεπτεμβρίου. Από εκεί και πέρα, η περιπέτεια θα μεγάλωνε ακόμη περισσότερο, γιατί θα χρειάζονταν και δεύτερες, πιθανόν και τρίτες, εκλογές αν δεν υπήρχε αυτοδυναμία.
Δηλαδή, με απλά λόγια, αν ο πρωθυπουργός είχε αποφασίσει η χώρα να πάει σε εκλογές, το κλίμα αβεβαιότητας και αστάθειας θα ξεκινούσε τέλη Ιουλίου και θα έφτανε μέχρι τον Δεκέμβριο.
Μπορεί οι πρόωρες εκλογές να βόλευαν κάποιους, το ερώτημα, όμως, στο τέλος της ημέρας είναι αν όλο αυτό το κλίμα θα βόλευε την ελληνική Οικονομία και τελικά τη χώρα.
Οι εκλογές για τους απλούς πολίτες δεν είναι αυτοσκοπός, όπως είναι για τα πολιτικά κόμματα, και κυρίως για την αντιπολίτευση.
Γι’ αυτό και πολλά χρόνια τώρα, όταν προκηρύσσονται πρόωρες εκλογές, στο παρασκήνιο διεξάγεται μία μάχη εντυπώσεων αλλά και ουσίας, αν αυτός που τις προκηρύσσει ή τις προκαλεί βγαίνει ωφελημένος.
Μέχρι τώρα πάντως, όλα δείχνουν ότι ο κ. Μητσοτάκης παίρνει πόντους στις δημοσκοπήσεις επειδή δείχνει μία σταθερότητα και επιμένει στην αρχική του άποψη να εξαντλήσει την τετραετία.
Η επιλογή αυτή τον βοηθάει, επίσης, να χειρίζεται εκ του ασφαλούς και υποθέσεις όπως αυτές που προέκυψαν με τις καταγγελίες Ανδρουλάκη για παρακολουθήσεις τηλέφωνων και να κάνει αλλαγές σε πρόσωπα, όπως του διοικητή της ΕΥΠ, που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, εμπλέκονται.
Τέτοιες σοβαρές υποθέσεις δεν μπορεί μία κυβέρνηση να τις χειριστεί εν θερμώ, και μάλιστα εν μέσω προεκλογικής περιόδου.