Ο εφιάλτης των Τεμπών μέσα από τα μάτια των γιατρών στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας
Ο «πόλεμος» για να σωθούν ζωές, η θλίψη και η απογοήτευση όταν διακομίζονταν νεκροί
Από το βράδυ της Τρίτης 28 Φεβρουαρίου όπου δύο αμαξοστοιχίες συγκρούστηκαν στα Τέμπη, σκορπώντας τον θάνατο σε δεκάδες ανυποψίαστους ανθρώπους, μέχρι και σήμερα το πρωί που γίνονται οι ταυτοποιήσεις των καμένων και διαμελισμένων ανθρώπων, το Γενικό Νοσοκομείο της Λάρισας, βιώνει συνταρακτικές καταστάσεις.
Γιατροί, νοσηλευτές, καθαρίστριες, διοικητικό προσωπικό όλοι όσοι εργάζονται στο νοσοκομείο της Λάρισας έδωσαν μάχες (ο καθένας από το επαγγελματικό του πόστο) για να σώσουν ζωές.
Μόλις ενημερώθηκαν για την φρικτή αυτή σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών, γιατροί και νοσηλευτές όσοι ήταν στα σπίτια τους έσπευσαν στο νοσοκομείο για να βοηθήσουν.
Δύο γιατροί που του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, η προισταμένη της Ιατροδικαστικής υπηρεσίας του νοσηλευτικού ιδρύματος, καθώς και μία εκ των συνολικά δεκαπέντε Ιατροδικαστών συναδέλφων της που βρίσκονται αυτές τις ημέρες στην Λάρισα, έχοντας αναλάβει την δύσκολη και θλιβερή διαδικασία της ταυτοποίησης των σορών των νεκρών ανθρώπων, με δηλώσεις τους στα μέσα ενημέρωσης, περιγράφουν τον εφιάλτη. Όταν έχεις να κάνει με θανάτους νέων ανθρώπων, με σώματα καμένα και διαμελισμένα, όταν πρέπει να πεις στους συγγενείς και φίλους ότι οι δικοί τους δεν είναι ζωντανοί, όσο και να προσπαθείς να κρατήσεις την ψυχραιμία είναι ανθρωπίνως αδύνατο να μην λυγίσεις…
Διευθυντής της Ορθοπαιδικής Κλινικής του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, Κώστας Μπαργιώτας
«Ήμασταν εδώ και ζήσαμε τη μεγάλη “επίθεση”. Δεν ήταν τόσο το φορτίο λόγω των τραυματιών. Από αυτήν την άποψη η κατάσταση ήταν διαχειρίσιμη. Αυτό όμως που δεν “παλεύεται” είναι οι νεκροί. Και ότι όσοι ήρθαν είναι νέα παιδιά. Οι τραυματίες είναι νέα παιδιά, φοιτητές. Εκτιμώ ότι το ίδιο ισχύει και για τους νεκρούς. Πριν λίγο μας έφεραν άλλους τρεις σάκους. Οι δύο περιείχαν σορούς, ο ένας μέλη. Η εικόνα που έχουμε αποκομίσει είναι ότι όσοι ήταν στα πρώτα βαγόνια δεν επέζησαν και όσοι επέβαιναν στα αμέσως επόμενα τραυματίστηκαν σχετικά ελαφρά για το μέγεθος της τραγωδίας».
«Είχαμε να κάνουμε με έναν μεγάλο αριθμό παιδιών, 22-24 ετών, ήταν ένα μεγάλο σοκ για εμάς. Πολύ φοβάμαι όταν αρχίσουν να ανακοινώνονται τα ονόματα των θανόντων θα έχουμε μία ανάλογη εικόνα» ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μπαργιώτας, και συμπλήρωσε:
«Στη διάρκεια της νύχτας, σε μια μέρα που δεν εφημερεύαμε, κληθήκαμε να πάμε στο νοσοκομείο και ξαφνικά άρχισαν να έρχονται παιδιά τραυματισμένα και νεκρά. Όλη η νύχτα πέρασε με διακομιδές φοιτητών. Κατά μεγάλη πλειοψηφία, οι τραυματίες και οι νεκροί ήταν νέα παιδιά.
Όλοι όσοι ήρθαν στο νοσοκομείο το δικό μας ήταν κάτω των 25 ετών. Οι εννιά στους 10 ήταν κάτω των 25, φοιτητές που επέστρεφαν στο πανεπιστήμιο για την έναρξη των μαθημάτων τους. Είναι τα παιδιά μας. Όλη τη νύχτα έφερναν τα παιδιά μας από ένα τροχαίο που είναι αδικαιολόγητο».
Χουσάμ Ναίμ Ειδικευόμενος Γιατρός στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας
Για τις σκηνές «πολέμου» που έζησε στα Επείγοντα του Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας, μίλησε στους δημοσιογράφους ο ειδικευόμενος Παλαιστίνιος γιατρός Χουσάμ Ναίμ.
Ο ειδικευόμενος χειρουργός που βρίσκεται στο νοσοκομείο τα τελευταία δύο χρόνια μέσα από τα δικά του τα μάτια, περιγράφει τα όσα έζησε και τα όσα του θύμισαν από την δική του τη χώρα.
Το σκηνικό θύμιζε Γάζα είπε χαρακτηριστικά ο γιατρός ο οποίος βρίσκεται στην Ελλάδα από το 2009.
«Όταν ήρθαν τα πρώτα ασθενοφόρα με τους τραυματίες κατάλαβα ότι έχουμε να κάνουμε με νέα παιδιά. Οι εικόνες που είδα μου θύμιζαν ότι είμαι στη Γάζα, γιατί είναι σκηνές βγαλμένες από πόλεμο, από όταν ήμουν στη Γάζα. Και είπα στον Διευθυντή μου: «Νιώθω ότι είμαι στη Γάζα» περιγράφει ο Husam Naim, ειδικευόμενος ορθοπεδικός χειρουργός στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας, τις στιγμές στο νοσοκομείο μετά την σιδηροδρομική τραγωδία στα Τέμπη.
«Η κατάσταση ήταν πολύ δύσκολη όταν τα ασθενοφόρα πλέον διακόμιζαν νεκρούς. Αυτό ήταν το πιο δύσκολο κομμάτι για εμάς, ήταν νέα παιδιά κάτω των 30 ετών».
Ο Παλαιστίνιος γιατρός ανέφερε ότι στην αρχή δεν γνώριζαν ότι είχε γίνει σύγκρουση τρένων αλλά έδρασαν με ψυχραιμία, αποτελεσματικότητα και επαγγελματισμό φτιάχνοντας μικρές ομάδες για να αντιμετωπίζουν τον κάθε ασθενή.
Τα παιδιά με ρωτούσαν για συγγενείς και φίλους, άλλα παιδιά ήταν σε σοκ, ήταν πολύ βαρύ το κλίμα, δήλωσε.
«Οι περισσότεροι ήρθαμε κατευθείαν από το σπίτι μας προκειμένου να συνεισφέρουμε στη φροντίδα των ασθενών. Έτσι, από χθες (σ.σ. Τρίτη) το βράδυ ζήσαμε μια κόλαση. Δώσαμε μια μεγάλη μάχη προκειμένου να κρατήσουμε στη ζωή όσους περισσότερους μπορούσαμε. Ήταν σοκαριστικές εκείνες οι στιγμές. Χρειάζεται να καταβάλεις μεγάλη σωματική και ψυχολογική προσπάθεια για να διαχειριστείς τέτοιες καταστάσεις.
Το βράδυ η πίεση ήταν τεράστια ενώ το χειρότερο ήταν ότι είχαμε συνεχή ροή πτωμάτων από ένα σημείο και μετά. Επειδή έχω γεννηθεί και μεγαλώσει στην Παλαιστίνη, όλα αυτά που αντίκρισα από χθες μου θύμισαν, δυστυχώς, τις τραγικές εικόνες που είχα ζήσει στη Γάζα από κείνες τις θλιβερές μέρες των συγκρούσεων όπου τα θύματα και οι νεκροί ήταν πολυάριθμοι».
«Όλοι οι γιατροί μεταφερθήκαμε στα Επείγοντα από τα πρώτα λεπτά της τραγωδίας. Ενημερωθήκαμε από τους διευθυντές και τους επιμελητές και ήρθαμε όλοι άμεσα για να βοηθήσουμε. Όταν έφτασα στο νοσοκομείο αντίκρισα ένα χάος.
Ένιωθα ότι είμαι παρών σε μια εμπόλεμη ζώνη. Δεν είχαμε ξαναζήσει κάτι τέτοιο, ειδικά όταν εργάζεσαι σε ένα επαρχιακό νοσοκομείο και δεν είσαι συνηθισμένος στη διαχείριση παρόμοιων καταστάσεων.
Συνάδελφοί μου έκλαιγαν και ήταν ιδιαίτερα φορτισμένοι αφού από την αρχή συνειδητοποιήσαμε ότι οι περισσότεροι από τους νεκρούς και τους τραυματίες ήταν νέοι άνθρωποι. Το σοκ ήταν αδιανόητο ακόμη και για μας που έχουμε μάθει να σώζουμε ζωές και να αντιμετωπίζουμε βαριά περιστατικά.
Όσο εξοικειωμένος και να είσαι με τον θάνατο, όλο αυτό παραμένει μια βίαιη εμπειρία για τον καθένα. Βλέπαμε τα διαμελισμένα και καμένα πτώματα και δεν μπορούσαμε να κάνουμε κάτι. Ελπίζαμε κάθε φορά που ακούγαμε ένα ασθενοφόρο να μας φέρνει στο νοσοκομείο έναν άνθρωπο ζωντανό. Προσευχόμασταν να βρίσκονται εν ζωή αλλά δυστυχώς κάθε φορά βλέπαμε σορούς και ακρωτηριασμένα μέλη.
Συγχρόνως, στους διαδρόμους υπήρχαν συγγενείς των αγνοουμένων οι οποίοι έδειχναν τις φωτογραφίες των παιδιών τους και δεν ξέραμε πώς να τους δώσουμε κουράγιο. Μας ρωτούσαν και δεν ξέραμε τι απαντήσεις να τους δώσουμε. Θρήνος, πόνος αφόρητος και εικόνες με νεκρά παιδιά. Ακόμη και ο πιο δυνατός άνθρωπος, λυγίζει απέναντι σε αυτές τις εικόνες. Αν δεν το δει και δεν το ζήσει κανείς, δεν μπορεί να καταλάβει την ένταση που περάσαμε. Το μόνο που μπορέσαμε να κάνουμε είναι να φροντίσουμε αμέσως να λάβουν ψυχολογική υποστήριξη από ειδικευμένο προσωπικό που βρίσκεται στο νοσοκομείο».
Ρουμπίνη Λεονταρή: Προισταμένη Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας
«Πρόκειται για μια μαζική τραγωδία. Βρισκόμαστε στη διαδικασία ταυτοποίησης και αναγνώρισης των σορών από το σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη. Πρόκειται για μια επίπονη διαδικασία που χρειάζεται χρόνο. Είναι πραγματικά απίστευτο αυτό που συνέβη. Οι σοροί βρίσκονται σε άσχημη κατάσταση. Η διαδικασία της ταυτοποίησης δεν έχει ξεκινήσει ακόμη και θα είναι χρονοβόρα. Κάποιες από τις σορούς θα χρειαστούν και εξέταση DNA για την ταυτοποίηση λόγω της απανθράκωσης. Επίσης συνεχίζεται η μεταφορά σορών στο Γενικό Νοσοκομείο.
Αγγελική Ζαγγελίδου Ιατροδικαστής
«Χθες (σ.σ. Πέμπτη) μέχρι το απόγευμα είχε ολοκληρωθεί η διαδικασία διερεύνησης των 57 σορών, που προσήλθαν στο νεκροτομείο της Λάρισας. Επίσης, ολοκληρώθηκε και η διαδικασία του ελέγχου των σάκων με τα τμήματα ιστών και τα μέλη. Μέχρι στιγμής δεν έχει έρθει κάποια άλλη σορός στο νεκροτομείο. Και οι τέσσερις ομάδες δούλεψαν στο νεκροτομείο επί 24ωρου και αφορούσαν τις ομάδες των νεκροτομών, της υποδοχής, της φωτογράφισης και της δαχτυλοσκόπησης. Ακολουθεί η διαδικασία του DNA, ήδη από, τι γνωρίζω σε εξέλιξη είναι ο έλεγχος και η ταυτοποίηση, 24 δείγματα έχουν ταυτοποιηθεί μέχρι τώρα. Πιστεύω ότι μέχρι το βράδυ θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία, η οποία είναι κι αυτή 24ωρη».
Σε ότι αφορά την μέθοδο της ταυτοποίησης η κ. Ζαγγελίδου δήλωσε ότι: «η διαχείριση θανάτων σε μαζικές απώλειες ζωής είναι πραγματικά κάτι πολύ δύσκολο. Απαιτεί προσήλωση, απαιτεί πολύ μεγάλη προσοχή και ταυτόχρονα συνεργασία πάρα πολλών ομάδων και για αυτό δράττομαι της ευκαιρίας πραγματικά να ευχαριστήσω όλους όσοι συμμετείχαν σε αυτή τη διαδικασία. Ήταν μια 15μελής ιατροδικαστική ομάδα από ιατροδικαστές και τεχνικούς. Υπήρχαν τέσσερις ομάδες αντίστοιχων αστυνομικών, οι οποίοι γνωρίζουν το αντικείμενο, συνεργαζόμασταν άμεσα μαζί στον ίδιο χώρο για τις διαδικασίες δαχτυλοσκόπησης, φωτογράφισης, λήψης προσωπικών στοιχείων και υπήρχε και ταυτόχρονα ομάδα σε άλλο χώρο, η οποία ήταν σε άμεση συνεργασία και λήψη δειγμάτων από τους συγγενείς».
«Επειδή ένας πολύ μεγάλος αριθμός θανόντων ήταν σε κατάσταση προχωρημένης κατάστασης καύσης, υπήρχε μια πολύ μεγάλη δυσκολία σε αυτό. Παρόλα αυτά έγινε δυνατή η λήψη από το σύνολο των σορών. Υπάρχει ένα σχέδιο εδώ και λίγα χρόνια, το Σχέδιο Διαχείρισης Μαζικών Απωλειών Ζωής και είναι αυτό που ακολουθούμε σε κάθε πολύνεκρο δυστύχημα. Υπάρχουν διάφορες ομάδες εξειδικευμένου προσωπικού οι οποίες εργάζονται πάνω στο αντικείμενο. Εμείς παίρνουμε τα δείγματα από τις σορούς και δεν ερχόμαστε σε επαφή με τους συγγενείς» πρόσθεσε η κ. Ζαγγελίδου.
Η κ. Ζαγγελίδου διευκρίνισε ότι «ακόμα κι αν υπάρχει οπτική αναγνώριση, πρέπει να γίνει υποχρεωτικά η λήψη του δείγματος. Γιατί στο παρελθόν είχαμε περιπτώσεις όπου αναγνωρίστηκαν από τους οικείους άτομα, τα οποία τελικά δεν αντιστοιχούσαν στους συγγενείς τους».