Συνεντεύξεις

Σκυλακάκης στη «ΒτΚ»: «Θα μειωθεί το επιτόκιο δανεισμού των νοικοκυριών»

«Η Ελλάδα με βεβαιότητα θα αποφύγει τον κίνδυνο της ύφεσης», τονίζει ο αναπληρωτής ΥΠΟΙΚ σε συνέντευξή του εφ΄όλης της ύλης στη «ΒτΚ»

Σκυλακάκης στη «ΒτΚ»: «Θα μειωθεί το επιτόκιο δανεισμού των νοικοκυριών»
Αρθρογράφος: Γεωργία Σκιτζή
Από Γεωργία Σκιτζή

Τη βεβαιότητα ότι μετά τις εκλογές θα ανακτήσει η χώρα την επενδυτική βαθμίδα εξέφρασε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών Θόδωρος Σκυλακάκης μιλώντας στη «ΒτΚ», συνδέοντας τη θετική αυτή εξέλιξη με την πολιτική σταθερότητα και τη συνέχιση των μεταρρυθμίσεων.

Ο κ. Σκυλακάκης εμφανίζεται σίγουρος ότι η Ελλάδα θα αποφύγει τον κίνδυνο της ύφεσης το 2023, σε αντίθεση με άλλες χώρες-εταίρους μας.

Αποκαλύπτει ότι σύντομα η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να ανακοινώσει νέα μέτρα στήριξης, καθώς δημιουργείται επιπλέον δημοσιονομικός χώρος. «Βλέπει», επίσης, αποκλιμάκωση και σταθεροποίηση των τιμών της Ενέργειας μέσα στο επόμενο εξάμηνο, γεγονός που συμπαρασύρει προς τα κάτω και τις τιμές των αγαθών.

Είστε, κατά κάποιο τρόπο, ο άνθρωπος που κρατάει το «ταμείο» του κράτους. Πόσο μεγάλο βάρος είναι αυτό;

«Η διασφάλιση της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι η βασική ευθύνη. Και είναι ασφαλώς βαριά. Η άσκησή της σημαίνει διαρκή ενημέρωση για την πορεία της Οικονομίας και, προπαντός, για τους εξωγενείς παράγοντες που επηρεάζουν την άσκηση της οικονομικής και δημοσιονομικής πολιτικής (π.χ. πορεία διεθνών τιμών πετρελαίου, φυσικού αερίου, εξελίξεις στην πανδημία κ.λπ.), διακριτικότητα στους χειρισμούς και, κυρίως, σοβαρότητα στην στάθμιση των δεδομένων. Ειδικά σε περιόδους αβεβαιότητας, όπως η παρούσα, ύστερα από το «χτύπημα» των διαδοχικών κρίσεων, η συντηρητική προσέγγιση είναι η πλέον ασφαλής επιλογή. Και σε αντίθεση με την αξιωματική αντιπολίτευση, δεν μπορούμε να τάζουμε μέτρα με κόστος που δεν αντιστοιχεί στις πραγματικές δυνατότητες της Οικονομίας. Συνεπώς, εφαρμόζουμε με φειδώ και σύνεση τις αναγκαίες για την Οικονομία και την Κοινωνία δημοσιονομικές πολιτικές».

Πρόσφατα, ο Οίκος Fitch αναβάθμισε τη χώρα μας. Πόσο μακριά είμαστε από την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας; Τί σημαίνει αυτό για τους πολίτες;

«Από την ημέρα που ήρθαμε στην εξουσία μέχρι σήμερα, έχουμε πετύχει 12 αναβαθμίσεις από διεθνείς Οίκους αξιολόγησης, και μάλιστα εν μέσω δυσμενών εξωγενών συνθηκών, εξαιτίας των γεωπολιτικών, οικονομικών και υγειονομικών εξελίξεων. Μετά τις εκλογές –εφόσον υπάρχει πολιτική σταθερότητα και συνέχεια στη μεταρρυθμιστική πολιτική– θα ανακτήσουμε με βεβαιότητα την επενδυτική βαθμίδα, η οποία θα δώσει άλλη δυναμική στη χώρα μας. Η εξέλιξη αυτή, θα μειώσει το επιτόκιο δανεισμού τόσο του Δημοσίου και των επιχειρήσεων όσο και των νοικοκυριών. Θα φέρει την πλήρη στήριξη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, χωρίς αστερίσκους! Προπαντός θα αυξήσει, καταλυτικά, το ρυθμό εισροής επενδύσεων στη χώρα».

Με τα μέχρι στιγμής δεδομένα, τι ρυθμό ανάπτυξης βλέπετε για τη χώρα μας;

«Παρά τις μεγάλες, διαδοχικές, εξωγενείς κρίσεις, καταφέραμε να πετύχουμε το 2022 υψηλό ρυθμό ανάπτυξης –η εκτίμηση της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού είναι: 5,6%, σχεδόν διπλάσιος του ευρωπαϊκού μέσου όρου, Κομισιόν: 6% και ΟΟΣΑ: 6,7%. Στον προϋπολογισμό του 2023 οι προβλέψεις που έχουμε κάνει –υπό εξαιρετικά αβέβαιες συνθήκες– είναι για ανάπτυξη στα επίπεδα του 1,8%, έναντι μόλις 0,3% που εκτιμάται για το μέσο όρο της Ευρωζώνης και των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Η Ελλάδα με βεβαιότητα θα αποφύγει τον κίνδυνο της ύφεσης, που είναι πιθανό να χτυπήσει κάποιους από τους κύριους εμπορικούς μας εταίρους εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων στην Ευρώπη και διεθνώς. Και θα το πετύχει χάρη στην αξιοποίηση του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και στο ρυθμό αύξησης των επενδύσεων, που είναι, ήδη, σημαντικά μεγαλύτερος, συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες».

Ο πρωθυπουργός έχει δηλώσει ότι όσο αυξάνεται ο δημοσιονομικός χώρος το μέρισμα της ανάπτυξης θα επιστρέφει στους πολίτες. Με τις προβλέψεις που έχετε κάνει για το 2023, υπάρχει ελπίδα να δούμε και νέα μέτρα στήριξης των πολιτών;

«Με τις πολιτικές που εφαρμόζουμε από την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας το 2019, έχουμε αποδείξει πως ανταποκρινόμαστε άμεσα, όποτε το απαιτούν οι συνθήκες (π.χ. πανδημία και ενεργειακή -πληθωριστική κρίση), στηρίζοντας τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις (επιστρεπτέα προκαταβολή, fuel pass, market pass, κ.λπ.). Αυτό θα συνεχίσουμε να κάνουμε στη φάση αυτή του υψηλού πληθωρισμού. Οψέποτε δημιουργείται δημοσιονομικός χώρος θα επιστρέφεται στους φορολογούμενους, από τους οποίους προέρχεται άλλωστε. Η κυβέρνηση θα προβεί, πολύ σύντομα, σε σχετικές ανακοινώσεις».

Οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων αυξάνονται συνεχώς. Σας προβληματίζει η επαπειλούμενη αύξηση του κόστους εξυπηρέτησης του Χρέους;

«Οι αυξήσεις στις αποδόσεις των κρατικών ομολόγων που παρατηρούνται, διεθνώς, είναι απόρροια της αύξησης του πληθωρισμού. Ωστόσο, η Ελλάδα είναι από τις χώρες της Ευρωζώνης, για τις οποίες τα ασφάλιστρα πιστωτικού κινδύνου (CDS) έχουν καταγράψει πολύ μεγάλη πτώση μεταξύ του 2019 και σήμερα. Η αξιοπιστία της Ελλάδας αυξάνεται διαρκώς, όπως και η εμπιστοσύνη των αγορών στην ικανότητά της να εξυπηρετεί το δημόσιο Χρέος. Μέσα από την τήρηση των δημοσιονομικών στόχων που έχουμε θέσει, διασφαλίζουμε τη βιωσιμότητα του ελληνικού Χρέους. Η αποκλιμάκωσή του προβλέπουμε πως θα συνεχιστεί και το τρέχον έτος. Με βάση την εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού του 2023, από 186,4% ως ποσοστό του ΑΕΠ το 2018, το Χρέος το 2022 έπεσε στο 168,9% και το 2023 αναμένεται να φτάσει στο 159,3%)».

Πότε εκτιμάτε ότι θα σταθεροποιηθούν οι τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος, αλλά και των αγαθών;

«Ήδη τον τρέχοντα μήνα καταγράφεται ραγδαία αποκλιμάκωση στις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Γεγονός που θα έχει θετικές συνέπειες στις τιμές αγαθών, στο σύνολο των κλάδων της Οικονομίας, και πρωτίστως στους ενεργοβόρους. Θετική εξέλιξη είναι και η άνοδος του ευρώ έναντι του δολαρίου, κυρίως για τα αγαθά που είναι διεθνώς εμπορεύσιμα σε δολάρια. Υπολογίζουμε πως σε 3-6 μήνες οι συνέπειες των εξελίξεων αυτών στις τιμές θα έχουν αποτυπωθεί εξ’ ολοκλήρου στις αντίστοιχες εγχώριες αλυσίδες προσφοράς».

Το πρόγραμμα «Ελλάδα 2.0» απλώνεται σε όλη την επικράτεια με μεγάλα έργα, αλλά έχει και αυστηρά χρονοδιαγράμματα. Είστε αισιόδοξος από τις απορροφήσεις;

«Το εγχείρημα είναι εξαιρετικά απαιτητικό, ωστόσο, εκ του αποτελέσματος φαίνεται πως ανταποκρινόμαστε, για την ώρα, με ικανοποιητική επιτυχία. Η εκταμίευση των πόρων από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) διαμορφώθηκε, συνολικά, στο τέλος του 2022 σε 3.149.744.081 ευρώ. Μόνο το περασμένο έτος ανήλθε σε 2.843.203.079 ευρώ, επιτυγχάνοντας τον αναθεωρημένο στόχο που είχαμε θέσει. Το ΤΑΑ, στο 40% της πορείας του, έχει εντάξει το 75% των έργων και έχει εκταμιεύσει το 17% των πόρων».

Το βασικό στοίχημα της Ν.Δ. για την επόμενη τετραετία είναι «καλύτεροι μισθοί». Πόσο εφικτό είναι;

«Μέσα από τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης της Οικονομίας, τη μείωση της ανεργίας και τις διαδοχικές αυξήσεις του κατώτατου μισθού έχουμε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να είναι ο στόχος αυτός απολύτως εφικτός. Θα τον πετύχουμε συνεχίζοντας τη φιλοεπενδυτική πολιτική μας και τις μεταρρυθμίσεις, και διασφαλίζοντας, παράλληλα, τη δημοσιονομική σταθερότητα. Τη διετία 2021-2022 οι επενδύσεις αυξήθηκαν κατά 30% περίπου, σε σύγκριση με το 2019. Και αυτή η ανοδική τάση που καταγράφεται, αναμένεται να συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια, με την πολύτιμη συμβολή του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας. Στις επενδύσεις, για την ώρα, έχουμε δει μόνο την “κορυφή του παγόβουνου”. Και να μην ξεχνάμε ποτέ ότι οι επενδύσεις αποτελούν το “κλειδί” για την αύξηση των μισθών και των ποιοτικών θέσεων εργασίας. Άνευ αυτών όποια υπόσχεση είναι “κάστρο στην αμμουδιά”, την επομένη το πρωί δεν υπάρχουν ούτε τα ίχνη της».

Ο ΣΥΡΙΖΑ σας κατηγορεί ότι παραλάβατε ένα μαξιλάρι 37 δισ. ευρώ, το οποίο δεν αξιοποιείτε. Τί απαντάτε;

«Τα ταμειακά μας διαθέσιμα κυμαίνονται στα επίπεδα των 40 δισ. ευρώ, παρά τις κρίσεις, και δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το λεγόμενο “μαξιλάρι” του ΣΥΡΙΖΑ. Το τελευταίο προέκυψε από δανεισμό 16,5 δισ. ευρώ από τον ESM – ήταν ένα είδος ασφάλειας, εξαιτίας της έλλειψης εμπιστοσύνης που υπήρχε για την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στις αγορές. Σ’ αυτό το ποσό προστέθηκαν 10 δισ. ευρώ, χρήματα που είχε πάντα το ελληνικό κράτος σε εμπορικούς, κυρίως, λογαριασμούς και τα έφερε η προηγούμενη κυβέρνηση –ορθώς– στην Τράπεζα της Ελλάδος, ενώ, παράλληλα, 11 δισ. ευρώ ήταν αποτέλεσμα της ακραίας παράλογης και καταστροφικής υπερφορολόγησης, που έγινε σε μία χρονική περίοδο τεράστιας ανεργίας και συνεχούς αποεπένδυσης. Εμείς, από την πλευρά μας, έχουμε μειώσει το Χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ και διατηρήσει υψηλά διαθέσιμα, χωρίς να “στραγγαλίσουμε” την Oικονομία και την Kοινωνία. Το αντίθετο, ήμασταν παρόντες με ισχυρές παρεμβάσεις υπέρ της Kοινωνίας και της Oικονομίας στη διάρκεια των μεγάλων κρίσεων της τελευταίας τριετίας».

Πόσο επηρεάζουν τα δημόσια οικονομικά οι εκλογικές αναμετρήσεις; Όπως όλα δείχνουν, στη χώρα μας θα έχουμε τουλάχιστον δύο.

«Μέσα σε ένα περιβάλλον κρίσεων και μεγάλων αλλαγών για την παγκόσμια κοινότητα, καταφέραμε να βελτιώσουμε όλους τους δείκτες αποτελεσματικότητας της ελληνικής Oικονομίας. Η πολιτική σταθερότητα ήταν καταλυτικός παράγοντας αυτής της επιτυχίας. Η διατήρησή της αποτελεί βασικό ζητούμενο των επερχόμενων εκλογών, καθώς οι προκλήσεις είναι διαρκείς (π.χ. επιπτώσεις πληθωριστικής κρίσης, απορρόφηση κονδυλίων Ταμείου Ανάκαμψης, κ.λπ.). Ένας με δύο μήνες πολιτικής αστάθειας, εξαιτίας των εκλογών, δεν θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στην πορεία της Oικονομίας. Αυτό που απευχόμαστε όλοι –θέλω να ελπίζω– είναι μία κατάσταση πολύμηνης αστάθειας, με κυβερνήσεις μειωμένης κυβερνησιμότητας, όπου η αδυναμία λήψης αποφάσεων, πιθανώς, “φρενάρει” τις καλές επιδόσεις της ελληνικής Οικονομίας».

«Στο δρόμο της δημοσιονομικής σταθερότητας»

Ποιοι είναι οι παράγοντες που θα καθορίσουν αν θα συνεχίσουμε στο ίδιο μοτίβο –ακρίβεια, ενεργειακή κρίση– το προσεχές διάστημα; Πόσο λειτουργούν τα «μέτωπα» αυτά ανασταλτικά για την υλοποίηση του οικονομικού σχεδίου σας;

«Η ακρίβεια είναι η βασική επίπτωση της συνδυαστικής ενεργειακής - γεωπολιτικής κρίσης. Η αποκλιμάκωσή της συνδέεται, ασφαλώς, με τον πόλεμο που εξαπέλυσε η Ρωσία ενάντια στην Ουκρανία. Η έκβασή του θα κρίνει –σε μεγάλο βαθμό– τις γεωπολιτικές εξελίξεις της επόμενης, τουλάχιστον, εικοσαετίας. Βλέπουμε τώρα, όμως, ότι επηρεάζει λιγότερο το μέλλον της ευρωπαϊκής Οικονομίας απ’ ό,τι στην αρχή είχε υποθέσει η ρωσική πλευρά. Η Ευρώπη φαίνεται να ανταπεξέρχεται με επιτυχία την οξεία φάση του ενεργειακού πολέμου που εξαπέλυσε η Ρωσία, και ο “οικονομικός πόνος” από τώρα και στο εξής, θα γίνεται πολύ πιο αισθητός στη Ρωσία, παρά στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα καθ’ ημάς, η ακραία αβεβαιότητα, σταδιακά, περιορίζεται και ο δρόμος της δημοσιονομικής σταθερότητας είναι πολύ πιο βατός και ασφαλής σε σχέση με ό,τι συνέβαινε το περασμένο καλοκαίρι. Η εκτίμησή μας είναι ότι οι θετικές εξελίξεις των τελευταίων μηνών –πτώση τιμών φυσικού αερίου, ενίσχυση ευρώ έναντι δολαρίου κ.ά.–, επιτρέπουν έναν συντηρητικό μεν, αλλά ευνοϊκότερο για την Οικονομία δημοσιονομικό σχεδιασμό».

Δείτε επίσης