Καϊλή:Η μαραθώνια κατάθεση, τα «αγκάθια» στην υπεράσπιση και οι προβλεπόμενες ποινές
«Μετά την προσαγωγή του Παντσέρι, πανικοβλήθηκα», δήλωσε στις Αρχές - Ποιά η φράση - «κλειδί» για τα λεφτά στις σακούλες

Την ώρα που οι αποκαλύψεις γύρω από το σκάνδαλο Qatargate έχουν πάρει μορφή «χιονοστιβάδας», τα βλέμματα είναι στραμμένα στην απολογία της Εύας Καϊλή στις 22 Δεκεμβρίου, που θα κρίνει τη συνέχιση της προφυλάκισής της ή μη μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης.
Όπως αναφέρουν οι τελευταίες πληροφορίες, η ίδια αναμένεται να διαχωρίσει τη θέση της από τον σύζυγό της, ισχυριζόμενη πως εκείνη δεν γνώριζε για τα χρήματα στις σακούλες και πως ο Φραντσέσκο Τζιόρτζι τα έφερε στο σπίτι.
Σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, κατά την προσαγωγή της η Καϊλή ανακρινόταν για τουλάχιστον πέντε ώρες από τις βελγικές αρχές. Η ίδια φέρεται να βρισκόταν σε καθεστώς σύγχυσης και σε πολύ άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Ωστόσο, δεν επικαλέστηκε ούτε σε μία στιγμή τη βουλευτική της ασυλία, γεγονός που μπορεί να μετρήσει στην εικόνα που διαμορφώνουν οι δικαστές.
Το μεγάλο «αγκάθι» στην υπερασπιστική γραμμή που προτίθεται να ακολουθήσει η Εύα Καϊλή είναι η κατάθεση που φέρεται να έχει κάνει στις βελγικές αρχές, ότι είχε δει και κατά το παρελθόν βαλίτσες με χρήματα στο σπίτι της, καθώς και ότι δεν ανέφερε αμέσως στις αρχές την ύπαρξη των χρημάτων, αλλά ζήτησε από τον πατέρα της να τα πάρει από το σπίτι.
«Μετά την προσαγωγή του Παντσέρι πανικοβλήθηκα. Επικοινώνησα με τον πατέρα μου, που βρισκόταν στις Βρυξέλλες με τη σύζυγό του και του ζήτησα να μεταφέρει τα χρήματα που υπήρχαν στο σπίτι μου σε ασφαλές σημείο και να τα παραδώσει στον πραγματικό δικαιούχο τους. Εκείνος ήρθε, πήρε τη βαλίτσα με τα λεφτά και επέστρεψε στο ξενοδοχείο που έμενε. Προφανώς, όμως, τον παρακολουθούσαν ήδη αστυνομικοί. Έκαναν έφοδο στο δωμάτιό του και κατέσχεσαν τα χρήματα» φέρεται να σημείωσε στην κατάθεσή της η Εύα Καϊλή.
Οι ποινές
Για τις πιθανές ποινές που θα αντιμετωπίσει σε περίπτωση καταδίκης της η πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου μίλησε ο δικηγόρος των Βρυξελλών, Ορέστης Ομράν.
Ο γνωστός δικηγόρος, ο οποίος ειδικεύεται στο τραπεζικό δίκαιο και εδρεύει στις Βρυξέλλες, μίλησε στον ΑΝΤ1 και το δελτίο ειδήσεων, εξηγώντας τι προβλέπει η βελγική νομοθεσία.
«Το ζήτημα είναι με ποια αδικήματα θα κατηγορηθεί. Αν κατηγορηθεί για ξέπλυμα μαύρου χρήματος ή για δωροληψία ή άλλο αντίστοιχο αδίκημα. Οι ποινές που προβλέπει ο βελγικός ποινικός κώδικας για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση είναι από έξι μήνες έως 10 χρόνια, ανάλογα με τον βαθμό συμμετοχής στην οργάνωση. Αν, για παράδειγμα, τη διευθύνει, τότε η ποινή θα είναι στα 10 χρόνια. Αν απλά συμμετέχει ή βοηθάει, τότε είναι κατά πολύ μικρότερη», είπε χαρακτηριστικά και πρόσθεσε:
«Αν είναι ελαφρυντική η ομολογία του συντρόφου της (που προσπάθησε να την απαλλάξει), τότε θα εξαρτηθεί από το περιεχόμενο της δικογραφίας. Το λέω γιατί φαίνεται πως ο σύντροφός της προσπαθεί να εκμεταλλευτεί μια ευνοϊκότερη διαχείριση που έχει η νομοθεσία για όσους συνεργάζονται με τις Αρχές, κι αν δώσει επαρκή στοιχεία που θα την αθωώνουν, τότε η ποινική μεταχείρισή της θα είναι καλύτερη του συντρόφου της».
Τέλος, σε ερώτηση για το αν υπάρχει η πιθανότητα να αφεθεί προσωρινά ελεύθερη με «βραχιολάκι», δεδομένου πως υπάρχει κι ένα παιδί, απάντησε: «Οι προϋποθέσεις για να γίνει αυτό είναι πολύ συγκεκριμένες. Πρέπει να μη συντρέχει λόγος ή πιθανότητα φυγής και ότι δεν συντρέχει η πιθανότητα, βγαίνοντας από τη φυλακή και αναμένοντας τη δίκη της υπόθεσης, να καταστρέψει αποδεικτικό υλικό. Από μόνο του το ότι έχει ένα ανήλικο τέκνο δεν βοηθά στην όλη διαδικασία. Φυσικά, σε ανθρωπιστικό επίπεδο, ίσως ο δικαστής λάβει υπ’ όψιν το »βραχιολάκι»».