Ψυχικές διαταραχές: Το 47,5% των γενικών γιατρών δυσκολεύονται στην διάγνωση και την θεραπεία
Τι ζητούν και ποια η άποψη τους για την εκπαίδευση τους

Μέτρια και χαμηλή αυτοπεποίθηση και γνώση στην διάγνωση και θεραπεία των ασθενών με ψυχικές διαταραχές, δηλώνουν ότι έχουν οι Γενικοί Γιατροί σε ποσοστό 47,5%, ζητώντας επιτακτικά περαιτέρω εκπαίδευση σε αυτόν τον δύσκολο τομέα της ιατρικής.
Οι Έλληνες γενικοί γιατροί δυσκολεύονται να διαγνώσουν ψυχικές διαταραχές σε άτομα που καταφεύγουν στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, θεωρώντας ότι η εκπαίδευση τους δεν είναι επαρκής σε αυτόν τον τομέα.
Αυτό καταγράφηκε σε έρευνα που πραγματοποιήθηκε σε δείγματα περισσοτέρων από 350 γιατρών στην Ελλάδα από την ομάδα του Γιατρού του Εργαστηρίου Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Πάτρας Ηλία Παπαχριστόπουλο. Τα αποτελέσματα της έρευνας τα οποία πρόσφατα δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό BMC Primary Care είναι αποκαλυπτικά και άκρως ενδιαφέροντα.
Το βασικό συμπέρασμα που εξάγεται με γνώμονα τις απαντήσεις των γενικών γιατρών είναι ότι οι κοινές διαταραχές ψυχικής υγείας είναι ένα τεράστιο ζήτημα το οποίο πρέπει να αντιμετωπιστεί στο πρώτο σημείο επαφής στο σύστημα υγειονομικής περίθαλψης.
Το γεγονός όπως αναφέρουν, οι γενικοί ιατροί καλούνται να αναγνωρίσουν, να διαγνώσουν και να διαχειριστούν ασθενείς με διαταραχές Ψυχικής Υγείας, είναι ένα έργο που δεν αντιμετωπίζεται πάντα με επιτυχία.
Οι 350 γιατροί κλήθηκαν να απαντήσουν σε ειδικό ερωτηματολόγιο, το οποίο είχε ως στόχο να διερευνήσει τις απόψεις τους σχετικά με τις διαγνωστικές μεθόδους, τα ποσοστά παραπομπής και τη συνολική διαχείριση ασθενών με ψυχικές διαταραχές και πώς αυτές επηρεάζονται από την εκπαίδευσή τους στην Ψυχική Υγεία.
Από τις απαντήσεις και την ανάλυση των στοιχείων φάνηκε πως η λαμβανόμενη Συνεχιζόμενη Ιατρική Εκπαίδευση χαρακτηρίζεται ως ανεπαρκής από το 56,1% των γενικών ιατρών.
Ακόμη περισσότεροι από τους μισούς γιατρούς συμμετέχουν σε κλινικά σεμινάρια και συνέδρια Ψυχικής Υγείας μία φορά ανά τρία χρόνια ή λιγότερο. Το επίπεδο εκπαίδευσης συνδέεται θετικά με την αποφασιστικότητα στη διαχείριση των ασθενών και αυξάνει την αυτοπεποίθηση.
Ποσοστό 77,6% δηλώνει γνώση της κατάλληλης θεραπείας και 56,1% συμφωνεί να ξεκινήσει θεραπεία χωρίς να απευθυνθεί σε ειδικό.
Όμως, χαμηλή έως μέτρια αυτοπεποίθηση σχετικά με τη διάγνωση και τη θεραπεία δηλώνει το 47,5%. Σύμφωνα με τους γενικούς ιατρούς, κρίσιμα σημεία για τη βελτίωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας Ψυχικής Υγείας είναι η διασυνδετική ψυχιατρική και ο υψηλός βαθμός της Συνεχιζόμενης Ιατρικής Εκπαίδευσης.
Οι γιατροί που πραγματοποίησαν την μελέτη τονίζουν ότι οι Έλληνες γενικοί ιατροί ζητούν εστιασμένη και συνεχή ιατρική εκπαίδευση στον τομέα της Ψυχιατρικής, παράλληλα με ουσιαστική δομική και οργανωτική μεταρρύθμιση του συστήματος υγειονομικής περίθαλψης, συμπεριλαμβανομένης μιας αποτελεσματικής ψυχιατρικής διασύνδεσης.