Μανώλης Χριστοδουλάκης στη «ΒτΚ»: Η επιλογή Τασούλα είναι μνημείο εθνικής αναξιοπιστίας
«Θέλουμε μία κυβέρνηση δημοκρατική, μεταρρυθμιστική, προοδευτική. Και μία τέτοια κυβέρνηση δεν μπορεί να περιλαμβάνει δραχμιστές, παλιούς και νέους θαυμαστές του Τραμπ»

Την «αυτόνομη πορεία, με στόχο την αυτοδυναμία», έθεσε ως μοναδικό στόχο ο βουλευτής Ανατολικής Αττικής του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής Μανώλης Χριστοδουλάκης στη συνέντευξή του στη «Βραδυνή της Κυριακής», ξεκαθαρίζοντας ότι το ΠΑΣΟΚ δεν πρόκειται να συγκυβερνήσει σε καμία περίπτωση με τη Ν.Δ.
Όπως σημειώνει, «τo ΠΑΣΟΚ δεν εγκλωβίστηκε» στο ζήτημα του Προέδρου της Δημοκρατίας, επιδεικνύοντας «στάση θεσμικότητας και ευθύνης», ενώ αναφερόμενος στις δημοσκοπήσεις, στις οποίες το ΠΑΣΟΚ δείχνει μια κάμψη στα ποσοστά του, κάνει λόγο για «χρήσιμα εργαλεία, που δεν παύουν σε κάθε περίπτωση να είναι φωτογραφίες της στιγμής».
Αναλυτικά η συνέντευξη του Μανώλη Χριστοδουλάκη στη «ΒτΚ»:
Κύριε Χριστοδουλάκη, μήπως το ΠΑΣΟΚ «εγκλωβίστηκε» με τη «στάση αναμονής» που κράτησε για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και έπρεπε να προτείνει νωρίτερα πρόσωπο για το ύπατο αξίωμα της χώρας;
«To ΠΑΣΟΚ δεν εγκλωβίστηκε σε καμία περίπτωση, γιατί δεν είχε ποτέ στάση αναμονής. Είχε και έχει στάση θεσμικότητας και ευθύνης, όπως κάνει σε όλα τα μεγάλα ζητήματα.
Αυτό, άλλωστε, έχει αποδείξει στους ίδιους τους πολίτες με τις επιλογές του, ιδιαίτερα από τα δύσκολα χρόνια της κρίσης. Σύμφωνα με τη συνταγματική πρακτική, η πρωτοβουλία για την πρόταση του υποψηφίου ΠτΔ ανήκει στην κυβέρνηση.
Εμείς, ως υπεύθυνη και θεσμική αξιωματική αντιπολίτευση σεβαστήκαμε το προνόμιο αυτό, αλλά θέσαμε ταυτόχρονα τους αναγκαίους όρους ώστε το πρόσωπο που θα προταθεί, να εκφράζει τη συναίνεση, τον πλουραλισμό και, κυρίως, το σεβασμό στους δημοκρατικούς θεσμούς.
Γι’ αυτό επιμείναμεμέχρι την τελευταία στιγμή σε επιλογή προσώπου από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο, ώστε να αποτυπωθεί και σε επίπεδο συμβολισμού η πολιτική ισορροπία στη χώρα».
Δεν είναι μία επικοινωνιακή ήττα για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που ο κ. Γιαννίτσης που προτείνατε, έρχεται τρίτος στη σειρά στη ψηφοφορία στη Βουλή, πίσω και από την κ. Κατσέλη που πρότεινε ο ΣΥΡΙΖΑ;
«Όχι, γιατί το ΠΑΣΟΚ δεν αντιλαμβάνεται το θεσμό του ΠτΔ ως πεδίο κομματικού ανταγωνισμού. Ο κ. Μητσοτάκης έκανε τη δική του επιλογή.
Μία επιλογή-μνημείο θεσμικής αναξιοπιστίας όταν μέχρι και την τελευταία στιγμή της εκπνοής των καθηκόντων του, η επιλογή του για το ρόλο του ΠτΔ, ο κ. Τασούλας, υπέγραφε αποφάσεις που αφορούσαν αποκλειστικά και μόνο την εκλογική του περιφέρεια, με τον προϋπολογισμό της ελληνικής Βουλής.
Πρόκειται για μία βαθιά παλαιοκομματική αντίληψη, μία πέρα για πέρα αλαζονική συμπεριφορά που αποδεικνύει την πλήρη έλλειψη ενσυναίσθησης αναφορικά με το ρόλο που θα κληθεί να εκπροσωπήσει.
Εκ διαμέτρου αντίθετη είναι η δική μας επιλογή. Γιατί, πολύ απλά, ο Τάσος Γιαννίτσης εκπροσωπεί μία άλλη Ελλάδα. Για μας, η υποψηφιότητά του συμβολίζει τον τρόπο που θέλουμε να κυβερνήσουμε».
Τις προηγούμενες ημέρες υπήρξαν διάφορες δηλώσεις στελεχών σχετικά με τις μετεκλογικές συνεργασίες. Υπάρχουν διαφορετικές «γραμμές» για τη στρατηγική του κόμματος την επόμενη μέρα, εφόσον το ΠΑΣΟΚ κερδίσει τις εκλογές;
«Το ΠΑΣΟΚ έχει μία και μόνο στρατηγική για τις επερχόμενες εθνικές εκλογές. Και αυτή είναι αυτόνομη πορεία με στόχο την αυτοδυναμία.
Αυτός είναι και ο μόνος στόχος που συντάσσεται με τις αποφάσεις των συνεδρίων του Δημοκρατικού μας Κινήματος, αλλά και με την ουσία των δηλώσεων του ίδιου του προέδρου μας Νίκου Ανδρουλάκη.
Ότι δηλαδή δεν πρόκειται να συγκυβερνήσουμε σε καμία περίπτωση με τη Ν.Δ., γιατί θέλουμε να είμαστε άλλος πόλος, η προοδευτική εναλλακτική για τη διακυβέρνηση του τόπου.
Άλλωστε, με τη Ν.Δ. έχουμε μεγάλες ιδεολογικές και προγραμματικές διαφωνίες και εκφράζουμε ένα διαφορετικό ήθος στη δημόσια ζωή. Θέλουμε μία κυβέρνηση δημοκρατική, μεταρρυθμιστική, προοδευτική.
Και μία τέτοια κυβέρνηση δεν μπορεί να περιλαμβάνει δραχμιστές, παλιούς και νέους θαυμαστές του Τραμπ και όσους ψηφίζουν τον προϋπολογισμό και τον ΠτΔ μαζί με τους οπαδούς του Ηλία Κασιδιάρη».
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις η Ν.Δ. αυξάνει τις δυνάμεις της, ενώ το ΠΑΣΟΚ παρουσιάζει κάμψη στα ποσοστά του. Πώς το εξηγείτε;
«Η πολιτική, όπως και η ίδια η ζωή, δεν είναι σπριντ, αλλά μαραθώνιος. Αντιστοίχως και οι δημοσκοπήσεις είναι μεν χρήσιμα εργαλεία, αλλά δεν παύουν σε κάθε περίπτωση να είναι φωτογραφίες της στιγμής.
Το ΠΑΣΟΚ έχει επιλέξει να πολιτεύεται με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που έχουμε συνηθίσει. Έχει επιλέξει να μην τάζει τα πάντα σε όλους, να μην επενδύει στην στείρα άρνηση και την αντιδραστική ψήφο. Ο δικός μας δρόμος είναι ο δρόμος της δημιουργικής και προγραμματικής αντιπολίτευσης.
Είναι αυτό το μονοπάτι που μας έφερε στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, και στο Κοινοβούλιο και στις δημοσκοπήσεις, όταν η Ν.Δ. έχει απωλέσει πάνω από 10 ποσοστιαίες μονάδες.
Γι’ αυτό με σίγουρα και σταθερά βήματα προς τα εμπρός, φιλοδοξούμε να ξαναγίνουμε ο κορμός της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης και να αλλάξουμε τη χώρα προς το καλύτερο».
Η κυβέρνηση σας κατηγορεί συνεχώς πως «δεν έχετε κοστολογημένο πρόγραμμα». Εσείς τι απαντάτε σε αυτή την κριτική;
«Στο ΠΑΣΟΚ, ήδη από την αρχή της πληθωριστικής κρίσης, προτείναμε μία σειρά θεσμικών παρεμβάσεων και έκτακτων δημοσιονομικών μέτρων, με στόχο να στηρίξουμε τους πολίτες που δουλεύουν σκληρά και βλέπουν το εισόδημά τους να εξαϋλώνεται στα μέσα κάθε μήνα. Η Ν.Δ. δυστυχώς, επιμένει να βαφτίζει κάθε πρότασή μας ως “λαϊκισμό”.
Έτσι, είναι “λαϊκισμός” το ζήτημα των προμηθειών των τραπεζών,το ύψος των ιδιωτικών ασφαλίστρων που αυξήθηκε με τις νομοθετικές παρεμβάσεις του κ. Γεωργιάδη, και η ανάγκη νομοθετικής ρύθμισης των δανείων σε ελβετικό φράγκο.
Είναι “ανευθυνότητα” να ασκείς κριτική για το χαρισμένο 1 εκατ. ευρώ από τα λεφτά των Ελλήνων φορολογούμενων στη χρηματοδότηση της απομίμησης της Χρυσής Αυγής στο Ελληνικό Κοινοβούλιο και η εισήγηση για την έκτακτη μείωση του ΦΠΑ όταν ο κ. Μητσοτάκης προεκλογικά υποσχόταν ότι θα το μειώσει μόνιμα και οριζόντια, σε μία πολύ πιο δύσκολη δημοσιονομική συγκυρία.
Όλα αυτά, και κυρίως οι ατυχείς νομοθετικές παρεμβάσεις της Ν.Δ. που έρχονται σε συνέχεια των προτάσεών μας, αποδεικνύουν δύο πράγματα. Την προγραμματική μας σοβαρότητα και την παντελή έλλειψη σχεδίου και προοπτικής της κυβέρνησης».
*Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»