Η Ευρώπη κατασκευάζει και η Ευρώπη αγοράζει

Οι ευρωπαϊκές βιομηχανίες όπλων ετοιμάζονται να «φουλάρουν» τις μονάδες παραγωγής μετά τη συμφωνία των κρατών-μελών της Ε.Ε. για επανεξοπλισμό της Γηραιάς Ηπείρου

Η Ευρώπη κατασκευάζει και η Ευρώπη αγοράζει

Η ευρωπαϊκή πρωτοβουλία «ReArm Europe» («Επανεξοπλίστε την Eυρωπη»), ύψους 800 δισ. ευρώ, θα δώσει σημαντική ώθηση στην ευρωπαϊκή Βιομηχανία και στις Οικονομίες των χωρών αυτών και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας σε έναν κλάδο όπου οι πολυεθνικές των ΗΠΑ μονοπωλούσαν τις εξαγωγές.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα σύγχρονα οπλικά συστήματα είναι υψηλής τεχνολογίας, γεγονός που απογειώνει το κόστος, οπότε συνεργάζονται κοινοπραξίες εταιριών για την κατασκευή τους. Χαρακτηριστική περίπτωση το μαχητικό Eurofighter, για το οποίο συνεργάζονται Γερμανία, Βρετανία, Ισπανία και Ιταλία, ενώ και σε πολλά μικρότερα προγράμματα υπάρχει συμπαραγωγή πολλών εταιριών και χωρών.

Γερμανία. H μεγαλύτερη Οικονομία της Ευρώπης είναι και εκείνη που διαθέτει τις μεγαλύτερες δυνατότητες, αλλά ακόμη βρίσκεται σε περιορισμούς, μετά τον Β’ Π.Π., για την κατασκευή οπλικών συστημάτων. Η Γερμανία συμμετέχει στην κατασκευή αεροσκάφους, κατασκευάζει ελικόπτερα, drones, ναυπηγεί πολεμικά πλοία και υποβρύχια, κατασκευάζει άρματα μάχης, οχήματα μάχης ερπυστριοφόρα και τροχοφόρα, πυραυλικά συστήματα και διαθέτει ηλεκτρονικά συστήματα και συστήματα κυβερνοπολέμου. Ήδη, μεγάλα εργοστάσια από την αυτοκινητοβιομηχανία της στρέφονται στην κατασκευή όπλων και προσλαμβάνουν εργαζομένους.

Γαλλία. Έχει μία αντίστοιχη πολεμική βιομηχανία με τη γερμανική. Κατασκευάζει τα μαχητικά Rafale, που πήρε και η Ελλάδα, ναυπηγεί, επίσης, πλοία (οι νέες ελληνικές φρεγάτες FDI HN είναι γαλλικές), υποβρύχια. Eπίσης ελικόπτερα, άρματα, οχήματα μάχης, πυραύλους, και γενικά ό,τι και η Γερμανία, με το πρόσθετο όμως ότι διαθέτει πυρηνικά όπλα.

Ιταλία. Κατασκευάζει ελαφρά/εκπαιδευτικά αεροσκάφη (όπως τα Μ-346 και P2002-JF που έχει η Π.Α.), έχει μεγάλη ναυπηγική βιομηχανία, κατασκευάζει ελικόπτερα, οχήματα μάχης και συμμετέχει σε πυραυλικά συστήματα.

Ισπανία. Έχει μεγάλο ναυπηγικό πρόγραμμα και γενικότερα όπλα, αλλά βασικά οπλικά συστήματα, όπως αεροσκάφη, ελικόπτερα και άρματα μάχης, τα έχει αγοράσει από άλλες χώρες ή συμμετέχει σε κοινά ευρωπαϊκά προγράμματα.

Σουηδία. Έχει εξαιρετική πολεμική βιομηχανία, η οποία κατασκευάζει άρματα, μαχητικά αεροσκάφη, πυραύλους και άλλο σύγχρονο πολεμικό υλικό, όμως το μάρκετινγκ των μεγάλων χωρών-εξαγωγών οπλικών συστημάτων υπερσκέλισε τους Σουηδούς, που λόγω έλλειψης πωλήσεων αναγκάστηκαν να περιορίσουν τις επενδύσεις σε αυτόν τον τομέα της Βιομηχανίας. Ωστόσο, μετά την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την εμπλοκή στον πόλεμο της Ουκρανία δημιουργούνται νέες προοπτικές για τη βιομηχανία της.

Ολλανδία. Υπάρχει βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας, έχοντας επενδύσει στον τομέα αυτό, και συνδέσει και τα πανεπιστήμιά της στην Έρευνα. Η χώρα έχει, επίσης, σημαντική ναυπηγική δυναμική (είχε έρθει με δύο προτάσεις για την ελληνική φρεγάτα). Όμως, έχει περιορίσει πολύ τις ένοπλες δυνάμεις, παρά τη συμμετοχή της σε ΝΑΤΟϊκές αποστολές, και έχει αφήσει έδαφος κυρίως στις μεγαλύτερες δυνάμεις να κινούνται στην αγορά των εξοπλισμών.

Πολωνία. Έχει μεγάλη πολεμική βιομηχανία και έχει μπει σε εξοπλιστικό οργασμό από το ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Έχει σηκώσει το βάρος κυρίως του εφοδιασμού των ουκρανικών δυνάμεων, καθώς οι Δυτικές “ενισχύσεις” περνούν από πολωνικό έδαφος. Κατασκευάζει άρματα μάχης, ελαφρά αεροσκάφη, και γενικώς αρκετά οπλικά συστήματα.

Φινλανδία. Έχει σημαντικές δυνατότητες στον τομέα των Τηλεπικοινωνιών, λόγω της Nokia, και έχει αναπτύξει σημαντικά αυτό τον τομέα και στις ένοπλες δυνάμεις της.

Τσεχία. Έχει σημαντική πολεμική βιομηχανία, ελαφρών αεροσκαφών και οχημάτων, αλλά και γενικότερα διαφόρων οπλικών συστημάτων.

Ελλάδα. Έχει μικρότερες βιομηχανίες, που ασχολούνται κυρίως με τμήματα οπλικών συστημάτων. Για παράδειγμα, ελληνική εταιρία συμμετέχει στην κατασκευή των γερμανικών αρμάτων Leopard. Σύμφωνα με τον ΣΕΚΠΥ, στον τομέα της Άμυνας δραστηριοποιούνται 400 εταιρίες και ερευνητικά κέντρα, όπου απασχολούνται πάνω από 15.000 άνθρωποι και ο κύκλος εργασιών υπερβαίνει το 1,5 δισ. ευρώ.

Δεν ανησυχούν οι Αμερικανοί, καραδοκούν Τουρκία – Αγγλία

Εκτός των χωρών-μελών της Ε.Ε., η Τουρκία έσπευσε να εκμεταλλευτεί την κατάσταση, για να λάβει μέρος σε κοινά προγράμματα με ευρωπαϊκές εταιρίες, ενώ γενικότερα επιχειρεί να εισέλθει σε ευρωπαϊκά προγράμματα, πρωτίστως για να αποκτήσει σύγχρονη τεχνογνωσία και να την εντάξει στη δική της πολεμική βιομηχανία. Από το 2000 η Τουρκία επιχειρεί να κατασκευάσει, με συμπαραγωγή αλλοδαπών εταιριών, το σύνολο των οπλικών της συστημάτων και να τα πουλήσει στο εξωτερικό, κυρίως στην Αφρική και σε ισλαμικές χώρες, επενδύοντας τριψήφιο αριθμό δισεκατομμυρίων δολαρίων, άλλοτε με επιτυχή και άλλοτε όχι με τόσο επιτυχή αποτελέσματα. Η Άγκυρα θέλει να «ξεκολλήσει» τα προγράμματα όπως το εγχώριο μαχητικό ΚΑΑΝ, να αποκτήσει μεγαλύτερη τεχνογνωσία σε ναυτικά οπλικά συστήματα, σε πυραυλικά, καθώς και σε όλα τα οριζόντια εξοπλιστικά της προγράμματα. Η εξαγορά της Piaggio aerospace από την Bayakar τής άνοιξε την πόρτα τουλάχιστον στις ιταλικές ένοπλες δυνάμεις,με μεγαλύτερες βλέψεις.

Σημαντική συμμετοχή θα αναζητήσει και η Βρετανία, η οποία, αν και δεν έχει την πολεμική βιομηχανία του παρελθόντος, έχει αντίστοιχη εμπειρία και ικανότητα με τη Γερμανία και τη Γαλλία. Ναυπηγεί πολεμικά σκάφη και υποβρύχια, συμμετείχε με πρόταση μεγάλου σκάφους στις προτάσεις για τις ελληνικές φρεγάτες και εξάγει μονάδες σε άλλες χώρες.

Κατασκευάζει άρματα μάχης και άλλα πολεμικά οχήματα και πυραύλους, και γενικά είναι σημαντικός κατασκευαστής εξοπλισμών.

Αν και η Ε.Ε. δημοσίως θέλει να δείξει ότι επιθυμεί να απαγκιστρωθεί από τις αμερικανικές πολυεθνικές, στην πραγματικότητα είναι εξαιρετικά δύσκολο. Σχεδόν όλες οι σημαντικές ΝΑΤΟϊκές χώρες της Ευρώπης, με εξαίρεση τη Γαλλία, έχουν προμηθευτεί το μαχητικό πέμπτης γενιάς F-35 και ακόμη περισσότερες F-16 ή F-18, διαθέτουν συστήματα Patriot, κάποιες έχουν άρματα Abrams και άλλα οχήματα μάχης, ενώ υπάρχει πολύ μεγάλη συνεργασία σε δορυφορικά συστήματα, επικοινωνίες, μέχρι τυφέκια. Έτσι, ακόμη και αν δεν αγοραστούν νέες μονάδες/πλατφόρμες είναι απαραίτητη η υποστήριξη στις ήδη υπάρχουσες. Και με δεδομένη την απεξάρτηση από τα ρωσικά οπλικά συστήματα, που έγινε παράλληλα με τον πόλεμο της Ουκρανίας, είναι πρακτικά αδύνατο να περιοριστεί η προμήθεια αμερικανικών υποσυστημάτων και ανταλλακτικών. Εξάλλου, είναι σχεδόν αδύνατο να συντονιστούν όλες οι αμυντικές βιομηχανίες και να ξεπεράσουν σε ταχύτητα τις αντίστοιχες αμερικανικές, όπως έχει δείξει η ιστορία.

Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»

Ίσως σας ενδιαφέρουν