Χρήστος Κούρτογλου στη «ΒτΚ»: «Να μένουμε πιστοί σε αυτό που είμαστε»
«Εκτιμώ την ειλικρίνεια, την αμεσότητα και την ευγένεια. Απεχθάνομαι την “πονηριά”, φοβάμαι το ενδεχόμενο μίας ανολοκλήρωτης ζωής»
Ο Χρήστος Κούρτογλου, ένας νέος ποπ-έντεχνος μουσικοσυνθέτης και ηθοποιός, με σπουδές στο Τραγούδι και την Υποκριτική μιλάει στη «Βραδυνή της Κυριακής».
Από πολύ μικρή ηλικία θυμάται να κλείνεται στο δωμάτιό του και με μία ηλεκτρική κιθάρα-παιχνίδι και έναν μαρκαδόρο για μικρόφωνο να δίνει συναυλίες στο πολυπληθές κοινό του.
Αναλυτικά η συνέντευξη του Χρήστου Κούρτογλου στη «ΒτΚ»:
Κύριε Κούρτογλου, πώς και πότε ξεκίνησε η αγάπη σας για τη Μουσική, αλλά και την Υποκριτική, την οποία σπουδάσατε;
«Αγαπώ τη Μουσική από πάντα! Από μικρός έπαιζα τον μουσικό και προσπαθώ και σήμερα να το αντιμετωπίζω σαν παιχνίδι όταν ξεπροβάλλει το άγχος της δημιουργίας. Η Υποκριτική εμφανίστηκε πρώτη φορά στο Γυμνάσιο, όπου ο κολλητός μου ήταν μέλος θεατρικής ομάδας.
Επανήλθε στη Δευτέρα Λυκείου, όπου μπήκαμε μαζί στη θεατρική ομάδα του σχολείου. Αποφάσισα να σπουδάσω Υποκριτική σκεπτόμενος πως θα με βοηθήσει πολύ και στον μουσικό κόσμο. Σπούδασα στην “Πράξη 7”».
Τελικά , γιατί δεν πήγατε στην Αγγλική Φιλολογία που σκεφτόσασταν;
«Ο μόνος λόγος που σκέφτηκα να ακολουθήσω την Αγγλική Φιλολογία ήταν σαν δίχτυ ασφαλείας. Μου ήταν πολύ καθαρό από νωρίς ότι χρειάζομαι να με συνδέει το πάθος και η αγάπη με ένα αντικείμενο για να ασχοληθώ σε βάθος χρόνου μαζί του. Είπα όλα για όλα και ακολούθησα αποκλειστικά το καλλιτεχνικό μονοπάτι».
Η Υποκριτική σάς βοήθησε ως ερμηνευτή τραγουδιών; Δεν σκεφτήκατε να συνεχίσετε ως ηθοποιός;
«Με βοήθησε πάρα πολύ όχι μόνο ως ερμηνευτή, αλλά και ως δημιουργό, δίνοντας βάρος στην αφήγησης μίας ιστορίας. Πώς θα έλεγα εγώ μία ιστορία, πώς κάποιος άλλος, γιατί θα την έλεγα έτσι, για ποιον λόγο, σε ποιον θα την απεύθυνα; Σταδιακά πιστεύω θα ξαναμπεί στη ζωή μου η Υποκριτική. Ίσως πάρει ώθηση από τον μουσικό μου εαυτό!».
Με τι μουσικά ακούσματα μεγαλώσατε;
«Συχνά ακουγόταν λαϊκή μουσική. Η πρώτη μου πιο συγκεκριμένη ανάμνηση, όμως, είναι να ζητάω από τους γονείς μου να βάλουν να ακούσουμε στο αυτοκίνητο τα “Συντρίμμια” της Βανδή.
Τώρα, πώς και γιατί, ακόμα δεν ξέρω ούτε εγώ… Καθώς μεγάλωνα, άρχισα να ακούω ξένη ποπ, επηρεασμένος από διάφορα παιδικά της Disney.
Αργότερα, έμαθα πολλούς ξένους καλλιτέχνες από διασκευές του Glee. Η ουσιαστική επαφή με την ελληνική μουσική ήρθε στην εφηβεία, με τα μαθήματα Μουσικής, όπου άρχισαν να αλλάζουν πολλά».
Αγαπημένος ξένος τραγουδιστής που να σας αντιπροσωπεύει και να θέλατε να βρεθείτε μαζί του στη σκηνή;
«Τελευταία ακούω πολύ και με εμπνέουν οι Dua Lipa, Lorde, Florence, The Nationals, Of Monsters and Men, Billie Eilish και άλλοι πολλοί…».
Γράφετε όμως ελληνικό στίχο, αν και ακούγατε ξένη μουσική. Πόσο δύσκολος είναι ο ελληνικός στίχος;
«Είναι πολύ δύσκολο, αλλά με εξιτάρει! Η ελληνική γλώσσα έχει άπειρες λέξεις που μπορούν να χρησιμοποιηθούν με αμέτρητους τρόπους, και αυτό με γοητεύει πολύ.
Έχει δυσκολία να μεταφέρεις ένα σύνθετο νόημα, χρησιμοποιώντας τις “κατάλληλες” λέξεις ώστε να μην βαρύνει ο ήχος και να μην είναι επιτηδευμένο το αποτέλεσμα.
Να μην είναι ένας στίχος γεμάτος όμορφες, δύσκολες, “μεγάλες” λέξεις, ούτε και απλοϊκός. Να είναι άμεσος, να φέρει ουσία, αλήθεια».
Όταν γράφετε ένα τραγούδι έχετε στο μυαλό σας ποιος καλλιτέχνης θα το πει;
«Προς το παρόν, δεν με απασχολεί πολύ αυτό. Έχω στο μυαλό μου να τηρήσω, όσο μπορώ, όλα τα παραπάνω. Μέχρι τώρα έχω γράψει μόνο ένα τραγούδι για άλλον καλλιτέχνη, για τη Μαρία Κουτσουρλή, και αυτό απλώς προέκυψε.
Γράφοντας ένα τραγούδι μού ήρθε στο μυαλό η φωνή της, και ξαφνικά ήξερα για ποιον προοριζόταν, και αυτό με βοήθησε, τελικά, στο να το συνεχίσω και να το ολοκληρώσω!».
Αν δεν είχατε γίνει καλλιτέχνης τι θα θέλατε να είστε και γιατί;
«Ψυχολόγος. Φαίνεται να έχω μία ευαισθησία, καλή αντίληψη και έντονο ένστικτο όσον αφορά στις συμπεριφορές και τις ενέργειες των ανθρώπων γύρω μου».
Η πρώτη σας σύνθεση ποιά ήταν;
«Το πρώτο τραγούδι που έγραψα ήταν το 2018. Είχα χωρίσει, ήταν καλοκαίρι και ο ψυχοθεραπευτής μου, μου είχε προτείνει να μάθω κιθάρα. Ήξερα τρία ακόρντα, και ένα απόγευμα που προσπαθούσα να ενώσω τα κομμάτια μου έγραψα το “Κράτα Με Γερά”, κάτι μεταξύ του “Έλα Σε Εμένα” του Μ. Χατζιδάκι και του “Πάμε Μια Βόλτα” της Μ. Ρίζου».
Πιστεύετε ότι όσες περισσότερες εμπειρίες έχει ένας καλλιτέχνης στη ζωή του τόσο περισσότερα μπορεί να προσφέρει στο έργο του;
«Σίγουρα! Αυτό που κάνουμε είναι να διηγούμαστε ιστορίες. Όσες περισσότερες ζεις και ανοίγεις τους ορίζοντές σου τόσο εμπλουτίζεις τη “βιβλιοθήκη” σου!».
Έχετε πει πως το τραγούδι «Ένας άνθρωπος μικρός» το γράψατε σε μία περίοδο που δεν νιώθατε ο εαυτός σας. Τι μήνυμα θέλατε να περάσετε;
«Ήθελα να παρακινήσω μέσα από το δικό μου βίωμα, να μένουμε πιστοί σε αυτό που είμαστε και σε ό,τι θέλουμε να γίνουμε, να μην πετάμε τον εαυτό μας και τις αξίες μας χάρη συνθηκών».
Τα συναισθήματά σας πάνω στη σκηνή;
«Είμαι εκεί που ανήκω σε πλήρη ευθυγράμμιση με όσα εμπεριέχω!»,
Έχετε κάποιο μότο για να ξεπερνάτε τις δύσκολες στιγμές;
«“Μόλις το ξεπεράσω, κάπως θα το κάνω τραγούδι!”».
Σε έναν έρωτα πρέπει να προστατεύουμε τον εαυτό μας, ή να τα δίνουμε όλα;
«Έχεις στον πραγματικό έρωτα την επιλογή να μην τα δώσεις όλα;».
Τι δεν σας αρέσει και τι σας προβληματίζει στην εποχή μας, ως νέος που είστε;
«Η βιασύνη να απορρίψουμε κάτι και η έλλειψη χρόνου και ενσυναίσθησης να συνδεθούμε με τον εύθραυστο εαυτό μας. Αλλά είμαι αισιόδοξος».
Τι δεν θα προδίδατε ποτέ από τα πιστεύω σας;
«Την καλοσύνη».
Πώς φαντάζεστε τον… Χρήστο σε δέκα χρόνια;
«Γεμάτο μουσική, θέατρο, ταξίδια και ευτυχία».
Τι νέο έχετε ετοιμάσει και πότε θα σας απολαύσουμε σε κάποιο live;
«Πρόσφατα κυκλοφόρησε το δεύτερο single “Βόλτα Με Αμάξι” από το άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει το φθινόπωρο και ετοιμάζουμε το τρίτο τραγούδι για Σεπτέμβριο. Στις 27 Αυγούστου θα παίξουμε πρώτη φορά στην πόλη μου, στη Βέροια. Ανυπομονώ!».
Ποιός είναι ο Χρήστος Κούρτογλου
Ο Χρήστος Κούρτογλου είναι ένας νέος ποπ-έντεχνος μουσικοσυνθέτης και ηθοποιός, που μεγάλωσε στη Βέροια και έχει ως βάση του την Αθήνα.
Έχει σπουδάσει Τραγούδι στην Αντωνιάδειο Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Βέροιας, και Υποκριτική στην Ανώτερη Δραματική Σχολή «Πράξη Επτά».
Παίζει κιθάρα, πιάνο και γιουκαλίλι, ενώ πειραματίζεται με «εναλλακτικούς» και ηλεκτρονικούς ήχους.
Από πολύ μικρή ηλικία θυμάται να κλείνεται στο δωμάτιό του και με μία ηλεκτρική κιθάρα-παιχνίδι και έναν μαρκαδόρο για μικρόφωνο να δίνει συναυλίες στο πολυπληθές κοινό του.
Θα ήθελε να ζήσει στη Νέα Υόρκη σε ένα ερείπιο loft, κυνηγώντας το όνειρο να παίξει μία ημέρα στο Μπροντγουέι και να παρευρεθεί στα Grammys (ως υποψήφιος φυσικά). Έχει «κόλλημα» με τα φυτά, ξέρει τα πάντα και έχει έρωτα με τις τουλίπες.