Η Ρωσία αποσύρεται από τη New Start - Μεγαλώνει η απειλή για την ειρήνη
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν έριξε στο τραπέζι το χαρτί των πυρηνικών, φέρνοντας τον κόσμο αντιμέτωπο με μια νέα κούρσα εξοπλισμών

Ο Βλαντιμίρ Πούτιν χρειαζόταν κάτι εντυπωσιακό για την ομιλία του προς το έθνος παραμονές της θλιβερής πρώτης επετείου από την έναρξη του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία στις 24 Φεβρουαρίου και το βρήκε.
Ανακοίνωσε την αποχώρηση της χώρας του από τη New Start για τον περιορισμό των στρατηγικών οπλοστασίων, ρίχνοντας στο τραπέζι το χαρτί των πυρηνικών και φέρνοντας τον κόσμο αντιμέτωπο με μια νέα κούρσα εξοπλισμών.
Παρότι πολλοί συσχέτισαν την απόφαση του αυτή με την αιφνιδιαστική επίσκεψη του Τζο Μπάιντεν στο Κίεβο, η αλήθεια είναι ότι επρόκειτο για μια προαναγγελθείσα κατάληξη. Η Ρωσία πολύ καιρο τώρα δεν επέτρεπε στις ΗΠΑ να πραγματοποιήσουν τις επιθεωρήσεις του πυρηνικού της οπλοστασίου, όπως προβλέπεται από τους όρους της New Start, ενώ απέφευγε να συναντηθεί μαζί τους στο πλαίσιο της Διμερής Συμβουλευτικής Επιτροπής (BCC), που είναι το όργανο εφαρμογής της συμφωνίας.
Επίσημα η δικαιολογία του Ρώσου προέδρου ήταν ότι οι αμερικανικές κυρώσεις εμποδίζουν τη Ρωσία να πραγματοποιήσουν τις αντίστοιχες επιθεωρήσεις στις ΗΠΑ. Επί της ουσίας αυτό που ήθελε ο Πούτιν ήταν να συζητηθεί η δυτική βοήθεια στην Ουκρανία στη BCC, αλλά οι ΗΠΑ ήταν κατηγορηματικά αντίθετες. Μετά και την προσφατη απόφαση της Δύσης για αποστολή βαρέων αρμάτων μάχης σε υποστήριξη των ουκρανικών δυνάμεων απέναντι στη ρωσική εισβολή και το γεμάτο συμβολισμούς ταξίδι του Αμερικανού ομολόγου του στην έδρα του αντιπάλου του δεν έχει πλέον καμιά σημασία.
Η συνθήκη New START υπεγράφη το 2010 και περιορίζει τον αριθμό των στρατηγικών πυρηνικών όπλων, που μπορούν να διατηρούν οι ΗΠΑ και η Ρωσία, οι οποίες αντιστοιχούν από κοινού στο 90% των πυρηνικών όπλων σε όλο τον κόσμο. Προβλέπει επίσης ότι οι δυο χώρες μπορούν να διατηρούν η καθεμία μέχρι 1.550 πυρηνικές κεφαλές σε διηπειρωτικούς βαλλιστικούς πυραύλους, υποβρύχια και στρατηγικά βομβαρδιστικά αεροπλάνα, όριο που αμφότερες έφτασαν το 2010. Η New Start, που τέθηκε σε ισχύ το 2011 και έλαβε 5ετή παράταση το 2021, καθορίζει επίσης τους όρους υπό τους οποίους γίνεται η επαλήθευση και η επιθεώρηση των πυρηνικών οπλοστασίων τους. Ανακοινώνοντας την αναστολή της συμμετοχής της Ρωσίας στη συνθήκη ο Πούτιν ξεκαθάρισε ότι στρατηγικά όπλα της Ρωσίας είναι σε ετοιμότητα και προειδοποίησε ότι η Μόσχα θα ξαναρχίσει τις πυρηνικές δοκιμές στην περίπτωση που η Ουάσιγκτον πράξει τα ανάλογα.
Άμεσα ο Άντονι Μπλίνκεν αντέδρασε κάνοντας λόγο για μια άτυχη και ανεύθυνη απόφαση του Ρώσου προέδρου, ενώ ο Γενς Στόλτενμπεργκ τόνισε ότι «ο Πούτιν δεν πρέπει να κερδίσει». Και το ερώτημα είναι, επίκειται πάτημα του κόκκινου κουμπιού από το Κρεμλίνο, τώρα που τίποτα δεν το «συγκρατεί» και η Ουάσιγκτον του έχει πετάξει το γάντι; Μια πυρηνική επίθεση, ακόμα κι αν πρόκειται για ένα τακτικό χτύπημα με έναν μικρής εμβέλειας και ισχύος πυρηνικό πύραυλο, δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα ενός ηγέτη που θέλει να παραμείνει στην πρώτη γραμμή της εξουσίας για καιρό ακόμα, όπως είναι ο Πούτιν.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ρωσική απόφαση της αποχώρησης δεν έκανε τον κόσμο ένα πιο επικίνδυνο μέρος, αφού ανέβασε την αβεβαιότητα στο κόκκινο. Όπως χαρακτηριστικά έγραψε στο Twitter o Τζον Γουλφσθαλ, ανώτερος σύμβουλος του Μπαράκ Ομπάμα για τον έλεγχο των όπλων και τη μη διάδοση στο εθνικό συμβούλιο ασφαλείας από το 2014 έως το 2017, η αλήθεια είναι ότι «οι ΗΠΑ εξακολουθούν να έχουν εκτεταμένη ικανότητα να παρακολουθούν τις ρωσικές πυρηνικές δυνάμεις, ακόμη και χωρίς να υπάρχει συνθήκη. Αλλά η απώλεια συμφωνιών θα αυξήσει την αβεβαιότητα και τις πιθανότητες παρεξήγησης, θα διογκώσει την αντίληψη της απειλής και θα επιταχύνει τον κούρσα των εξοπλισμών» σπρώχνοντας και άλλες δυνάμεις όπως η Κίνα, η Ινδία και το Πακιστάν να ενισχύσουν τα πυρηνικά τους οπλοστάσια.