Έφτασε η ώρα των τραπεζών να βάλουν πλάτη
«Στο Μαξίμου και στο ΥΠΟΙΚ έχουν αποφασίσει να μην αφήσουν την «ωρολογιακή βόμβα» να σκάσει στα χέρια τους παραμονές εκλογών»

Η πίεση του οικονομικού επιτελείου προς τις τράπεζες δεν είναι προσχηματική στο θέμα των δανείων για τα ευάλωτα νοικοκυριά.
Γι’ αυτό και όλα δείχνουν πως η κυβέρνηση θα το φτάσει μέχρι τέλους, έστω και αν αναγκαστεί να επιβάλει έκτακτη φορολόγηση στα κέρδη των τραπεζών.
Υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα στην καθημερινότητα των δανειοληπτών, οι οποίοι από τη μία στιγμή στην άλλη βρίσκονται αντιμέτωποι με τον πλειστηριασμό της ιδιοκτησίας τους. Υπάρχει πολύ μεγάλο πρόβλημα με την στρατηγική των funds που έχουν αναλάβει την είσπραξη και «κόκκινων» και «πράσινων» δάνειων, και στην προσπάθειά τους να εισπράξουν ό,τι μπορούν περισσότερο, βγάζουν «στο σφυρί» ακόμη και ακίνητα τα δάνεια των οποίων είναι ενήμερα.
Στα καλά καθούμενα, συνεπείς δανειολήπτες βρίσκονται αντιμέτωποι με τελεσίγραφα του τύπου «δώσε μας τόσα για προκαταβολή, αλλιώς χάνεις το σπίτι σου». Αυτά βλέπουν στο Μαξίμου και στο υπουργείο Οικονομικών, και έχουν αποφασίσει να μην αφήσουν την «ωρολογιακή βόμβα» να σκάσει στα χέρια τους παραμονές εκλογών. Η πρώτη κίνηση έγινε πριν από καιρό, όταν ο κ. Σταϊκούρας είχε αποδεχτεί την καταρχήν απόφαση του Αρείου Πάγου να μην μπορούν τα funds να βγάζουν ακίνητα σε πλειστηριασμό. Δεν σταμάτησε τελείως η πρακτική των ιδιωτικών εταιριών, όμως σήμανε ένα πρώτο «καμπανάκι».
Σε δεύτερο στάδιο ήρθε η αύξηση των επιτοκίων σε διεθνές επίπεδο, λόγω του πολέμου, και εκεί η κυβέρνηση κατάλαβε ότι βρίσκεται μπροστά σε μία διπλή αύξηση επιτοκίων. Κάτι που, πρακτικά, θα σήμαινε ότι τινάζεται στον αέρα ο οικογενειακός προϋπολογισμός των νοικοκυριών. Οι πρώτοι υπολογισμοί δείχνουν πως, λόγω της αύξησης των επιτοκίων, ένας συνεπής δανειολήπτης αντί για 12 δόσεις το χρόνο, θα πληρώνει 14 ή 15 δόσεις για το δάνειό του. Αυτόματα, αυτό σημαίνει πως ένα ποσοστό οφειλετών δεν θα καταφέρει να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του και θα «κοκκινίσει» το δάνειό του. Μία νέα γενιά «κόκκινων» δανείων βρίσκεται προ των πυλών, κάτι που θα σημαίνει ότι η ελληνική Οικονομία θα αποκτήσει «βαρίδια» που θα ανακόψουν την ανοδική πορεία των δεικτών της. Το πρώτο και σημαντικό μάθημα της κυβέρνησης ήταν αυτό της ακρίβειας στα βασικά καταναλωτικά αγαθά του νοικοκυριών.
Οι κερδοσκόποι στην αγορά χτύπησαν γιατί η κυβέρνηση δεν είχε πάρει έγκαιρα τα κατάλληλα μέτρα ώστε να προλάβει την ακρίβεια στο «καλάθι του νοικοκυριού». Χρειάστηκε να περάσουν μερικοί μήνες για να μπορέσει να δώσει το μήνυμα για συγκράτηση των τιμών στην αγορά, αλλά ακόμη όλα είναι ρευστά και κρέμονται σε ένα τεντωμένο σχοινί. Οι εταιρίες τροφίμων και τα μεγάλα σούπερ μάρκετ βρίσκονται υπό επιτήρηση. Ακολούθησε το μάθημα στον τομέα της Ενέργειας και των Καυσίμων, το οποίο αναγκάστηκε να πληρώσει εκταμιεύοντας αρκετά δισεκατομμύρια από τον κρατικό προϋπολογισμό, για να επιδοτήσει τα νοικοκυριά. Βέβαια, η μεγάλη πίεση την οδήγησε να φορολογήσει και τους παρόχους. Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθε και η διπλή αύξηση στα τραπεζικά επιτόκια από τις διεθνείς αγορές. Γι’ αυτό και στο οικονομικό επιτελείο θέλησαν από νωρίς να στείλουν ένα σαφές μήνυμα στον τραπεζικό κλάδο, να βάλει πλάτη στην αύξηση των επιτοκίων, και σε μεγάλο βαθμό να απορροφήσει μεγάλο μέρος του κόστους από αυτή την άνοδο. Με δυσκολία οι εκπρόσωποι των τραπεζών δέχτηκαν να επωμισθούν το 50% από την αύξηση των επιτοκίων, μόνο για τα δάνεια των ευάλωτων δανειοληπτών.
Δηλαδή, για παράδειγμα, αν το επιτόκιο σε ένα δάνειο αυξηθεί 2%, οι τράπεζες θα απορροφήσουν το 1%. Αυτή η κατηγορία δανείων αφορά περίπου 20.000 με 30.000 νοικοκυριά που βρίσκονται στην «κόκκινη» γραμμή και δυσκολεύονται να πληρώσουν τις δόσεις τους. Από την πλευρά της, η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να πιέσει μέχρι τέλους τις τράπεζες και ζητάει να αναλάβουν μεγαλύτερο ποσοστό από την αύξηση των επιτοκίων και να δώσουν ένα ολοκληρωμένο πακέτο που θα περιλαμβάνει «πάγωμα» δόσεων αλλά και περιόδους χάριτος. Και βέβαια, όλο το πακέτο που θα συμφωνηθεί, θα πρέπει να καλύπτει ένα μεγάλο εύρος δανειοληπτών και να φτάνει τα 100 με 150 χιλιάδες νοικοκυριά.
Στις 15 Δεκεμβρίου θα δούμε τις νέες προτάσεις των τραπεζών, αλλά στο παρασκήνιο η κυβέρνηση έχει ακόμη έναν «άσο στο μανίκι της», που λέγεται επιβολή επιπλέον φορολογίας, κάτι το οποίο δεν θέλουν ούτε να ακούσουν οι Διοικήσεις των πιστωτικών ιδρυμάτων. Στην παρούσα φάση, βέβαια, η κυβέρνηση δεν θα δυσκολευόταν καθόλου να επιβάλει ένα τέτοιο ιδιωτικό φόρο στις τράπεζες, καθώς δέχεται μεγάλη πίεση από την αντιπολίτευση, λόγω της προεκλογικής περιόδου.
Αν δεν υπάρξει μία κοινά αποδεκτή λύση, που να καλύπτει μεγάλο μέρος των δανειοληπτών, τότε είναι βέβαιο πως η αυξημένη κερδοφορία των τραπεζών θα γίνει αντικείμενο πολιτικής αντιπαράθεσης και προεκλογικής σύγκρουσης. Και όπως έγινε με τις αυξήσεις στην Ενέργεια και την επιβολή φόρου στη μεγάλη κερδοφορία των παρόχων ρεύματος, έτσι θα γίνει και με τις τράπεζες. Η κυβέρνηση, χωρίς ιδιαίτερο πολιτικό κόστος, θα οδηγηθεί στη λύση της φορολόγησης στα κέρδη των τραπεζών, προκειμένου και τα χρήματα να βρει για να στηρίξει τους δανειολήπτες από την αύξηση των επιτοκίων, και να αποδυναμώσει τα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης.