Οικονομία

ΕΤΕ: Κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες το α' εξάμηνο

ete

Στα 622 εκατ. ευρώ, ανήλθαν τα κέρδη μετά από φόρους, της Εθνικής Τράπεζας για το α' εξάμηνο του 2021, παρουσιάζοντας αύξηση 34,3% σε ετήσια βάση, ενώ τα λειτουργικά κέρδη σημείωσαν αύξηση 58% σε ετήσια βάση.

Ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 16%, με τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας στο 17%, ενώ το υπόλοιπο μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) μειώθηκε σε 4 δισ. ευρώ και πιο ειδικά το υπόλοιπο NPEs μετά από προβλέψεις υποχώρησε στο 1,4 δισ. ευρώ.

Παράλληλα, η ολοκλήρωση, της συναλλαγής Frontier και της πώλησης της Εθνικής Ασφαλιστικής θα ενισχύσει τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας της Τράπεζας κατά περίπου 170μ.β. σε ~18,8%.

Ο διευθύνων σύμβουλος της Εθνικής Τράπεζας Παύλος Μυλωνάς, δήλωσε σχετικά «Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα μειώθηκε σε 51% το β’ τρίμηνο 2021, ενώ τα καθαρά έσοδα από προμήθειες σημείωσαν αύξηση κατά 10% σε ετήσια βάση.

Το σημαντικότερο είναι ότι, εξαιρώντας τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και μετά από προβλέψεις, τα οργανικά κέρδη του Ομίλου εκτοξεύθηκαν κατά 58% σε ετήσια βάση, στα 208 εκατ. ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021, φέρνοντάς μας αισθητά κοντά στην επίτευξη του στόχου μας για επαναλαμβανόμενα ετήσια κέρδη ύψους 0,5 δισ. ευρώ, ήτοι απόδοση Ιδίων Κεφαλαίων της τάξεως του 9% περίπου για το επόμενο έτος.

Από πλευράς ποιότητας δανειακού χαρτοφυλακίου, η έκθεσή μας σε Μη Εξυπηρετούμενα Ανοίγματα στην Ελλάδα μειώθηκε περαιτέρω στα 4,0 δισ. ευρώ, ήτοι 12,8%, με τον δείκτη κάλυψης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων από σωρευμένες προβλέψεις να αυξάνεται περαιτέρω σε ποσοστό 66,4%.

Ο ρυθμός δημιουργίας νέων Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων παρέμεινε αρνητικός, συντελώντας στη συνολική οργανική μείωση των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων κατά 0,2 δισ.ευρώ στο Α’ εξάμηνο 2021, παρά τη λήξη όλων των προγραμμάτων διευκόλυνσης καταβολής οφειλών στο τέλος του 2020.

Πράγματι, η κατάσταση πληρωμών των ενήμερων πελατών που είχαν ενταχθεί στα εν λόγω προγράμματα παραμένει σε πολύ καλά επίπεδα, καθώς μόνο το 3% παρουσιάζει καθυστέρηση πληρωμών άνω των 90

ημερών.

Εξίσου σημαντικό είναι ότι μόλις το 1% των ενήμερων πελατών που είχαν ενταχθεί σε προγράμματα διευκόλυνσης καταβολής οφειλών παρουσιάζει μία μικρή καθυστέρηση (άνω των 30 ημερών), εξέλιξη που ξεπερνά κατά πολύ τις προσδοκίες της Τράπεζας.

Ως αποτέλεσμα, έχουμε βάσιμες προσδοκίες ότι θα σημειώσουμε καλύτερη επίδοση έναντι του στόχου που έχουμε θέσει για το κόστος πιστωτικού κινδύνου της Τράπεζας».

Ολοκληρώνοντας ο κ. Μυλωνάς, επισήμανε πως «Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, τα κονδύλια από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (RRF) σε συνδυασμό με τις περαιτέρω διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη χώρα αναμένεται να οδηγήσουν σε εκτόξευση των επενδύσεων.

Αξιοποιώντας το βελτιωμένο λειτουργικό μοντέλο της ΕΤΕ, όπως αναδείχτηκε από το επιτυχημένο Πρόγραμμα Μετασχηματισμού που μόλις ολοκλήρωσε τον τρίτο έτος του, η Εθνική Τράπεζα βρίσκεται σε προνομιακή θέση για να στηρίξει τους πελάτες της σε ένα περιβάλλον υψηλής και βιώσιμης ανάπτυξης, επιτυγχάνοντας έτσι τον στόχο να αναδειχθεί σε Τράπεζα πρώτης επιλογής στην Ελλάδα.

Ενόψει αυτών των θετικών προοπτικών, παραμένουμε προσηλωμένοι στην επίτευξη των φιλόδοξων στόχων μας για υψηλή κερδοφορία, μείωση Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων και κεφαλαιακή επάρκεια, παρέχοντας προστιθέμενη αξία στους πελάτες και τους μετόχους μας».

Πιο αναλυτικά, τα καθαρά έσοδα από τόκους αυξήθηκαν κατά 7,9% σε ετήσια βάση, στα 562 εκατ. ευρώ το Α΄ εξάμηνο 2021, αντανακλώντας το όφελος από το χαμηλότερο κόστος χρηματοδότησης, ως αποτέλεσμα της αυξημένης συμμετοχής της ΕΤΕ στο Πρόγραμμα Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO III) της ΕΚΤ, καθώς και της ανατιμολόγησης των καταθέσεων προθεσμίας κατά 10μ.β. από την αρχή του έτους.

Τα εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ελλάδα συνέχισαν την ανοδική τους πορεία (+1,2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση), καθώς διατηρείται η δυναμική στις εκταμιεύσεις δανείων Εταιρικής Τραπεζικής και η παραγωγή νέων δανείων Λιανικής Τραπεζικής αρχίζει να ανακάμπτει (>2,5 φορές ετησίως), αν και από χαμηλή βάση. Σε σχέση με το Α’ τρίμηνο 2021, τα καθαρά έσοδα από τόκους σημείωσαν αύξηση κατά 1,0% σε τριμηνιαία βάση, ως αποτέλεσμα της περαιτέρω αποκλιμάκωσης του κόστους χρηματοδότησης της Τράπεζας.

Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητο σε τριμηνιαία βάση, στις 209μ.β. το Β’ τρίμηνο 2021.

Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες διαμορφώθηκαν σε 130 εκατ. ευρώ το Α΄ εξάμηνο 2021, ενισχυμένα κατά 10,2% σε ετήσια βάση, ως αποτέλεσμα της σημαντικής αύξησης των προμηθειών από τα ψηφιακά κανάλια (+22,3% σε ετήσια βάση) και τις υπηρεσίες διαμεσολάβησης (+10,9% σε ετήσια βάση), καθώς και της εντυπωσιακής ενίσχυσης των προμηθειών από δάνεια Εταιρικής Τραπεζικής (+59,0% σε ετήσια βάση).

Σε επίπεδο τριμήνου, τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ανήλθαν κατά 4,1% σε τριμηνιαία βάση, αντανακλώντας τις ισχυρές χορηγήσεις επιχειρηματικών δανείων.

Τα κέρδη από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα διαμορφώθηκαν σε 448 εκατ. ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021, επωφελούμενα από μη επαναλαμβανόμενα κέρδη σχετιζόμενα με την ανταλλαγή υφιστάμενων ΟΕΔ ύψους 209 εκατ. ευρώ, καθώς και την πώληση χρεογράφων (κυρίως ΟΕΔ) και το κλείσιμο θέσεων σε παράγωγα προϊόντα συνολικού ύψους 286 εκατ.ευρώ.

Οι λειτουργικές δαπάνες μειώθηκαν κατά 7,8% σε ετήσια βάση, σε 353 εκατ. ευρώτο Α’ εξάμηνο 2021, ως αποτέλεσμα της εντυπωσιακής μείωσης των δαπανών προσωπικού (-15,2% σε ετήσια βάση).

Η τελευταία αποτυπώνει το όφελος των Προγραμμάτων Εθελουσίας Εξόδου Προσωπικού του 2019 και του 2020 που οδήγησαν στη σταδιακή μείωση του αριθμού των εργαζομένων της Τράπεζας κατά 900 περίπου άτομα εντός του 2020 και κατά επιπλέον 200 περίπου άτομα εντός του Α’

εξαμήνου 2021.

Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις διαμορφώθηκαν σε €70 εκατ. το Β’ τρίμηνο 2021 (109μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις) έναντι 75 εκατ. ευρώτο Α’ τρίμηνο 2021.

Το Α’ εξάμηνο 2021, οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις ανήλθαν σε 145 εκατ. ευρώ, ήτοι 113μ.β. επί του μέσου όρου δανείων μετά από προβλέψεις.

Στις διεθνείς δραστηριότητες, ο Όμιλος παρουσίασε κέρδη μετά από φόρους από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους 8 εκατ. ευρώ το Α’ εξάμηνο 2021, ενισχυμένα κατά 7,8% σε σχέση με το Α’ εξάμηνο 2020, αντανακλώντας τη μείωση των λειτουργικών δαπανών (-14,4% σε ετήσια βάση) και των φόρων.

Η μείωση των ΜΕΑ διατηρήθηκε κατά το Β’ τρίμηνο 2021, με τα ΜΕΑ στην Ελλάδα να μειώνονται κατά 0,1 δισ. ευρώ σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο, σε 4,0 δισ. ευρώ, αντανακλώντας οργανικές ενέργειες.

Η συνολική οργανική μείωση ΜΕΑ στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε €0,2 δισ. το Α’ εξάμηνο 2021 έναντι του στόχου που έχει θέσει η Τράπεζα για σωρευτική οργανική μείωση ΜΕΑ ύψους €0,8 δισ. το 2021-2022.

Δείτε επίσης