Ο βίος του τελευταίου βασιλιά των Ελλήνων
Η ζωή, το πραξικόπημα, η εξορία, η χούντα, το δημοψήφισμα και η επιστρφή στην Ελλάδα
Με το θάνατο του βασιλέα Κωνσταντίνου του Β΄ των Ελλήνων, όπως ήταν ο τίτλος του, κλείνει ένα σημαντικό κεφάλαιο της σύγχρονης πολιτικής ιστορίας, αυτό της βασιλείας στην Ελλάδα.
Μπορεί το πολιτικό κεφάλαιο, αυτό της βασιλευομένης δημοκρατίας να έκλεισε οριστικά με το δημοψήφισμα του 1974, όμως όσο ήταν εν ζωή ο Κωνσταντίνος ο τίτλος του τέως βασιλέα παράμενε, καθώς ήταν ο τελευταίος μονάρχης της Ελλάδας που διατηρήθηκε στο θρόνο από το 1964, μέχρι και το 1974, αν και ουσιαστικά από το 1967 και μετά είχε χάσει την εξουσία του θρόνου, αφού την εξουσία είχαν καταλάβει οι συνταγματάρχες της 21ης Απριλίου και εξορίστηκε στις 13 Δεκεμβρίου 1967.
Ο Κωνσταντίνος ο Β΄ γεννήθηκε στο σπίτι της οικογένειας στο Παλαιό Ψυχικό στις 2 Ιουνίου του 1940 και ήταν ο μοναδικός γιός του πρίγκιπα Παύλου Α′ αδελφού και διαδόχου του βασιλιά της Ελλάδας Γεωργίου Β΄,και μετέπειτα Βασιλιά (ανέλαβε βασιλέας την 1η Απριλίου 1947) και της Φρειδερίκης.
Βαπτίστηκε στην Αθήνα με ανάδοχο τις Ένοπλες Δυνάμεις. Έχει δύο αδελφές, τη Σοφία και την Ειρήνη. Η Σοφία ήταν βασίλισσα της Ισπανίας από το 1975 μέχρι την παραίτηση του συζύγου της βασιλιά Χουάν Κάρλος Α΄ της Ισπανίας το 2014 και την άνοδο του υιού της Φιλίππου ΣΤ΄ στον ισπανικό θρόνο.
Ολόκληρη η βασιλική οικογένειά τις παραμονές της ναζιστικής προέλασης στην Αθήνα, μαζί με την κυβέρνηση και την ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων κατέφυγαν στην Αίγυπτο, μέσω της Κρήτης, ενώ αργότερα βρέθηκε στη Νότια Αφρική. Επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1946 με την παλινόρθωση της μοναρχίας και την επιστροφή του βασιλιά Γεωργίου Β΄.
Ένα χρόνο αργότερα, το 1947, μετά τον αιφνίδιο θάνατο του Γεωργίου Β΄, ο πατέρας του ανέβηκε στον θρόνο και ο Κωνσταντίνος ορίστηκε διάδοχος. Το 1955 του απονεμήθηκε ο τίτλος του Δούκα της Σπάρτης.
Στο θρόνο
Στις 20 Φεβρουαρίου 1964 ο βασιλιάς Παύλος, εξαιτίας της επιδείνωσης της υγείας του, εξέδωσε διάταγμα σύμφωνα με το οποίο μετέφερε τις εξουσίες του στο διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος γινόταν πλέον Αντιβασιλέας της Ελλάδας. Κατά τη διάρκεια της σύντομης αντιβασιλείας, ο Κωνσταντίνος περιορίστηκε στην υπογραφή διαταγμάτων και νομοθετημάτων.
Διαδέχθηκε τον πατέρα του Παύλο στο θρόνο στις 6 Μαρτίου του 1964, μετά το θάνατο του πρώτου και περίπου ένα χρόνο αργότερα παντρεύτηκε την Άννα Μαρία, την μικρότερη κόρη του βασιλιά Φρειδερίκου Θ′ και της βασίλισσας Ίνγκριντ της Δανίας. Αν και δημοφιλής στο λαό θεωρήθηκε νέος και άπειρος και υπό την ισχυρή επιρροή της μητέρας του βασίλισσας Φρειδερίκης.
Την Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 1964 εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι κατέκλυσαν τους κεντρικούς δρόμους της Αθήνας για να παρακολουθήσουν το γάμο του πιο νέου βασιλικού ζεύγους στον κόσμο: του 24χρονου Κωνσταντίνου και της 18χρονης Άννας-Μαρίας. Παρουσία όλης της Ιεράς Συνόδου, ο Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β΄ ευλόγησε τις βέρες των νεονύμφων προτού τις περάσει στα δάκτυλά τους η Φρειδερίκη. Ερρίφθησαν από τον Λυκαβηττό 101 κανονιοβολισμοί και ακολούθησε πομπή με τους νεόνυμφους στο κέντρο της Αθήνας.
Το ξεκίνημα της θητείας του συνοδεύτηκε από τα πολιτικές αλλαγές και την αποστασία του 1965 (Ιουλιανά) και το στρατιωτικό πραξικόπημα του 1967. Χαρακτηριστικό της περιόδο ήταν οι σχέσεις Κωνσταντίου-Γεωργίου Παπανδρέου που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις
Το πραξικόπημα του 1967 και η άρνησή του να προχωρήσει σε αντι-πραξικόπημα και δεύτερη ελληνική κυβέρνηση απο αυτή των συνταγματαρχών, έχει προκαλέσει πολλές ερμηνίες.
Στις 13 Δεκεμβρίου ο βασιλιάς συνοδευόμενος από μέλη της οικογένειάς του και τον Πρωθυπουργό Κ. Κόλλια, αποπειράθηκε Αντικίνημα, το εγχείρημα απέτυχε και ο ίδιος έφυγε για το εξωτερικό, για τη Ρώμη και αργότερα για το Λονδίνο.
Με την αποκατάσταση της Δημοκρατίας το 1974 επανήλθε σε ισχύ το Σύνταγμα του 1952 εξαιρουμένων των διατάξεων για τη μορφή του πολιτεύματος. Παράλληλα ο Κ. Καραμανλής ανήγγειλε τη διενέργεια δημοψηφίσματος για τη λύση του πολιτειακού. Με το δημοψήφισμα οι πολίτες επέλεξαν με ποσοστό 69,2% την κατάργηση της μοναρχίας και ο Κωνσταντίνος αναχώρησε για το εξωτερικό οριστικά.
Στην Ελλάδα επέστρεψε το 1981 για τη νεκρώσιμη ακολουθία στην κηδεία της μητέρας του Φρειδερίκης.
Το 1992 ο Κωνσταντίνος «Γλύξμπουργκ» σύναψε συμφωνία με την κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, με τη οποία εκχωρούσε το μεγαλύτερο μέρος της ακίνητης περιουσίας του στην Ελλάδα σε ένα μη κερδοσκοπικό ίδρυμα με αντάλλαγμα την απόδοση των παλαιών θερινών ανακτόρων του Τατοΐου και το δικαίωμα να κατέχει και να εξάγει έναν μεγάλο αριθμό κινητών περιουσιακών στοιχείων από τη χώρα.
Το 1994 η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου, που είχε στο μεταξύ επανέλθει στην εξουσία, ακύρωσε τη συμφωνία του 1992 και αφαίρεσε από τον Κωνσταντίνο την ιδιοκτησία του στην Ελλάδα και την ελληνική ιθαγένεια.
Το 1994 ο τέως βασιλιάς Κωνσταντίνος, κατέθεσε μαζί με άλλα οκτώ μέλη της οικογένειας του προσφυγή κατά της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στο Στρασβούργο ισχυριζόμενος ότι ο νόμος 2215/1994 παραβίαζε διατάξεις της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.
Το 2000 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου καταδίκασε την Ελλάδα, ενώ στις 28 Νοεμβρίου 2002 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο επιδίκασε 13,7 εκατ. ευρώ, τα οποία τελικά ο τέως έλαβε ως αποζημίωση από τη ΔΟΥ Αχαρνών τον Μάρτιο του 2003.
Το ελληνικό κράτος κατέβαλε αυτό το ποσό, το οποίο και εξασφάλισε από τον προϋπολογισμό «φυσικών καταστροφών». Ο Κωνσταντίνος, στη συνέχεια, ανήγγειλε τη δημιουργία του Ιδρύματος «Άννα – Μαρία» ως φορέα διάθεσης της αποζημίωσής του σε φιλανθρωπικούς σκοπούς.
Στις αρχές του 2000 επιστρέφει στην Ελλάδα και αγοράζει το σπίτι στο Πόρτο Χέλι, το οποίο πουλήθηκε πρόσφατα.
Η υγεία του ήταν εξαιρετικά επιβαρυμένη τα τελευταία χρόνια. Το 2009 είχε υποβληθεί σε χειρουργείο για την καρδιά του. Το 2013 είχε ένα λιποθυμικό επεισόδιο και νοσηλεύτηκε ενώ ξαναβρέθηκε στο νοσοκομείο το 2016 με συμπτώματα εγκεφαλικού. Τον τελευταίο χρόνο είχε νοσηλευτεί αρκετές φορές. Η τελευταία φορά που είχε κάνει επίσημη εμφάνιση ήταν στον γάμο του γιου του Φίλιππου με τη Νίνα Φλορ τον Οκτώβριο του 2021.