Συνεντεύξεις

Κουμουτσάκος: Θέλουμε περισσότερους Τσόρτσιλ και λιγότερους Τσάμπερλεϊν

Σε ερώτηση για το σενάριο πρόωρων εκλογών ο κ. Κουμουτσάκος απαντάει στον Βαγγέλη Γιακουμή πως η κυβέρνηση διαθέτει πολιτικό κεφάλαιο διαρκείας

koumoutsakos

Τα επόμενα κρίσιμα βήματα στις ελληνοτουρκικές σχέσεις μετά τις διερευνητικές αναλύει και περιγράφει μέσα από τη μεγάλη εμπειρία που διαθέτει ο βουλευτής και πρώην υπουργός της Ν.Δ. Γιώργος Κουμουτσάκος.

Μέσω της «Βραδυνής της Κυριακής» στέλνει μήνυμα συνεργασίας στη γειτονική χώρα, αλλά τονίζει πως η Τουρκία δεν αποτελεί πρότυπο υποψήφιας προς ένταξη χώρα και ελπίζει στην προσεχή Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να έχει περισσότερους Τσόρτσιλ και λιγότερους Τσάμπερλεϊν…».

Σε ερώτηση για το σενάριο πρόωρων εκλογών ο κ. Κουμουτσάκος απαντάει πως η κυβέρνηση διαθέτει πολιτικό κεφάλαιο διαρκείας που θα στηρίξει τα όποια επόμενα βήματα αποφασίσει ο πρωθυπουργός.

Κύριε Κουμουτσάκο, πού αποσκοπεί η Τουρκία με τις διερευνητικές επαφές; Θέλει να βάλει στο τραπέζι και άλλα θέματα πλην της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας;

«Οι διερευνητικές επαφές παρέχουν επί σχεδόν είκοσι χρόνια τώρα, ένα ευέλικτο πλαίσιο διαλόγου. Έχει αποδειχθεί χρήσιμο περισσότερο σαν μηχανισμός απορρόφησης εντάσεων και κραδασμών και λιγότερο όσον αφορά στην ουσιαστική πρόοδο των συζητήσεων. Στο πλαίσιο αυτό, η επανέναρξη του διαλόγου, ειδικά μετά την πρόσφατη οξεία και πολύμηνη ένταση που προκάλεσε η Τουρκία, είναι αναμφισβήτητα μία θετική εξέλιξη.

Ως προς την ουσία των συζητήσεων είναι βέβαιο ότι η τουρκική πλευρά έρχεται σε αυτές με την επίμονη πρόθεση να διευρύνει τη θεματολογία τους σύμφωνα με τις μαξιμαλιστικές και απαράδεκτες αξιώσεις της Άγκυρας. Αξιώσεις, που ξεκινούν από τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, και φτάνουν στην αποστρατικοποίηση των νησιών μας στο Ανατολικό Αιγαίο και στις διαβόητες “γκρίζες ζώνες”.

Αυτή η τουρκική επιμονή δεν κάμπτει, βέβαια, τη σταθερή ελληνική θέση την οποία έχει επανειλημμένα τονίσει ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης. Μόνον θέμα είναι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών, υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ.

Επιπλέον, ως "δικλίδα ασφαλείας" έναντι των τουρκικών επιδιώξεων υπάρχει η αρχή που διέπει τη διαδικασία των διερευνητικών επαφών: “Tίποτα δεν θεωρείται συμφωνημένο, εάν δεν έχει οριστικά συμφωνηθεί”».

Η Σύνοδος Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών, που θα πραγματοποιηθεί 25,26 Μαρτίου, είναι ημερομηνία-ορόσημο σε ό,τι αφορά τις σχέσεις της Τουρκίας αφενός με την Ελλάδα και αφετέρου με την Ευρωπαϊκή Ένωση;

«Πιστεύω ότι θα είναι ένας σημαντικός σταθμός στην ιστορική διαδρομή των πολύπλοκων και δύσκολων σχέσεων Ευρώπης - Τουρκίας. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί και να αξιολογήσει το γεγονός ότι η Τουρκία υπέβαλε αίτηση σύνδεσης με την τότε ΕΟΚ το 1959. Η συμφωνία άρχισε να ισχύει από το Δεκέμβριο του 1964. Έκτοτε, έχουν μεσολαβήσει 56 χρόνια, η Τουρκία δεν έχει γίνει ακόμα μέλος, και η σχέση της με την Ε.Ε. δεν έχει βρει σταθερό ρυθμό και στέρεη περπατησιά. Αυτό επιβεβαιώνει τις μεγάλες δυσκολίες που έχει από τις ρίζες της αυτή η σχέση. Αντίθετα, η Ελλάδα συμπληρώνει φέτος 40 χρόνια από την ένταξή της ως πλήρες και ισότιμο μέλος της E.Ε. Η Σύνοδος Κορυφής της 25ης Μαρτίου θα είναι μία σημαντική στιγμή λοιπόν. Πιθανότερο φαίνεται ότι το αποτέλεσμα θα είναι μία απόπειρα ισορροπίας μεταξύ συγκεκριμένων θετικών κινήτρων και αποτρεπτικών προβλέψεων για την Τουρκία».

Ο κατάλογος των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην Τουρκία βρίσκεται στο τραπέζι ή για μία ακόμη φορά οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα κάνουν τα στραβά μάτια;

«Όπως ανέφερα, αναμένω μία προσπάθεια εξισορρόπησης κινήτρων και αντικινήτρων για την Τουρκία. Η Ευρώπη αναζητά διαρκώς μια “μικτή” σχέση με την Τουρκία, στη λογική της απόστασης από ένα αναμμένο τζάκι. “Τόσο μακριά ώστε να μην κρυώνεις. Τόσο κοντά ώστε να μην καίγεσαι”. Ο προσδιορισμός όμως του καλύτερου σημείου ισορροπίας είναι μία δύσκολη πολιτική, οικονομική και γεωστρατηγική διπλωματική άσκηση. Επηρεάζεται από πλειάδα παραγόντων. Πολύ βασικό είναι το ισοζύγιο ισχύος και απόψεων μέσα στο ίδιο το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ελπίζω οι περισσότεροι να κατανοούν το πρόβλημα σταθερότητας και ειρήνης που δημιουργεί στην κρίσιμη και εύφλεκτη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, μία αυταρχική, αναθεωρητική και επεκτατική Τουρκία νεο-οθωμανικών οραματισμών. Θέλω να ελπίζω ότι απέναντι σε αυτήν, στη σημερινή Τουρκία, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα έχει περισσότερους Τσόρτσιλ και λιγότερους Τσάμπερλεϊν. Έτσι θα βρεθεί μία ρεαλιστική πολιτική που θα λειτουργεί κυρίως αποτρεπτικά, χωρίς όμως και να αποξενώνει την Τουρκία».

Θέλω να σας ρωτήσω αν η χώρα μας θα μπορούσε να βάλει αστερίσκους σε ό,τι αφορά την ενταξιακή προοπτική της Τουρκίας στην περίπτωση που η ίδια δεν συμμορφώνεται με βάση το Διεθνές Δίκαιο και συνεχώς χρησιμοποιεί εμπρηστική ρητορική. Πολύ απλά, μπορούμε να «παγώσουμε» εμείς ως χώρα την ευρωπαϊκη προοπτική της Άγκυρας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται;

«Η Ελλάδα έχει κάνει, διακομματικά μάλιστα, τη στρατηγική εκλογή να υποστηρίζει την ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας. Αλλά αντιλαμβάνεστε βέβαια, κύριε Γιακουμή, ότι η πρόοδος της ευρωπαϊκής πορείας της Τουρκίας, εξαρτάται, είναι ευθέως ανάλογη, με το πόσο ευρωπαϊκή είναι η ίδια η Τουρκία. Μία νεο-οθωμανική Τουρκία που κυβερνάται με την ενός ανδρός αρχή, που αγνοεί το Διεθνές Δίκαιο και τις σχέσεις καλής γειτονίας προκαλώντας επικίνδυνες εντάσεις σε μία ολόκληρη περιοχή, προφανώς δεν αποτελεί πρότυπο υποψήφιας προς ένταξη χώρας.

Σκοπός της Ελλάδας δεν είναι η πολιτική των αστερίσκων και των κυρώσεων. Μην μπερδεύουμε τα μέσα με τον στόχο. Σκοπός της Ελλάδας είναι ένας αξιόπιστος γείτονας και μελλοντικά εταίρος που θα σέβεται την αρχή της ειρηνικής συνύπαρξης, τις σχέσεις καλής γειτονίας, το Διεθνές Δίκαιο και τις διεθνείς Συνθήκες. Θα κάνουμε λοιπόν ό,τι επιβάλλει η επίτευξη αυτού του στρατηγικού μας στόχου. Με εποικοδομητική διάθεση αλλά και χωρίς εκπτώσεις στην υπεράσπιση των εθνικών μας συμφερόντων».

Είμαστε, ίσως, από τις ελάχιστες χώρες στην Ευρώπη που το lockdown το έχουμε εφαρμόσει σε μεγάλο χρονικό βαθμό, χωρίς, ωστόσο, να έχουμε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Πρέπει ο πρωθυπουργός να αλλάξει το μείγμα της πολιτικής του και ναδιαφοροποιήσει την τακτική σε ό,τι αφορά την πανδημία και την αντιμετώπισή της;

«Ο κορωνοϊός αποδείχθηκε παγκοσμίως ένας ύπουλος, ανθεκτικός και απρόβλεπτος εχθρός. Απέναντι σ' έναν τέτοιο εχθρό οφείλεις να ακολουθείς ευέλικτη πολιτική. Να προσαρμόζεις τα μέτρα και τα όπλα της αντιμετώπισης στα δεδομένα του μετώπου.

Αυτό κάνει η κυβέρνηση και το κάνει καλά. Σας καλώ να συγκρίνετε την κατάσταση στην Ελλάδα με την κατάσταση σε άλλα ισχυρότερα κράτη. Δίνουμε με σθένος και αφοσίωση μία δύσκολη μάχη, που, τελικά, όχι μακριά, θα κερδίσουμε. Μην αμφιβάλετε, κ. Γιακουμή. Σύντομα θα πάρουμε τη ζωή μας πίσω».

Για να γίνει μία συνολική αλλαγή μετά τον κορωνοϊό και τον εφιάλτη που ζούμε, πρέπει κατά τη γνώμη σας ο πρωθυπουργός να «μηδενίσει το κοντέρ» ζητώντας νέα νομιμοποίηση από τους πολίτες, έτσι ώστε να αναδιαμορφώσει συνολικά το σχέδιό του για την κοινωνία και την Οικονομία;

«Η κυβέρνηση στηρίζεται σε μία ισχυρή κοινοβουλευτική ομάδα και χαίρει μίας ισχυρής και συμπαγούς κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας 158 βουλευτών. Το σπουδαιότερο όμως είναι, όπως δείχνουν καθαρά όλες οι δημοσκοπήσεις, ότι η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν την στήριξη και την αποδοχή της πλειοψηφίας της κοινωνίας. Υπάρχει, λοιπόν, πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο διαρκείας, που θα στηρίξει τα όποια επόμενα βήματα αποφασίσει ο πρωθυπουργός».

Από την έντυπη έκδοση της «Βραδυνής της Κυριακής»

Δείτε επίσης