Περισσότερες από 83 χιλιάδες θέσεις εργασίας χάθηκαν τον Νοέμβριο του 2022
Τι έδειξαν τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ
Αποκαλυπτικά και ιδιαίτερα ανησυχητικά τα στοιχεία της ΕΡΓΑΝΗΣ για τις απώλειες θέσεων εργασίας για τον περασμένο Νοέμβριο καθώς 83.627 άνθρωποι έχασαν τις δουλειές τους.
Το ανησυχητικότερο όμως όλων είναι ότι δεν είναι η μείωση καθ’ αυτή αλλά το μέγεθος της με τον αντίστοιχο μήνα τα τελευταία είκοσι και πλέον χρόνια. Από το 2001 μέχρι σήμερα το Νοέμβριο καταγράφεται αρνητικό ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων και αυτό αποδίδεται από το υπουργείο Εργασίας στο τέλος της τουριστικής περιόδου και σε απώλειες θέσεων συγκεκριμένων κλάδων.
Βάσει των στοιχείων της ΕΡΓΑΝΗΣ το 2020 το αρνητικό ισοζύγιο κυμαινόταν από τις 11.000 μέχρι τις 56.000 απώλειες θέσεων εργασίας. Τον Νοέμβριο του 2021 καταγράφηκε ο χειρότερος μέχρι τότε Νοέμβρης με απώλειες -πολλαπλάσσιες του μέσου όρου του αντίστοιχου μήνα των προηγούμενων χρόνων- 79.129 και τον φετινό Νοέμβριο καταγράφεται ακόμα περισσότερο αρνητικό το ισοζύγιο.
Το πρώτο εντεκάμηνο του 2021 είχε καταγραφεί αύξηση των θέσεων εργασίας κατά 135.680 θέσεις εργασίας ενώ φέτος είναι θεαματικά μειωμένο το θετικό και πάλι ισοζύγιο προσλήσεων – αποχωρήσεων.
Με τα καταγραφόμενα στην ΕΡΓΑΝΗ έχει παγιωθεί και προκαλεί ανησυχία το γεγονός ότι οι νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούνται αφορούν κατά το ήμισυ μόνο θέσεις πλήρους απασχόλησης και κατά το ήμισυ θέσεις με ελαστική απασχόληση και τους αντίστοιχους μειωμένους μισθούς που αντιστοιχούν στην μερική και εκ περιτροπής απασχόληση.
Αναλυτικότερα οι προσλήψεις που έγιναν μέχρι και τέλη Νοέμβρη του 2022 ήταν 2.707.204 και αντιστοιχούν σε 1.389.379 θέσεις πλήρους απασχόλησης και σε 1.068.811 μερικής απασχόλησης και 249.014 θέσεις εκ περιτροπής απασχόλησης.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι πέρσι σε κάποιες από τις στατιστικές απεικονίσεις των μηνών του 2021 για το ισοζύγιο προσλήψεων – αποχωρήσεων αποτυπώνονταν επικράτηση των ελαστικών μορφών εργασίας. Για παράδειγμα τον Οκτώβριο του 2021 οι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής εργασίας κυριαρχούσαν κατά 53,53% στο σύνολο των νέων θέσεων εργασίας, έναντι 46,47% των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης, εκ των οποίων μάλιστα ένα μεγάλο μέρος είναι ορισμένου χρόνου και έχουν ημερομηνία λήξης.