Οι Ιταλοί που αγαπούν τον Πούτιν

Ακόμη και μετά την εισβολή στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο έχει ακόμα φίλους στην Ιταλία, γράφει το Politico σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Ιταλία και Ρωσία: Ένας έρωτας που δεν έχει τελειώσει»

Όταν ο Ουκρανός πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσι απευθύνθηκε στο ιταλικό κοινοβούλιο τον Μάρτιο, ο αριθμός των κενών εδρών ήταν εμφανής.

Υπολογίζεται ότι ένας στους τρεις βουλευτές δεν παρευρέθηκαν. Οι απουσίες ήταν ένα ξεκάθαρο σημάδι ότι, ακόμη και μετά την εισβολή στην Ουκρανία, το Κρεμλίνο έχει ακόμα φίλους στην Ιταλία, γράφει το Politico σε άρθρο του υπό τον τίτλο «Ιταλία και Ρωσία: Ένας έρωτας που δεν έχει τελειώσει».

Αν και η ιταλική ρωσοφιλία αποδίδεται συχνά στη δύναμη του Κομμουνιστικού Κόμματος και τις στενές σχέσεις με τη Μόσχα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι λαϊκιστές σε όλο το πολιτικό φάσμα βλέπουν με καλό μάτι τον Πούτιν. Πράγματι, υπάρχει ένα συμπαγές μπλοκ δεξιών και αριστερών στο κοινοβούλιο της Ρώμης που αντιδρά συνεχώς στην αποστολή όπλων στην Ουκρανία και είναι ενάντια των κυβερνητικών σχεδίων για αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, πυροδοτώντας εντάσεις στον κυβερνητικό συνασπισμό του πρωθυπουργού Μάριο Ντράγκι.

PGRpdiBzdHlsZT0iIiBjbGFzcz0ibW9iaWxlX2Jhbm5lciBiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCgkJCTxkaXYgaWQ9J3ZyYWRpbmlfUFInIGNsYXNzPSJiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCiAgPHNjcmlwdD4NCiAgICBnb29nbGV0YWcuY21kLnB1c2goZnVuY3Rpb24oKSB7IGdvb2dsZXRhZy5kaXNwbGF5KCd2cmFkaW5pX1BSJyk7IH0pOw0KICA8L3NjcmlwdD4NCjwvZGl2PgkJCTwvZGl2Pg==

Η Μπιάνκα Λάουρα Γκρανάτο, γερουσιαστής από το Alternativa, ένα κόμμα που αποτελείται από πρώην μέλη του λαϊκιστικού Κινήματος 5 Αστέρων, ευρύτερα γνωστή από τη θέση της κατά του εμβολίου για τον κορωνοϊό, χαρακτήρισε το κοινοβούλιο «δουλοπρεπή κλίκα» που φιλοξενεί τον Ζελένσκι και επέμεινε σε ανάρτηση της στο Telegram ότι στο ιταλικό κοινοβούλιο πρέπει να ακούσουν επίσης τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν, ο οποίος «διεξάγει μια σημαντική μάχη όχι μόνο για τη Ρωσία αλλά και για όλους εμάς ενάντια στην παγκοσμιοποιητική ατζέντα».

Ο Βίτο Κομεντσίνι, βουλευτής από την ακροδεξιά Λέγκα, είπε ότι το να παρευρεθεί στην ομιλία του Ζελένσκι θα ήταν «ασέβεια» προς τον λαό του Ντονμπάς, την περιοχή της ανατολικής Ουκρανίας όπου οι αντάρτες που υποστηρίζονται από τον Πούτιν κατέλαβαν εκτάσεις γης το 2014.

Ενώ οι ηγέτες των κύριων πολιτικών κομμάτων έχουν όλοι καταδικάσει την εισβολή, η υποστήριξη προς την Ουκρανία αμφισβητείται, ειδικά μεταξύ του λαϊκιστικού Κινήματος των 5 Αστέρων και της ακροδεξιάς Λέγκας, που και οι δύο τους έχουν φιλορωσικά στελέχη. Τα μέλη αυτού που έχει ονομαστεί «ρωσικό κόμμα» της Ιταλίας, έχουν επικαλεστεί με ποικίλους τρόπους τον ειρηνισμό για να αποφύγουν να υποστηρίξουν την Ουκρανία με όπλα, και έχουν κατηγορήσει την επέκταση του ΝΑΤΟ για την εισβολή, ισχυριζόμενα ότι οι Ρώσοι σε αυτονομιστικές περιοχές είναι αυτοί που υποφέρουν.

Ο Νικόλα Φρατογιάνι, ηγέτης της ακροαριστερής Sinistra Italiana, που καταδίκασε την εισβολή, αλλά ψήφισε κατά της αποστολής όπλων στην Ουκρανία και κατά της αύξησης των αμυντικών δαπανών, δήλωσε: «Βλέπουμε το ΝΑΤΟ… δυσμενώς. Δημιουργήθηκε σε μια διαφορετική ιστορική εποχή όταν ο κόσμος ήταν διχασμένος. Αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει πια, οπότε ίσως πρέπει να το ξανασκεφτούμε».

Ωστόσο, οι πολιτικοί δεν είναι οι μόνοι που υπερασπίζονται τη Ρωσία. Από τους απλούς Ιταλούς, περίπου το 12% πιστεύει ότι η ρωσική εισβολή είναι δικαιολογημένη, σύμφωνα με δημοσκόπηση της SWG, με το ποσοστό να αυξάνεται στο 36% μεταξύ των δεξιών ψηφοφόρων. Από την έναρξη της εισβολής, ιταλικές τηλεοπτικές εκπομπές επικαιρότητας έχουν φιλοξενήσει πολλούς καλεσμένους που μεταθέτουν την ευθύνη της πραγματοποίησης της στη Δύση.

Η Ιρίνα Ματβιγίσιν, μια Ουκρανή δημοσιογράφος και ερευνήτρια, σοκαρίστηκε όταν χρειάστηκε να διαψεύσει τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν σε ιταλική εκπομπή σχετικά με τους Ναζί στην Ουκρανία. «Η ακροδεξιά έχει μόνο 2% υποστήριξη στην Ουκρανία, πολύ λιγότερη από ό,τι στην Ιταλία». Τα ιταλικά μέσα ενημέρωσης είναι «μεθυσμένα» από τη ρωσική προπαγάνδα, πρόσθεσε η ίδια. «Προσπαθούν να δημιουργήσουν μια ισορροπία απόψεων, αλλά τελικά δεν υπάρχει καμία ισορροπία. Πρόκειται για μια διαστρεβλωμένη, ξεχωριστή ρωσική πραγματικότητα».

Ο Αλεσάντρο Ορσίνι, καθηγητής πανεπιστημίου και ειδικός σε θέματα ασφάλειας, δίχασε την Ιταλία όταν ακυρώθηκε η σύμβαση του, αφού είπε στην κρατική τηλεόραση ότι η Δύση πρέπει να εξασφαλίσει ότι ο Πούτιν θα κερδίσει τον πόλεμο προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος μιας ατομικής βόμβας.

Ο Ιβάν Σκαλφαρότο, υφυπουργός Εσωτερικών και βουλευτής του κεντρώου κόμματος Italia Viva, επέκρινε ότι δίνεται το ίδιο βάρος σε απόψεις που ισοδυναμούν με προπαγάνδα. «Όλοι έχουν το δικαίωμα να εκφράσουν την άποψή τους, αλλά δεν θα μιλούσα με την Κου Κλουξ Κλαν». «Αν κάποιος υποτιμά τον πόλεμο, δεν είναι σωστό. Αν κάποιος αρνηθεί την πραγματικότητα, διαδίδει παραπληροφόρηση» πρόσθεσε.

Κουλτούρα και κομμουνιστές

φιλία μεταξύ Ρωσίας και Ιταλίας έχει βαθιές ρίζες, βασισμένη σε πολιτιστικές, πολιτικές και οικονομικές ανταλλαγές αιώνων. Συγγραφείς όπως ο Νικολάι Γκόγκολ και ο Μαξίμ Γκόρκι ζούσαν στην Ιταλία, ενώ οι Ιταλοί σχεδίασαν τα παλάτια της Αγίας Πετρούπολης. Τον 20ο αιώνα, το ισχυρό ιταλικό κομμουνιστικό κόμμα, το ισχυρότερο στη Δυτική Ευρώπη, δημιούργησε ισχυρούς δεσμούς με την ΕΣΣΔ και προώθησε τις ρωσικές σπουδές σε πανεπιστημιακά τμήματα ακόμη και σε μικρές ιταλικές πόλεις, καλλιεργώντας μια νέα γενιά ρωσόφιλων. Πολλοί στην αριστερά, συμπεριλαμβανομένων μελών του Κινήματος 5 Αστέρων, συνδικαλιστικών οργανώσεων και πρώην παρτιζάνων, έχουν πάρει μια φιλορωσική θέση επικρίνοντας την ανάμειξη των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ σε όλο τον κόσμο. Μάλιστα, ένας Ιταλός κομμουνιστής σκοτώθηκε την περασμένη εβδομάδα στην Ουκρανία πολεμώντας με φιλορωσικές δυνάμεις.

Υπάρχουν επίσης ισχυροί οικονομικοί δεσμοί που χρονολογούνται από την εποχή της ΕΣΣΔ, συμπεριλαμβανομένων επιχειρηματικών κολοσσών όπως η ενεργειακή ENI και η αυτοκινητοβιομηχανία Fiat, η οποία κατασκεύασε το μεγαλύτερο εργοστάσιο αυτοκινήτων των Σοβιετικών στην πόλη Τολιάτι, που πήρε το όνομά της από τον ηγέτη του ιταλικού κομμουνιστικού κόμματος (και σοβιετικού πολίτη) Παλμίρο Τολιάτι. Η Ρωσία άλλωστε παραμένει σημαντική εξαγωγική αγορά για την Ιταλία, ιδιαίτερα για μηχανήματα και είδη πολυτελείας.

Ο ρωσικός τουρισμός έχει γίνει επίσης σημαντικός. Στην Τοσκάνη, η περιοχή που κάποτε ονομαζόταν «Τσιαντισάιρ» λόγω της επικράτησης των Βρετανών, τώρα ονομάζεται συχνά «Ρουσκάνι». Οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στις δύο χώρες με τη μεγάλη αντοχή στο χρόνο αποδεικνύεται και από τη διαδικτυακή συνάντηση που πραγματοποιήθηκε μεταξύ Πούτιν και Ιταλών επιχειρηματιών, παρά τις διαμαρτυρίες της κυβέρνησης στη Ρώμη.

Από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και στο άλλο άκρο του πολιτικού φάσματος, η Ρωσία έχει καλλιεργήσει στενούς δεσμούς με τα δεξιά κόμματα της Ιταλίας. Τη δεκαετία του 2000, ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι και ο πούτιν συνήψαν προσωπική φιλία, βασισμένη σε οικονομικά συμφέροντα, με τον Μπρελουσκόνι να δίνει περιέργως ακόμα και το όνομα του Ρώσου προέδρου σε ένα κρεβάτι, στο σπίτι του. Ο Μπερλουσκόνι ενορχήστρωσε την υπογραφή μιας συνθήκης συνεργασίας ΝΑΤΟ-Ρωσίας στη Ρώμη το 2002, με σκοπό την επαναφορά των σχέσεων μετά την ΕΣΣΔ.

Εκείνη την εποχή, η Ρωσία δεν θεωρούνταν εχθρός της Δύσης και η θέση της Ιταλίας αντανακλούσε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική της για την εξωτερική πολιτική. Όπως ανέφερε ο Άλντο Φεράρι, επικεφαλής του προγράμματος για τη Ρωσία στο Ινστιτούτο Διεθνών Πολιτικών Σπουδών (ISPI) στο Μιλάνο: «Η Ιταλία είναι αρκετά αδύναμη, χωρίς γεωπολιτικές φιλοδοξίες, επομένως προσπαθούσαμε πάντα να είμαστε μια γέφυρα σε πολιτιστικό επίπεδο για να διευκολύνουμε τις καλές σχέσεις». Καθώς οι ακροδεξιοί ευρωσκεπτικιστές κερδίζουν υποστήριξη στην Ιταλία, ορισμένοι εκφράζουν τον θαυμασμό τους για το αποφασιστικό και αυταρχικό στυλ διακυβέρνησης του Πούτιν. Βλέπουν σε αυτόν ένα πρότυπο για την αντίθεσή τους στη μετανάστευση, την υποστήριξη των χριστιανικών αξιών και έναν σύμμαχο στην υπονόμευση της ΕΕ.

Η Λέγκα έχει γίνει το κόμμα που βρίσκεται πιο κοντά στον Πούτιν. Η περιφερειακή κυβέρνησή τους στο Βένετο αναγνώρισε την Κριμαία μετά την προσάρτησή της το 2014 και ο ηγέτης της Ματέο Σαλβίνι έχει δηλώσει τον θαυμασμό του για τον Πούτιν. Η Λέγκα μάλιστα υπέγραψε συμφωνία συνεργασίας με την Ενωμένη Ρωσία του Πούτιν το 2017. Οι δεσμοί αυτοί έγιναν ενοχλητικοί το 2019 όταν μέλη της Λέγκας κατηγορήθηκαν ότι αναζητούσαν παράνομη χρηματοδότηση κομμάτων από τη Ρωσία, αν και ο Σαλβίνι ισχυρίστηκε ότι «δεν έλαβε ποτέ ούτε ένα ρούβλι». Η απόφαση του Σαλβίνι να φορέσει ένα μπλουζάκι με το πρόσωπο του Πούτιν και τη φράση «Στρατός της Ρωσίας» στην Κόκκινη Πλατεία το 2014 χρησιμοποιήθηκε εναντίον του τον προηγούμενο μήνα όταν ένας Πολωνός δήμαρχος χρησιμοποίησε το περιστατικό για να τον κατακεραυνώσει σε επίσκεψη στα ουκρανικά σύνορα.

Αλλαγή φρουράς

Ενώ η Ιταλία είχε θεωρηθεί στο παρελθόν ως ο αδύναμος κρίκος στην ΕΕ (ακόμη και μετά την εισβολή στην Κριμαία το 2014, διαδραμάτισε βασικό ρόλο στην αντίθεση των αυστηρότερων κυρώσεων της ΕΕ κατά της Ρωσίας), ο τόνος της κυβέρνησης Ντράγκι σηματοδότησε μια αξιοσημείωτη αλλαγή.

Στην παρθενική του ομιλία στο κοινοβούλιο, επιβεβαίωσε σθεναρά την υποστήριξη στο ΝΑΤΟ και μετά την εισβολή στην Ουκρανία τον Φεβρουάριο, ο Ντράγκι έσπευσε να ευθυγραμμιστεί με τις κυρώσεις του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, ενώ η Ιταλία δεν δίστασε να στείλει όπλα στην Ουκρανία. Η Ιταλία άλλωστε έχει κατασχέσει τα περιουσιακά στοιχεία ολιγαρχών και ο Ντράγκι προέτρεψε και άλλες χώρες της ΕΕ να κινηθούν παρόμοια γρήγορα. Ο Ντράγκι άλλωστε ήταν από τους πιο σημαντικούς υποστηρικτές της προσπάθειας της Ουκρανίας να ενταχθεί στην ΕΕ. «Μόνο με τον Ντράγκι η Ιταλία έχει υιοθετήσει τόσο καθαρά φιλοΝΑΤΟϊκή στάση. Ήταν έκπληξη για τη Ρωσία», δήλωσε ο Φεράρι. «Μπορείς να διακρίνεις εύκολα ότι ο Ντράγκι εκπαιδεύτηκε σαν οικονομολόγος στις ΗΠΑ», πρόσθεσε.

Παρότι όμως η εκτελεστική εξουσία είναι αποφασιστικά υπέρ του ΝΑΤΟ, η πρόκληση θα είναι να κρατηθούν τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού στην τάξη, εάν ο πόλεμος και ο πληθωρισμός συνεχίσουν να επηρεάζουν την οικονομική ανάκαμψη. Ήδη, την περασμένη εβδομάδα υπήρξε αντίδραση από το Κίνημα 5 Αστέρων στα σχέδια για αύξηση των αμυντικών δαπανών από το 1,4% στο 2% του ΑΕΠ, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις του ΝΑΤΟ, οδηγώντας σε συνάντησης τον Ντράγκι και τον ηγέτη των 5 Αστέρων Τζουζέπε Κόντε, ο οποίος απαίτησε μια πιο αργή αύξηση, φτάνοντας το 2% έως το 2030 ή και μετά, αντί για τα σχέδια της κυβέρνησης για το 2028. Ενώ ο Ντράγκι εξέφρασε την ικανοποίησή του για το τελικό αποτέλεσμα, η διαμάχη δείχνει τη φύση των προκλήσεων που εξακολουθεί να θέτει για την Ιταλία το λεγόμενο ρωσικό κόμμα.

Ίσως σας ενδιαφέρουν