Χωρίς συμμάχους ο Άσαντ απειλείται από το Χαλιφάτο

Ο Ερντογάν, επιδιώκει να συρρικνώσει το κουρδικό στοιχείο στη Βόρεια Συρία και να καταλάβει πετρελαιοπαραγωγές περιοχές

συρια, συρία, Συρία

Ύστερα από πέντε ολόκληρα χρόνια, στη διάρκεια των οποίων η ένοπλη αντιπαράθεση στη Συρία είχε χαρακτηριστεί ως «η παγωμένη σύγκρουση» της Μέσης Ανατολής, ένα νέο κεφάλαιο βίας, με απροσδιόριστες, για την ώρα, συνέπειες, άρχισε να γράφεται, από το τέλος της περασμένης εβδομάδας, στη χώρα.

Οι αντάρτες στο βορρά της εξαπέλυσαν μία χερσαία επίθεση εναντίον των δυνάμεων του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ κατακτώντας μέσα σε 72 ώρες τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Συρίας, το Χαλέπι.

Ακολούθησε η κατάκτηση του ελεγχόμενου από τους Κούρδους των Συριακών Δημοκρατικών Δυνάμεων (SDF) θύλακα Ταλ Ριφαάτ, από αντάρτες συμμάχους της τζιχαντιστικής οργάνωσης Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ (HTS), που υποστηρίζονται από την Τουρκία, ενώ τελευταία έπεσε η στρατηγικής σημασίας πόλη Χάμα, που λειτουργούσε ως δίαυλος επιμελητείας και υλικοτεχνικής υποστήριξης για τα στρατεύματα του Σύρου προέδρου στην περιοχή.

Χωρίς συμμάχους

Η επανεκκίνηση αυτή του πολέμου στη Συρία αποτελεί την τελευταία συνέπεια της «πυρκαγιάς» που κατακαίει τη Μέση Ανατολή μετά τις επιθέσεις της Χαμάς εναντίον του Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου του 2023, και επιβεβαιώνει ότι αυτή η ευρύτερη σύγκρουση κλιμακώνεται αντί να υποχωρεί.

Υπενθυμίζεται ότι για μία δεκαετία μετά το 2011, ο Μπασάρ αλ Άσαντ επιβίωσε γιατί ήταν έτοιμος να διαιρέσει τη χώρα προκειμένου να σώσει το καθεστώς που κληρονόμησε από τον πατέρα του.

Για να το πετύχει βασίστηκε σε ισχυρούς συμμάχους, δηλαδή τη Ρωσία, το Ιράν και τη Χεζμπολάχ του Λιβάνου, που παρενέβησαν υπέρ του εναντίον των αντάρτικων ομάδων που είχαν εναντιωθεί στην εξουσία του, οι οποίες κυμαίνονταν από τους τζιχαντιστές εξτρεμιστές του Ισλαμικού Κράτους, μέχρι τις πολιτοφυλακές που υποστηρίζονται από τις ΗΠΑ και τις πλούσιες μοναρχίες του Κόλπου.

Σήμερα, το Ιράν έχει πληγεί σοβαρά από τα χτυπήματα που κατάφερε εναντίον του το Ισραήλ, με την υποστήριξη των ΗΠΑ, ενώ ο βασικός του σύμμαχός του, η Χεζμπολάχ, που παλαιότερα έστελνε τους καλύτερους άνδρες της για να πολεμήσουν υπέρ του καθεστώτος στη Δαμασκό, έχει γονατίσει από τις επιθέσεις του Ισραήλ.

Η Ρωσία, από την πλευρά της, εξαπέλυσε μία σειρά αεροπορικών επιθέσεων τις τελευταίες ημέρες, για να κάμψει την αντεπίθεση των ανταρτών στη Συρία, η στρατιωτική της δύναμη, όμως, είναι σχεδόν πλήρως επικεντρωμένη στον πόλεμο στην Ουκρανία, σημειώνει σχετικό άρθρο του BBC.

«Δείχνουν» Ερντογάν

Εξίσου σημαντικό είναι ότι η αναζωπύρωση αυτή γίνεται στον απόηχο των προειδοποιήσεων του Μπενιαμίν Νετανιάχου, ότι η εύθραυστη κατάπαυση του πυρός στο Λίβανο θα του επιτρέψει να επικεντρωθεί στο Ιράν, μέσω και της Συρίας.

Κατά τους αναλυτές, στόχος της Ισραηλινού πρωθυπουργού και των συμμάχων του στη Δύση, είναι η αποκοπή της εδαφικής συνέχειας του «άξονα της αντίστασης» από το Ιράν μέχρι τα βόρεια σύνορα του Ισραήλ, και συγκεκριμένα η παρεμπόδιση της ανασυγκρότησης της Χεζμπολάχ μέσω της μεταφοράς οπλισμού από το συριακό έδαφος.

Για τους ίδιους πάντως, αν πρέπει ένας συγκεκριμένος ηγέτης να κατηγορηθεί ως υπεύθυνος για τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, αυτός είναι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος επιδιώκει να συρρικνώσει το κουρδικό στοιχείο στη Βόρεια Συρία, θέλει να καταλάβει συριακά εδάφη στα οποία θα μεταφέρει τους περίπου τρία εκατ. Σύρους πρόσφυγες που έχουν περάσει την πόρτα του, και αποσκοπεί στο να καταλάβει τις πετρελαιοπαραγωγές περιοχές της Συρίας, για να έχει πρόσβαση σε φθηνούς υδρογονάνθρακες προς όφελος της τουρκικής βιομηχανίας.

Με τον Ντόναλντ Τραμπ, που το 2019 είχε επιχειρήσει να αποσύρει τους Αμερικανούς πεζοναύτες από τις κουρδοκρατούμενες περιοχές της Συρίας, καθοδόν προς το Οβάλ Γραφείο και τον Άσαντ απέναντί του αν δεν σταματήσει ο τερματισμός της τουρκικής κατοχής συριακών εδαφών, ο Τούρκος πρόεδρος έχει κάθε λόγο να κλιμακώσει την πίεση προκειμένου να βρει σημαίνοντα περιφερειακό ρόλο σε μία χρονική συγκυρία κατά την οποία η περιοχή αναδιατάσσεται, αλλά οι Άραβες και οι Ιρανοί δεν προτίθενται να του αφήσουν χώρο.

Όλα τα παραπάνω δεν σημαίνουν απαραίτητα το τέλος του Άσαντ, σημειώνει το βρετανικό δίκτυο, επιχειρηματολογώντας ότι είναι σημαντικό το ποσοστό αυτών που τον υποστηρίζουν, ακόμη και ως τη λιγότερο χειρότερη επιλογή.

Σε κάθε περίπτωση όμως, φέρνουν σε δύσκολη θέση τις ΗΠΑ, που βρίσκονται στη δύσκολη θέση να μην υποστηρίζουν πλήρως καμία από τις δύο εμπλεκόμενες πλευρές, διατηρώντας, παράλληλα, μία δύναμη περίπου 1.000 στρατιωτών στη Συρία ως μέρος της αποστολής για την καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους (ISIS).

*Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»

Ίσως σας ενδιαφέρουν