Συνεντεύξεις

Λιβανός: Ενίσχυση 2,5 δισ. στον αγροτικό τομέα το 2021 και 2022

«Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας, είναι εκτός εποχής, γιατί, δυστυχώς, αναλώνονται σε μία στείρα αντιπολίτευση», τονίζει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης στον Βαγγέλη Γιακουμή

livanos
Αρθρογράφος: vradini
Από vradini

Η κυβέρνηση βρέθηκε αντιμέτωπη με παγκόσμια υγειονομική κρίση και αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην της επιτρέψει να εφαρμόσει το πρόγραμμά της, παράλληλα, όμως, η κρίση ανέδειξε και την ικανότητα του Κυριάκου Μητσοτάκη να τα καταφέρει στα δύσκολα, σημειώνει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Ο κ. Σπήλιος Λιβανός επιτίθεται στην αξιωματική αντιπολίτευση για τον τρόπο που πολιτεύεται λέγοντας ότι δεν κερδίζει επενδύοντας στην όποια φθορά της κυβέρνησης. «Ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτεύεται με μοναδικό γνώμονα το πρόσκαιρο κομματικό του συμφέρον. Αυτό, όμως, γίνεται αντιληπτό από τους πολίτες», τονίζει.

Ταυτόχρονα, ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης αναδεικνύει τους στόχους του σε ό,τι αφορά τον αγροτικό τομέα αλλά και τους νέους αγρότες, μέσα από το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, στο οποίο περιλαμβάνονται 800 εκατ. ευρώ για την Αγροτική Οικονομία.

Κύριε υπουργέ, διανύουμε το δεύτερο Πάσχα με κλειστές και περιορισμένες τις κοινωνικές δραστηριότητες, λόγω του κορωνοϊού. Φοβάστε ότι αυτό μπορεί να αποτυπωθεί πολιτικά σε ό,τι αφορά την αντιπαράθεση της κυβέρνησης με τον ΣΥΡΙΖΑ ;

«Καθόλου. Πρώτα απ’ όλα, γιατί μας απασχολεί να κάνουμε το καλύτερο για τον τόπο και όχι οι ενδεχόμενες διακυμάνσεις στις δημοσκοπήσεις. Και άλλωστε, ούτως ή άλλως, βλέπετε ότι διατηρούμε ευρύ προβάδισμα. Στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ, και χωρίς να τον υποτιμώ ως πολιτικό αντίπαλο, τα πράγματα δεν φαίνεται να ακολουθούν τη μέχρι σήμερα γνωστή πορεία, δηλαδή η αντιπολίτευση να κερδίζει από την όποια λογική φθορά της κυβέρνησης. Και αυτό, για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί η κυβέρνηση πολιτεύεται με υπευθυνότητα. Προτάσσει πάνω από όλα την προστασία της υγείας των πολιτών. Δίνει καθημερινή μάχη να κρατήσει την Οικονομία ζωντανή και μεριμνά για την επόμενη μέρα. Όπου γίνονται λάθη τα αναγνωρίζει και φροντίζει να τα διορθώνει εγκαίρως. Δεύτερον, στον αντίποδα, η αξιωματική αντιπολίτευση πολιτεύεται με μοναδικό γνώμονα το πρόσκαιρο κομματικό της συμφέρον. Αυτό, όμως, γίνεται αντιληπτό από τους πολίτες.

Η κυβέρνηση της Ν.Δ. βρέθηκε ξαφνικά μπροστά σε μία παγκόσμια υγειονομική κρίση και αυτό δεν της έχει επιτρέψει να εφαρμόσει το πρόγραμμά της. Η κρίση, όμως, ανέδειξε και την ικανότητα του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη να τα καταφέρνει στα δύσκολα, έδειξε ότι οι Έλληνες μπορούν να τον εμπιστεύονται. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο κ. Τσίπρας είναι εκτός εποχής, γιατί, δυστυχώς, αναλώνονται σε μία στείρα αντιπολίτευση. Οι πολίτες καταλαβαίνουν ποιος λέει αλήθεια και ποιος όχι. Νιώθουν ποιον μπορούν να εμπιστευτούν και ποιον όχι. Εκ των πραγμάτων λοιπόν και επειδή εμπιστεύομαι την κρίση των πολιτών, σας λέω ότι δεν με ανησυχεί η πολιτική αποτύπωση των αποτελεσμάτων της υγειονομικής κρίσης».

Η κυβέρνηση λαμβάνοντας τα στοιχεία των ειδικών υποστηρίζει ότι διανύουμε το τελευταίο κρίσιμο χιλιόμετρο μέχρι την επιστροφή στη μερική κανονικότητα. Ωστόσο, η αντιπολίτευση σας κατηγορεί για λάθη σε χειρισμούς, αστοχίες και παραλείψεις, που ως συνέπεια ήταν να φτάσουμε σήμερα εδώ.

«Όταν έχεις να αντιμετωπίσεις μία πρωτόγνωρη, παγκόσμια υγειονομική κρίση είναι λογικό να υπάρχουν και λάθη και παραλείψεις, ιδιαίτερα όταν έχεις παραλάβει ένα υγειονομικό σύστημα γεμάτο προβλήματα και με τραγικές ελλείψεις. Παρά ταύτα, η Ελλάδα σήμερα βρίσκεται ανάμεσα στις χώρες με τα λιγότερα θύματα παγκοσμίως. Αν, μάλιστα, στην τελευταία φάση της η αντιπολίτευση έδειχνε μεγαλύτερη υπευθυνότητα και λιγότερο… ρίσκο στο κάλεσμα σε διαδηλώσεις, ίσως τα αποτελέσματα να ήσαν ακόμα καλύτερα. Και επαναλαμβάνω, το “σήμερα” της Ελλάδας, στο οποίο αναφερθήκατε στην ερώτησή σας, το ζηλεύουν πολλές ευρωπαϊκές χώρες».

Το μεγάλο ζητούμενο, κύριε υπουργέ, είναι εφόσον μπει τέλος στον εφιάλτη που ζούμε, ποια θα είναι η «επόμενη μέρα». Πώς, δηλαδή, η κυβέρνηση σχεδιάζει την «επόμενη μέρα», έτσι ώστε να μη βρεθούμε μπροστά σε δυσάρεστες εκπλήξεις.

«Το εμβόλιο είναι το καλύτερο όπλο που έχουμε απέναντι στην πανδημία. Με δεδομένη την επιτυχία του εμβολιαστικού προγράμματος, έχουμε τη δυνατότητα να σχεδιάζουμε την επόμενη μέρα. Το μεγαλύτερο όπλο της κυβέρνησης για την επόμενη μέρα είναι η αυξημένη αξιoπιστία της στα διεθνή fora. Δεν είναι τυχαία η δεύτερη συνεχόμενη αναβάθμιση της χώρας μας από το διεθνή Οίκο Standard and Poor’s. Δεν μένουμε, όμως, σε αυτό. Θέτουμε σε εφαρμογή το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης, από το οποίο υπολογίζουμε ότι ποσά ύψους 56 δισ. ευρώ θα πέσουν στην εθνική Οικονομία, ανοίγοντας το δρόμο για ένα ασφαλές και ελπιδοφόρο αύριο για την ελληνική Οικονομία».

Σε ό,τι αφορά τον τομέα σας. Με ποιο τρόπο θα υποστηρίξετε τους αγρότες που έχουν πληγεί και με τι εργαλεία θα ενισχύσετε κυρίως τους νέους αγρότες. Υπάρχει «νέα εποχή» για τον αγροτικό και κτηνοτροφικό τομέα;

«Και στον πρωτογενή τομέα τα πράγματα είναι ελπιδοφόρα. Στόχος μας είναι να αναδείξουμε την Αγροτική Οικονομία στη θέση που της αξίζει και να πρωταγωνιστήσει στην ανάκαμψη της εθνικής Οικονομίας. Η υγειονομική κρίση έδειξε ότι μπορούμε να ζήσουμε χωρίς πολλά από όσα μέχρι σήμερα θεωρούσαμε δεδομένα. Δεν μπορούμε, όμως, να ζήσουμε χωρίς τα προϊόντα της γης. Γι’ αυτό το λόγο, στηρίζουμε τον αγροτικό κόσμο σήμερα, σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία. Αλλά δημιουργούμε και τις προϋποθέσεις για να αναπτυχθεί αύριο, στην επόμενη μέρα. Στο Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης περιλαμβάνονται 800 εκατ. ευρώ για την Αγροτική Οικονομία. Στην πράξη, όμως, τα χρήματα θα είναι είναι πολύ περισσότερα, αφού είτε θα χρησιμοποιηθούν ως βάση για συμπράξεις μέσω ΣΔΙΤ είτε θα προκαλέσουν μόχλευση σημαντικά μεγαλύτερων ποσών. Επί παραδείγματι, τα 250 εκατ. ευρώ που προβλέπονται για εγγειοβελτιωτικά έργα αναμένεται να κινητοποιήσουν επιπλέον κεφάλαια της τάξεως των 750 εκατ, άρα μιλάμε συνολικά για έργα της τάξεως του 1 δισ. στο συγκεκριμένο τομέα. Στο σχεδιασμό μας, ως ΥΠΑΑΤ, συμπεριλαμβάνουμε και το 1,6 δισ. ευρώ του Προγράμματος Αγροτικής Ανάπτυξης κατά τη μεταβατική περίοδο 2021-2022, καθώς και το τεράστιο οπλοστάσιο της νέας ΚΑΠ που ξεπερνά τα 19,3 δισ. ευρώ, για την οποία η Ελλάδα, μαζί με μία ομάδα χωρών, δίνει μάχη για να καταλήξουμε το συντομότερο δυνατό σε συμφωνία».

Από την έντυπη έκδοση της «Βραδυνής της Κυριακής»

Δείτε επίσης