Ο Μητσοτάκης χωρίς αντίπαλο, το δίλημμα του Τσίπρα και ο «τριποντίστας» Ανδρουλάκης
Η διαφορά των 20 μονάδων στην πρώτη εκλογική αναμέτρηση και το ποσοστό 41% που πήρε η ΝΔ δείχνουν πως έχει το μεγάλο πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία
Στη Ν.Δ. δεν ξέρουν ακόμη πώς θα διαχειριστούν το 40% και τις 20 μονάδες διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ. Στην Κουμουνδούρου πιστεύουν ότι έπιασαν πάτο και νομοτελειακά η κατάρρευση δεν θα συνεχιστεί, ενώ στη Χαριλάου Τρικούπη κρέμασαν ταμπέλα που γράφει «ανοίξαμε και σας περιμένουμε» , αφού βλέπουν ότι ξαναγυρίζουν οι παλιοί ψηφοφόροι.
Και για τα τρία πρώτα κόμματα το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν ανατρεπτικό και η περίοδος που βιώνουν είναι πρωτόγνωρη, γι’ αυτό και είναι λογικό να βρίσκονται σε μία μεγάλη αμηχανία για τους χειρισμούς της επόμενης ημέρας. Όσο και αν διαβεβαιώνουν πως έχουν έτοιμο σχέδιο για την εκλογική αναμέτρηση της 25ης Ιουνίου, η πραγματικότητα είναι άλλη.
Οι κύριοι Μητσοτάκης Τσίπρας και Ανδρουλάκης δεν θέλουν να κάνουν λάθος χειρισμούς, γιατί θα τους κοστίσουν ακριβά. Ο κ. Μητσοτάκης είναι στην πιο εύκολη θέση, αφού η διαφορά των 20 μονάδων από το δεύτερο και το ποσοστό 41% που πήρε η Ν.Δ. δείχνουν πως έχει μαζί του το μεγάλο πλειοψηφικό ρεύμα στην κοινωνία. Αυτό του δίνει άνεση στις κινήσεις του, τις οποίες θέλει να κάνει στο εξής χωρίς πίεση και βιασύνη.
Στην ουσία, ο πρόεδρος της Ν.Δ. «καθάρισε το ματς» από το α’ ημίχρονο και παίζει καθυστερήσεις μόνος του, μέχρι να ακουστεί το τελικό σφύριγμα. Σε αυτή την προσπάθεια λοιπόν, βασικό μέλημά του είναι να μην κάνει ένα λάθος που θα του κοστίσει την αυτοδυναμία. Μα, θα πει κάποιος, εδώ που έφτασαν τα πράγματα, με τόση διαφορά, έχει ανάγκη ο Μητσοτάκης; Η επίτευξη της αυτοδυναμίας μπορεί να φαίνεται ικανή, αλλά δεν είναι δεδομένη. Την πρώτη Κυριακή υπάρχουν πολίτες που ψήφισαν Ν.Δ. για να διασφαλίσουν πως δεν υπάρχει περίπτωση να έρθει ξανά ο ΣΥΡΙΖΑ.
Τώρα που είναι ξεκάθαρο αυτό το ενδεχόμενο, υπάρχει μία κατηγορία πολιτών που στο δεύτερο γύρο θα κάνει άλλη επιλογή από αυτή της πρώτης Κυριακής. Άρα, στη Ν.Δ. ο μεγάλος πονοκέφαλος είναι από τη μία ο εφησυχασμός και η χαλαρή ψήφος, από την άλλη ο Ανδρουλάκης, το κόμμα του οποίου φαίνεται πως ξαναποκτά δυναμική. Μάλιστα, οι μετρήσεις δείχνουν πως αρκετοί είναι εκείνοι που σκέφτονται να ξαναψηφίσουν ΠΑΣΟΚ, τώρα που πέρασε ο κίνδυνος της παλινόρθωσης του ΣΥΡΙΖΑ και η Ν.Δ. έχει άνετη πρωτιά.
Στην πιο δύσκολη θέση από τους τρεις πολιτικούς αρχηγούς βρίσκεται ο κ. Τσίπρας, ο οποίος άκουσε τους επικοινωνιολόγους του και ακολούθησε κατά γράμμα αυτά που λέει το εγχειρίδιο της ήττας. Δηλαδή, ανέλαβε την πολιτική ευθύνη, χωρίς να ανοίξει το θέμα της παραίτησής του, ζήτησε συγνώμη από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ που τον στήριξαν το 2019, και ανέφερε δύο τρεις λόγους ως τις βασικές αιτίες της συντριβής.
Όμως, αν ξαναδιαβάσει κανείς προσεκτικά την ομιλία του κ. Τσίπρα στην Κεντρική Επιτροπή, θα καταλάβει αμέσως πως στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλουν να δουν το μεγάλο πρόβλημα αναξιοπιστίας που έχουν σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια.
Στις εκλογές του 2019 ήταν ακόμη νωπό το σοκ από το χάσιμο της εξουσίας. Και δυστυχώς, επί τέσσερα χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγεσία του πορευτήκαν με γνώμονα την περίοδο 2010-2014. Αυτό που δεν βλέπουν κατάματα είναι πως οι πολίτες τέσσερα χρόνια τώρα δεν εμπιστεύονται τον ΣΥΡΙΖΑ ό,τι και αν υποσχεθεί για μισθούς, συντάξεις, επιδόματα, φόρους και εισφορές. Και αυτό, γιατί όταν ήταν κυβέρνηση δεν υλοποίησε τίποτα από τις εξαγγελίες του, αντίθετα έφερε σκληρότερα μέτρα, πολλές φορές συνειδητά, για να γονατίσει αυτούς που πίστευε πως ανήκουν στις εύπορες κατηγορίες πολιτών.
Αυτοί, λοιπόν, είναι οι ελεύθεροι επαγγελματίες και η λεγομένη μεσαία τάξη που αποτελεί το 80% της ελληνικής Οικονομίας, οι οποίοι του έστειλαν ένα σαφές μήνυμα. Ακόμη και σήμερα, ύστερα από δύο εκλογές στον ΣΥΡΙΖΑ δεν θέλουν να παραδεχτούν πως ο Νόμος Κατρούγκαλου γονάτισε μία μεγάλη κατηγορία φορολογουμένων. Ακόμη και τώρα αν ρωτήσεις τα περισσότερα στελέχη του κόμματος θα σου πουν ότι αυτός ο νόμος ήταν για την εποχή του ένας καλός νόμος. Αυτό, άλλωστε, πιστεύει και ο Κατρούγκαλος, γι’ αυτό και είπε όσα είπε, δημόσια, παραμονές εκλογών.
Από την στιγμή λοιπόν, που στην Κουμουνδούρου δεν μπορούν να καταλάβουν το μέγεθος της καταστροφής που προκάλεσαν από το 2015 έως το 2019, προσπαθούν και πάλι να δομήσουν μία αντιπολίτευση με παλιά υλικά. Δηλαδή τάζοντας παραπάνω από αυτά που δίνει ο Μητσοτάκης, είτε είναι μισθοί, είτε συντάξεις, είτε επιδόματα. Όσο δεν καταλαβαίνουν στην Κουμουνδούρου το πρόβλημα αξιοπιστίας που έχουν, τόσο δεν θα διορθώνουν τα λάθη που γίνονται.
Στη Χαριλάου Τρικούπη, σε όποιο γραφείο του ΠΑΣΟΚ και αν πάει κάποιος, πλανάται ένα μεγάλο «ΟΥΦ» μετά τα αποτελέσματα της πρώτης Κυριακής. Γιατί έφυγε πάνω από το στήθος του κ. Ανδρουλάκη ένα μεγάλο βάρος, το οποίο τον πίεζε να συνεργαστεί είτε με τη Ν.Δ. είτε με τον ΣΥΡΙΖΑ την επόμενη μέρα, ώστε να μην χρεωθεί την ακυβερνησία της χώρας.
Σε όλη την Ελλάδα το κύμα επιστροφής ψηφοφόρων στο ΠΑΣΟΚ είναι εμφανές και ήδη ακολουθείται στρατηγική υποδοχής «welcome to the home». Παρά το γεγονός ότι δεν έχει περάσει ακόμη το τραύμα στο πόδι του κ. Ανδρουλάκη από το ατύχημα που είχε, παίζοντας μπάσκετ, φαίνεται πως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ετοιμάζεται να ξαναρχίσει το μπάσκετ, και όπως λέει και ένα έμπειρο στέλεχος της Χαριλάου Τρικούπη, ο Ανδρουλάκης και τα στελέχη του ΠΑΣΟΚ αν συνεχίσουν με αυτούς τους ρυθμούς, «από τριπολίστες θα γίνουν πλέον και τριποντίστες».
Με απλά λόγια, αφού κατάφεραν να καθιερωθούν ως τρίτος πόλος, τώρα θα αρχίσουν να βάζουν και τρίποντα.