Business

Θα συνεχίσουμε ως επιμελητήρια να διεκδικούμε παρεμβάσεις, δήλωσε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ Γιάννης Μασούτης

Θα συνεχίσουμε ως επιμελητήρια να διεκδικούμε παρεμβάσεις, δήλωσε ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ Γιάννης Μασούτης
Αρθρογράφος: Γιάννης Χαλκιαδάκης
Από Γιάννης Χαλκιαδάκης

Για τη συνέχιση των επιμελητηρίων να διεκδικούν παρεμβάσεις μέσα στα δημοσιονομικά πλαίσια, ώστε να δίνει λύσεις η πολιτεία στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η επιχειρηματική κοινότητα από τις αλλεπάλληλες κρίσεις, έκανε λόγο ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ Γιάννης Μασούτης, κατά τη τοποθέτησή του στη Γενική Συνέλευση της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος.

Η δεύτερη ημέρα εργασιών της Γενικής Συνέλευσης της ΚΕΕΕ. πραγματοποιήθηκε παρουσία των υπουργών Οικονομικών Χρήστου Σταΐκούρα, Ανάπτυξης Άδωνη Γεωργιάδη, του περιφερειάρχη Πελοποννήσου Παναγιώτη Νίκα, γενικών γραμματέων Υπουργείων, βουλευτών και εκπροσώπων των κομμάτων της αντιπολίτευσης, της τοπικής αυτοδιοίκησης Αργολίδας και 180 επιμελητηριακών εκπροσώπων - επιχειρηματιών από όλη την χώρα.

Αρχίζοντας την ομιλία του, ο κ. Μασούτης, αφού εστίασε στο ρόλο των Επιμελητηρίων και μέσα στις δυνατότητες που έχουν να στηρίξουν τις προσπάθειες του επιχειρηματικού κόσμου: τόσο σε επίπεδο εκπροσώπησης, όσο και σε επίπεδο υπηρεσιών και δράσεων, είπε:

«Είναι γνωστό ότι εδώ και αρκετούς μήνες βιώνουμε τις συνέπειες μιας γεωπολιτικής και ενεργειακής κρίσης. Οι αναταράξεις που δημιούργησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επηρεάζουν την παγκόσμια οικονομία.

Επηρεάζουν το σύνολο των ευρωπαϊκών χωρών και βεβαίως και την Ελλάδα.

Πριν προλάβουμε να αφήσουμε πίσω μας την πανδημία, βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια νέα «καταιγίδα». Με ανατιμήσεις που ροκανίζουν το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, περιορίζουν τους τζίρους στην αγορά, αυξάνουν δυσανάλογα το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων.

Ως Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων κινητοποιηθήκαμε από πολύ νωρίς, προτείνοντας και διεκδικώντας παρεμβάσεις στήριξης. Σε αυτό το πλαίσιο είχαμε επιδιώξει και πραγματοποιήσαμε στις αρχές Μαρτίου συνάντηση με τον υπουργό Ανάπτυξης και Επενδύσεων.

Θέσαμε τότε ως κυρίαρχη προτεραιότητα τη συνέχιση της κρατικής επιδότησης των λογαριασμών ρεύματος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, προκειμένου να γίνει διαχειρίσιμο το ενεργειακό κόστος.

Και μάλιστα ζητήσαμε πρώτοι να διαμορφωθεί η μοναδιαία τιμή της επιδότησης με τέτοιο τρόπο, ώστε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας για τις επιχειρήσεις να μην υπερβαίνει τα 180 ευρώ ανά κιλοβατώρα.

Με το πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση, οι προτάσεις μας ικανοποιήθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Οι νέες κρατικές παρεμβάσεις ήταν σαφώς επιβεβλημένες. Θεωρούμε ότι είναι σημαντικές και θα παρέχουν άμεση ανακούφιση σε ένα πολύ μεγάλο αριθμό επιχειρήσεων, που αγωνίζονται εδώ και μήνες να αντεπεξέλθουν στις αυξήσεις.

Ειδικότερα, για τους επαγγελματικούς καταναλωτές, η μοναδιαία τιμή της επιδότησης διαμορφώνεται σε 120 ευρώ/MWh το Μάιο, για το σύνολο της κατανάλωσης. Και υπάρχει πρόσθετη επιδότηση με 50 ευρώ /MWh για τα αρτοποιεία, καθώς και για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ανάλογα με την παροχή ισχύος που διαθέτουν.

Με το μέτρο αυτό επιδοτείται το 80% της ρήτρας αναπροσαρμογής και περιορίζεται αντίστοιχα η επιβάρυνση στους λογαριασμούς».

Συνεχίζοντας, ο πρόεδρος της ΚΕΕΕ μίλησε για τα αναχώματα που δημιουργούνται με το νέο πακέτο μέτρων που είναι σημαντικά, μεταφέροντας τον προβληματισμό του για την ΕΕ, λέγοντας:

«Η ελληνική κυβέρνηση είχε την πολιτική βούληση να προχωρήσει μονομερώς και να εφαρμόσει ένα εθνικό πλέγμα μέτρων. Και πολύ σωστά έπραξε.

Αλλά οι δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας δεν είναι απεριόριστες. Ξέρουμε πολύ καλά προσπάθεια χρειάστηκε τα προηγούμενα χρόνια, για να μη χρεωκοπήσει η Ελλάδα. Για να αφήσουμε πίσω μας τα μνημόνια και τη σκληρή λιτότητα.

Σήμερα έχουμε καταφέρει να ελέγχουμε το έλλειμμα και το χρέος. Έχουμε καταφέρει να μιλάμε για νέες φορολογικές ελαφρύνσεις – αντί για αυξήσεις. Έχουμε καταφέρει να είμαστε ένα βήμα πριν από την απόκτηση επενδυτικής βαθμίδας. Για να μπορεί η χώρα – αλλά και οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά – να δανείζονται φθηνότερα.

Σε αυτό το σημείο φτάσαμε με κόπο και θυσίες. Και δεν πρέπει να γυρίσουμε πίσω. Τα μέτρα στήριξης είναι απαραίτητα και πρέπει να συνεχιστούν για όσο χρειαστεί. Ας μην ξεχνάμε, όμως, ότι ο λογαριασμός αργά η γρήγορα θα έρθει σε εμάς. Γι’ αυτό – πέρα από τις κυβερνητικές παρεμβάσεις – συνεχίζουμε να ζητάμε λύσεις και μέτρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Μέτρα που θα δώσουν στις χώρες τη δυνατότητα να διαχειριστούν αυτή την κρίση.

Γι’ αυτό συνεχίζουμε να ζητάμε πολιτικές για την ενεργειακή θωράκιση της χώρας. Ζητάμε μέτρα και επενδύσεις για να αποκτήσει η Ελλάδα περισσότερη ενεργειακή αυτονομία και να μην εξαρτάται σε τόσο μεγάλο βαθμό από τις εισαγωγές.

Ζητάμε να προχωρήσει ταχύτερα η μετάβαση σε μορφές ενέργειας πιο φιλικές προς το περιβάλλον, αλλά και πιο φθηνές για τον καταναλωτή. Για τις επιχειρήσεις και για τα νοικοκυριά. Οι επιδοτήσεις θα μας βοηθήσουν να σταθούμε στα πόδια μας σήμερα.

Δεν εξασφαλίζουν, όμως, τη βιωσιμότητα και την ανάπτυξη των επιχειρήσεων αύριο. Αυτό θα γίνει μέσα από τη διατήρηση της σταθερότητας. Της δημοσιονομικής ισορροπίας και της αξιοπιστίας της χώρας. Θα γίνει μέσα από την εφαρμογή της κατάλληλης ενεργειακής πολιτικής.

Και βεβαίως θα γίνει μέσα από τη σωστή αξιοποίηση των πόρων και των χρηματοδοτικών εργαλείων, που έχουμε στη διάθεσή μας. Από φέτος αρχίζει η εκταμίευση των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ. Οι πόροι αυτοί συνιστούν το μεγαλύτερο χρηματοδοτικό πακέτο που έχει διατεθεί ποτέ στη χώρα.

Και μπορούν να οδηγήσουν όχι μόνο στην επανεκκίνηση, αλλά στην ανασύσταση της ελληνικής οικονομίας, με όχημα την πράσινη και την ψηφιακή μετάβαση, την καινοτομία, την εξωστρέφεια. Ειδικότερα από το Ταμείο Ανάκαμψης, η Ελλάδα μπορεί να αντλήσει πόρους ύψους άνω των 30 δισ. ευρώ, για τη στήριξη δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων.

Τα κονδύλια αυτά θα διατεθούν κατά ένα μέρος με τη μορφή επιδοτήσεων, για δράσεις που αφορούν την ψηφιοποίηση, την ενεργειακή αναβάθμιση, τον πρωτογενή τομέα και την ανάπτυξη νέων μορφών τουρισμού.

Κι ένα ακόμη μέρος θα διατεθεί μέσω των τραπεζών, με τη μορφή χαμηλότοκων δανείων, για επενδύσεις στην καινοτομία και την ψηφιοποίηση, για δράσεις προώθησης της εξωστρέφειας, αλλά και για την υποστήριξη της επιχειρηματικής μεγέθυνσης, μέσω συγχωνεύσεων και συνεργασιών. Πρόσθετοι πόροι προς τις επιχειρήσεις θα διοχετευθούν και μέσω του ΕΣΠΑ και ειδικότερα μέσω του προγράμματος για την Ανταγωνιστικότητα. Στα επόμενα χρόνια, λοιπόν, ανοίγονται μπροστά μας σημαντικές ευκαιρίες. Το ζητούμενο είναι να αξιοποιηθούν έγκαιρα και σωστά.

Ο μεγαλύτερος κίνδυνος είναι να μην καταφέρουμε να απορροφήσουμε τους πόρους, μέσα στα στενά χρονοδιαγράμματα που έχουν τεθεί. Πρέπει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα να έχουμε αρκετά ώριμα και επιλέξιμα έργα, τα οποία θα μπορέσουν να ενταχθούν και να χρηματοδοτηθούν.

Κι αυτό δεν μπορεί να γίνει, χωρίς την κινητοποίηση και την υποστήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Γιατί είναι πολλές οι επιχειρήσεις που σήμερα είτε δεν γνωρίζουν τις ευκαιρίες που παρέχουν τα νέα προγράμματα, είτε δυσκολεύονται να διαμορφώσουν κατάλληλα επιχειρηματικά πλάνα.

Θα χρειαστούν λοιπόν συντονισμένες κινήσεις σε αυτό το επίπεδο.Θα χρειαστεί συστηματική ενημέρωση και μηχανισμοί συμβουλευτικής υποστήριξης.

Θα χρειαστεί να υπάρξει ειδικός σχεδιασμός για τη διευκόλυνση της πρόσβασης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στα δάνεια που θα διοχετευθούν μέσω των τραπεζών».

Ολοκληρώνοντας, ο κ. Μασούτης εστίασε στο ρόλο των Επιμελητηρίων σε αυτή την προσπάθεια που πρέπει και μπορεί να είναι ουσιαστικός, σημειώνοντας:

«Ως Κεντρική Ένωση θα διερευνήσουμε όλες τις δυνατότητες που υπάρχουν σε αυτή την κατεύθυνση. Σε συνεργασία με υπουργεία και κρατικούς φορείς, με τους εκπροσώπους των τραπεζών, με φορείς της αυτοδιοίκησης».

Για να καταλήξει: «Οι Έλληνες επιχειρηματίες γνωρίζουν από κρίσεις. Κι έχουν αποδείξει ότι στα δύσκολα ξέρουν να αγωνίζονται και να επιβιώνουν. Είναι οι επιχειρήσεις που κράτησαν τη χώρα ζωντανή τα προηγούμενα χρόνια. Είναι οι επιχειρήσεις που θα μπουν μπροστά στην ανάκαμψη και την ανάπτυξη της επόμενης δεκαετίας.

Εμείς θα συνεχίσουμε να είμαστε δίπλα τους. Να ακούμε τις ανάγκες και να αναδεικνύουμε τα προβλήματα, σε εθνικό και τοπικό επίπεδο. Να στηρίζουμε τις προσπάθειες και τα σχέδιά τους. Με συνένωση δυνάμεων και αποτελεσματική εκπροσώπηση, θα τα καταφέρουμε και πάλι».

Δείτε επίσης