Απόψεις

Οι προβλέψεις και ο ρόλος του κράτους

Είναι ανάγκη, με βάση τα διεθνή πρότυπα, να ιδρυθεί ένα υδρολογικό ινστιτούτο και υπό την «ομπρέλα» του να λειτουργούν όλα τα ενεργά δίκτυα παρακολούθησης

Οι προβλέψεις και ο ρόλος του κράτους
Αρθρογράφος: Ελισσάβετ Φελώνη
Από Ελισσάβετ Φελώνη

Σχεδόν 10 ημέρες τώρα, πολλές περιοχές της χώρας μας είναι πνιγμένες, και όλοι μας παρακολουθούμε συγκλονισμένοι τις ασύλληπτου μεγέθους καταστροφές που άφησε στο πέρασμά της η σφοδρή κακοκαιρία «Daniel».

Τα μεγέθη που κατέγραψαν οι διαθέσιμοι μετεωρολογικοί σταθμοί στην ευρύτερη περιοχή, μαρτυρούν ένα ακραίο επεισόδιο κακοκαιρίας, τόσο με βάση τα συνολικά ύψη βροχής του τετραήμερου (4-7/9), όσο και βάσει των ιδιαίτερα υψηλών εντάσεων βροχής που ξεπερνούν τις μέγιστες, διαχρονικά, καταγεγραμμένες τιμές.

Για να απαντηθεί το ερώτημα εάν είναι πιθανό να ξαναδούμε ανάλογες τιμές, οι υδρολόγοι αξιοποιούμε τις όμβριες καμπύλες, ένα στατιστικό εργαλείο που συνδέει τη μέγιστη ένταση βροχής δεδομένης διάρκειας, με την περίοδο επαναφοράς (σ.σ.: κάθε πόσα έτη κατά μέσο όρο αναμένουμε ότι η μεταβλητή μας θα υπερβεί μία ορισμένη τιμή).

Οι σχέσεις αυτές, που στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 2007/60/ΕΚ καταρτίστηκαν για 676 θέσεις στη χώρα, προκύπτουν αξιοποιώντας διαθέσιμα δεδομένα του παρελθόντος.

Στην περίπτωση της Ελλάδας, οι μέγιστες εντάσεις για τις –υδρολογικά κρίσιμες– μικρές διάρκειες δεν ήταν διαθέσιμες για μία μακρά κλιματική περίοδο, με αποτέλεσμα τα διαθέσιμα εργαλεία να χαρακτηρίζονται από αβεβαιότητα.

Επομένως, από τη μία είναι δύσκολο να αξιολογήσουμε με ασφάλεια τα χαρακτηριστικά του συγκεκριμένου επεισοδίου, και από την άλλη είναι παρακινδυνευμένο να απαντήσουμε στο αν υπάρχει περίπτωση εμφάνισης ανάλογου γεγονότος στο εγγύς μέλλον.

Είμαστε όμως, σε θέση να αξιολογούμε την αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής. Ένα τέτοιο φαινόμενο δεν αντιμετωπίζεται με αποσπασματικά έργα, αλλά με ολοκληρωμένο σχεδιασμό.

Τα αντιπλημμυρικά έργα διαστασιολογούνται ώστε να μπορούν να παραλάβουν πλημμυρικές παροχές μικρότερης περιόδου επαναφοράς, αφού πρακτικά δεν μπορούν να κατασκευαστούν παντού φαραωνικά έργα, και για το λόγο αυτό, απαιτείται μία ολοκληρωμένη προσέγγιση στη διαχείριση του πλημμυρικού κινδύνου με κατασκευαστικές παρεμβάσεις διαφορετικής κλίμακας και έντασης, και με μέτρα πρόληψης και έγκαιρης προειδοποίησης, όπως μας δίδαξε και η ελλιπής διαχείριση του «Ιανού».

Από τον καθαρισμό των ρεμάτων και τη συντήρηση και επέκταση των αναχωμάτων, που κυρίως θα λειτουργήσουν σε μικρότερες πλημμύρες, μέχρι έργα υποδομής, όπως είναι οι μικρότεροι –ή και όπου απαιτείται μεγαλύτεροι– ταμιευτήρες, και δη πολλαπλού σκοπού.

Και βέβαια, το μείζον για μία σύγχρονη κοινωνία είναι να καταφέρουμε καταρχάς να προστατέψουμε τον πληθυσμό, με έγκαιρη και αξιόπιστη προειδοποίηση.

Αυτό που επιθυμεί κάθε πολίτης είναι ένα κράτος αποτελεσματικό που θα τον κάνει να αισθάνεται ασφάλεια και όχι να οδηγείται στην ανάληψη μέτρων ατομικής προστασίας από τις φυσικές καταστροφές.

Για να το πετύχουμε αυτό, χρειαζόμαστε καταρχήν καλύτερα και περισσότερα δεδομένα.

Είναι ανάγκη, με βάση τα διεθνή πρότυπα, να ιδρυθεί ένα υδρολογικό ινστιτούτο, υπό την «ομπρέλα» του οποίου θα λειτουργούν όλα τα ενεργά δίκτυα παρακολούθησης που διαθέτουν οι αρμόδιοι φορείς του Δημοσίου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, για το κοινό καλό.

Να δημιουργήσουμε μία εθνική βάση υδρομετεωρολογικών δεδομένων, να καταφέρουμε, επιτέλους, να τροφοδοτήσουμε τους μελετητές με αξιόπιστα δεδομένα που θα εμπλουτίζονται διαρκώς.

Χρειάζεται να λάβουμε υπόψη τη συμπεριφορά του κλίματος. Να αναθεωρήσουμε –υπό το πρίσμα της κλιματικής αλλαγής– τα εργαλεία που αξιοποιούμε.

Οι προτάσεις που γίνονται και στο πλαίσιο της αναθεώρησης των σχεδίων διαχείρισης κινδύνου πλημμύρας της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2007/60 να είναι προσανατολισμένα στα χαρακτηριστικά κάθε ευάλωτης περιοχής, να είναι πλήρως τεκμηριωμένες, και στο μέτρο του εφικτού τεσταρισμένες για τις κρίσιμες ζώνες.

Και βέβαια, φτάσαμε εδώ διότι, στον βωμό της φτηνής ανάπτυξης, δραστηριοποιηθήκαμε κατά βάση εντός των πλημμυρικά ευάλωτων περιοχών, οπότε αυτή την κατάσταση καλούμαστε να διαχειριστούμε.

Χρειάζεται άμεσα ένα σχέδιο για την ανάπτυξη συστήματος έγκαιρης προειδοποίησης ξεκινώντας από τις πιο τρωτές περιοχές.

Έχουμε ξεχάσει ότι ο ρόλος της πολιτικής προστασίας είναι βασικά η πρόληψη, το να προστατεύει τους πολίτες από τις δυνητικά αρνητικές επιπτώσεις των φαινομένων, ωστόσο έχει καταλήξει να πρωταγωνιστεί στη διαχείριση των επιπτώσεων.

Είναι μία παρωχημένη προσέγγιση η παρέμβαση μετά εορτής και το μοίρασμα αποζημιώσεων.

Χρειάζεται, επιτέλους, να συσταθούν διεθνείς ομάδες εργασίας με έμπειρους τεχνοκράτες και με νέους Έλληνες ερευνητές, που φέρνουν την εμπειρία τους απ' όλο τον κόσμο.

Χρειάζεται ισορροπία στην πολιτική – έχουν διαφοροποιηθεί τα αποκαλούμενα νευραλγικά υπουργεία–, δεν μπορεί ο οποιοσδήποτε να αναλαμβάνει τόσο εξειδικευμένα χαρτοφυλάκια, και είναι σημαντικό, πέραν των συνεργατών, όσοι ασκούν την πολιτική να είναι σε θέση να αξιολογούν, γιατί στο κάτω-κάτω αναλαμβάνουν και την ευθύνη.

Χρειάζεται ένα κράτος που υλοποιεί και ελέγχει τα έργα, που επενδύει στην πρόληψη. Όλα αυτά προϋποθέτουν ένα κράτος που διαθέτει ικανότητα χάραξης και υλοποίησης πολιτικής. Όταν καταφέρουμε να διαχειριστούμε τις αποκαρδιωτικές επιπτώσεις του «Daniel», θα μείνει πίσω το παράδειγμα για τη μέγιστη καταγεγραμμένη πλημμύρα σε ελληνικό έδαφος στη σύγχρονη εποχή.

Δεν θα πρέπει να το ξεχάσουμε, αλλά να σταθούμε στο τι μπορεί, τελικά, να μας διδάξει.

*Η Ελισσάβετ Φελώνη είναι δρ Υδρολογίας, επιστημονική συνεργάτιδα ΕΚΠΑ, ΠΑΔΑ

Δείτε επίσης