Μάξιμος Μουμούρης στη «ΒτΚ»: «Τα όνειρα είναι η μοναδική πορεία προς την αλήθεια»

«Ύστερα από χρόνια μπορώ να αντιληφθώ πως το να είναι κανείς γονιός είναι η πιο σημαντική προϋπόθεση για εξέλιξη»

Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»

Ο Μάξιμος Μουμούρης, ηθοποιός, σκηνοθέτης και διευθυντής της Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης Αγ. Βαρβάρας «Ιάκωβος Καμπανέλλης μιλάει για όλα σε συνέντευξή του στη «Βραδυνή της Κυριακής».

Το θέατρο, η τηλεόραση, η οικογένεια και πολλά άλλα στην εφ’ όλης της ύλης συνέντευξη του Μάξιμου Μουμούρη.

PGRpdiBzdHlsZT0iIiBjbGFzcz0ibW9iaWxlX2Jhbm5lciBiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCgkJCTxkaXYgaWQ9J3ZyYWRpbmlfUFInIGNsYXNzPSJiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCiAgPHNjcmlwdD4NCiAgICBnb29nbGV0YWcuY21kLnB1c2goZnVuY3Rpb24oKSB7IGdvb2dsZXRhZy5kaXNwbGF5KCd2cmFkaW5pX1BSJyk7IH0pOw0KICA8L3NjcmlwdD4NCjwvZGl2PgkJCTwvZGl2Pg==

Αναλυτικά η συνέντευξη του Μάξιμου Μουμούρη στη «ΒτΚ» παρακάτω:

Κύριε Μουμούρη, σας απολαμβάνουμε και στο Θέατρο και στην Τηλεόραση. «Πλατόνοφ» στο Θέατρο, «Τόπος Αλλού» και «Γη της ελιάς» στην Τηλεόραση. Πείτε μας για το ρόλο σας στο «Πλατόνοφ» και για το έργο…

«Στο “Πλατόνοφ” υποδύομαι τον ομώνυμο ρόλο και πρόκειται για την πρώτη μεγάλης έκτασης άσκηση του Άντον Τσέχοφ επάνω στο ζήτημα της απόγνωσης και της αδυναμίας του ανθρώπου να ζήσει μια πραγματική ζωή.

Οι ήρωες στο έργο “ξυπνούν” από μία ακόμα μακρά ρωσική χειμερία νάρκη και αναζητούν, όπως ακριβώς τα ζώα, να ικανοποιήσουν τα βασικά τους ένστικτα. Αναζητούν, επίσης, και την επικοινωνία, την σχέση με τους άλλους (σωματική, ερωτική). Ο Πλατόνοφ είναι χαρακτήρας που στηλιτεύει όλα τα κακώς κείμενα της Ρωσίας του τέλους του 19ου αιώνα, αλλά και τον συν-άνθρωπο και τις φοβίες του.

Μιλάει τη γλώσσα της αλήθειας για το πόσο τελματωμένη είναι η ζωή όλων των ηρώων, αλλά πάνω από όλα, με τον αυτοσαρκασμό, που τοποθετεί τον εαυτό του στην κορυφή του βουνού της απόγνωσης και του φόβου προς τη ζωή».

Ο Τσέχοφ έγραψε το «Πλατόνοφ» το 1878, ήταν το πρώτο του έργο. Τι ήθελε να πει τότε, και τι θέλει να περάσει στο θεατή του σήμερα ο σκηνοθέτης του Νίκος Καμτσής;

«Σίγουρα δεν μπορώ να ξέρω τι ήθελε να πει ο Τσέχοφ τότε, αλλά, μπορώ να αντιληφθώ πώς επηρεάζει το σημερινό άνθρωπο, και υπάρχει κάτι κοινό. Η μη συνειδητή πορεία του ανθρώπου προς τις συνήθειες, τις έξεις, σε έναν τρόπο ζωής που τον απομακρύνει από την πραγματική ζωή.

Αν ακούσεις πραγματικά το λόγο του Τσέχοφ, εν γένει στα έργα του, το μόνο σίγουρο είναι πως γυρίζει σε όλους τους ήρωές του έναν καθρέφτη, και ενώ κοιτάνε μέσα, δεν βλέπουν αυτό που πρέπει, γιατί τους είναι δύσκολο να το αποδεχθούν.

Όταν μία παράσταση είναι απλή και εύγλωττη, τόσο πιο απλά και ανώδυνα αυτός ο καθρέφτης “στρίβει” και προς το θεατή. Με αυτήν την πρόθεση στήθηκε και σκηνοθετήθηκε η δική μας παράσταση».

Εσείς τι θαυμάζετε στον ήρωα που υποδύεστε; Έχετε κάτι κοινό με αυτόν;

«Κανένα, παρά μόνο κάποιες ίδιες σκέψεις που έκανα κατά καιρούς. Νομίζω με αφορμή το έργο και τη δουλειά επάνω και μαζί με το κείμενο, αυτές οι σκέψεις πολλαπλασιάστηκαν και αποδίδουν μικρούς καρπούς.

Δεν ξέρω αν θαυμάζω τον Πλατόνοφ, σίγουρα όμως θαυμάζω τον Τσέχοφ, που από τόσο νεαρή ηλικία αντιλήφθηκε τη σημασία του χιούμορ και του τραγικού, ταυτόχρονα στον ίδιο ήρωα.

Είναι τρομερά ανακουφιστικό το ότι ο Πλατόνοφ δεν βουλιάζει στην τραγική του ύπαρξη αμαχητί, προσπαθεί να κρατηθεί από τη ζωή μέσα από το χιούμορ, το απεγνωσμένο μεν, αλλά ζωτικό χιούμορ».

Στο πολύ δημοφιλές «Η Γη της ελιάς», με τον Κωνσταντίνο που υποδύεστε, έχετε κάτι κοινό;

«Εκεί και αν διαφέρουμε… Όμως, ο Κωνσταντίνος είναι ένα παράδειγμα ήρωα που παλεύει με δύο ζωές και προσπαθεί να τα βγάλει πέρα. Αν έχουμε κάτι κοινό είναι πως μας αρέσει η οικογένεια».

Θα μας αποκαλύψετε κάτι για το τι θα επακολουθήσει;

«Νομίζω πως το παρελθόν του, που ήταν πολύ έντονο και βίαιο, θα του χτυπήσει ξανά την πόρτα, ενοχλώντας τον πλέον, σαν να του ζητάει μία τελευταία πληρωμή».

Έχετε παίξει από αρχαία τραγωδία μέχρι κλασικούς και σύγχρονους συγγραφείς. Ποιο ήταν το έργο που σας καθιέρωσε;

«Όλα μαζί με διαμορφώνουν και θα συνεχίσουν να με διαμορφώνουν ως ηθοποιό και σκηνοθέτη. Υπάρχουν πολλές ευτυχείς συνεργασίες που μου έδωσαν περισσότερο κουράγιο, αυτές θυμάμαι πιο πολύ».

Ποια είναι η μεγαλύτερη παγίδα που μπορεί να πέσει ένας ηθοποιός;

«Να επαναλαμβάνεται χωρίς να δουλεύει για να είναι κάθε μέρα σε κάθε παράσταση νέος, φρέσκος και όλα από την αρχή. Ξανά και ξανά. Με βοηθάει, πλέον, να θυμάμαι πως πρέπει να ξεχάσω πώς ήμουν χθες, και να βρίσκω τρόπους να κάνω επανεκκινήσεις. Τίποτα δεν πρέπει να είναι δεδομένο στη σκηνή, ακόμα και εκείνα που μοιάζουν κατεκτημένα».

Δημοφιλής, ταλαντούχος, ευτυχισμένος πατέρας και σύζυγος. Παντρεμένος με τη δικηγόρο και πολιτικό Νάντια Γιαννακοπούλου χρόνια. Συνδυάζεται η Πολιτική με την Καλλιτεχνία;

«Είναι δύο πτυχές της κοινωνικής αλλά και πνευματικής ζωής εξίσου σημαντικές, και ως αντίθετα είναι και συμπληρωματικά. Έτσι νιώθω και με τη Νάντια».

Τι θα θέλατε να πείτε στη γυναίκα σας, που δεν της το έχετε πει;

«Νομίζω πως θα την αδικούσα αν το έλεγα πρώτα σε κοινό και όχι σε εκείνη. Κάτι που το ξέρει ήδη, είναι πως τη θαυμάζω».

Πόσο σας άλλαξε η πατρότητα;

«Ύστερα από χρόνια, μπορώ να αντιληφθώ πως το να είναι κανείς γονιός είναι η πιο σημαντική προϋπόθεση για εξέλιξη. Είναι μία αδιαμφισβήτητη ευκαιρία να γίνεις πραγματικά άνθρωπος, και αυτό συμβαίνει μέσα από την υποχρέωση, τη δέσμευση, που σε αναγκάζει να ωριμάσεις.

Η ανιδιοτελής αγάπη που δέχεσαι από τα παιδιά έρχεται και ολοκληρώνει τα πάντα. Αν δεν τα φοβηθείς όλα αυτά, τότε η πορεία, αν και δύσκολη, είναι μόνο όμορφη».

Μισός Έλληνας, μισός Ιταλός δηλαδή;

«Εδώ γεννήθηκα, μεγάλωσα, σπούδασα και έκανα οικογένεια. Εδώ είναι η ζωή μου και νιώθω πως ζω στην ομορφότερη χώρα του κόσμου. Η Ιταλία, ωστόσο, με έχει δέσει με ένα λάστιχο, και συχνά πυκνά με τραβάει κοντά της. Κάθε φορά που πηγαίνω, νιώθω οικεία».

Έχετε πιο πολύ το ταμπεραμέντο του Έλληνα ή του Ιταλού;

«Νομίζω πως το πνεύμα είναι ιταλικό, της μητέρας μου, και η επιμονή ελληνική».

Και ο… Μάσσιμο –στα ιταλικά– τι εκτιμά, τι αποστρέφεται, τι φοβάται;

«Φοβάται μήπως κάποια στιγμή σταματήσει να αναζητά τη ζωή μέσα από την επίγνωση των πραγμάτων και τη συνειδητότητα».

Άλλα σχέδια προσεχώς;

«Θα σκηνοθετήσω το έργο του Μιχάλη Μαλανδράκη “Όνειρα γλυκά”, στο θέατρο “Τόπος Αλλού”, θα πάρουμε τη σκυτάλη δηλαδή από τον «Πλατόνοφ». Είμαστε ήδη στις πρόβες με τους ηθοποιούς, τη Γιασεμί Κηλαηδόνη, τον Δημήτρη Σέρφα και τον Νίκο Μπουκουβάλα.

Είμαι πολύ χαρούμενος, τόσο γιατί συνεργάζομαι με δύο νέους ηθοποιούς που τελείωσαν τη Δραματική Σχολή του Δήμου Αγίας Βαρβάρας τη χρονιά που ανέλαβα τη διεύθυνση της Σχολής, όσο και για την ευκαιρία να δουλέψω ξανά με τη Γιασεμί, την οποία εκτιμώ ιδιαίτερα ως άνθρωπο και ηθοποιό».

Μία ευχή σας για τη νέα χρονιά;

«Να πλησιάζουμε όλο και πιο κοντά στα όνειρά μας, γιατί είναι η μοναδική πορεία προς την αλήθεια».

Ποιός είναι ο Μάξιμος Μουμούρης

Ο Μάξιμος Μουμούρης, ηθοποιός, σκηνοθέτης και διευθυντής της Ανώτερης Σχολής Δραματικής Τέχνης Αγ. Βαρβάρας «Ιάκωβος Καμπανέλλης», γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976.

Ο πατέρας του είναι Έλληνας, ενώ η μητέρα του Ιταλίδα. Αποφοίτησε από το τμήμα ΜΜΕ και Επικοινωνίας του Παντείου, και παράλληλα σπούδασε και Υποκριτική στη Δραματική Σχολή Βεάκη.

Από το 2008 είναι παντρεμένος με την πολιτικό Νάντια Γιαννακοπούλου –με την οποία γνωρίστηκαν στο σχολείο– και έχουν αποκτήσει τρεις κόρες. Ντροπαλός και ελάχιστα εξωστρεφής και δυναμικός στην εφηβεία του, επέλεξε την Υποκριτική για να αναπτύξει εκείνα τα στοιχεία που του έλειπαν.

«Όλες οι καταστάσεις στη ζωή είναι “win-win”, ακόμα και αυτές που δεν μοιάζουν καθόλου για τέτοιες», είναι το μότο του για να ξεπερνά τις δυσκολίες.

Το φθινόπωρο θα τον δούμε ως Κολοκοτρώνη στο έργο του Γιάννη Σμαραγδή «Καποδίστριας».

Ίσως σας ενδιαφέρουν