Η πανδημία δεν ανέκοψε την ανοδική τροχιά στην οποία βρισκόταν η Ελλάδα

Τι δήλωσε σχετικά ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας

Το μακροπρόθεσμο αξιόχρεο της Ελλάδας αναβάθμισε τον προηγούμενο μήνα ο οίκος πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, στη βαθμίδα Ba3 από τη βαθμίδα B1, με τις προοπτικές του να παραμένουν σταθερές, εξέλιξη που σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα, συνιστούσε αποδεικτικό στοιχείο αυξημένης εμπιστοσύνης προς τη χώρα και την κυβέρνηση.

«Πρόκειται για εξαιρετικά θετική εξέλιξη για την Ελλάδα και την οικονομία της», δήλωσε τότε ο κ. Σταϊκούρας.

Κατά τον ίδιο: «Μάλιστα, η αξιολόγηση έγινε σε συνθήκες πρωτοφανούς ύφεσης της παγκόσμιας οικονομίας και των επιμέρους εθνικών οικονομιών, καθώς και υψηλής αβεβαιότητας που η πανδημία έχει επιφέρει.

Η εξέλιξη αυτή συνιστά αποδεικτικό στοιχείο αυξημένης εμπιστοσύνης προς τη χώρα και την κυβέρνηση, για τη διαχείριση της τρέχουσας κρίσης, τις μεταρρυθμιστικές πρωτοβουλίες της αλλά και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας.

Από την πλευρά μας, συνεχίζουμε την προσπάθεια με πίστη στις δυνάμεις της πατρίδας, σχέδιο, ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, για να κάνουμε τη χώρα μας πιο ισχυρή, την οικονομία της πιο παραγωγική και την κοινωνία μας πιο δίκαιη και συνεκτική».

Να υπενθυμίσουμε πως φέτος, η Ελλάδα ξεχώρισε στο μέτωπο των αξιολογήσεων των οίκων, αφού αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτό που χαρακτηρίστηκε ως ένα έτος αρνητικών δράσεων, αναφορικά με τα ratings των χωρών από τους «leaders» του παιχνιδιού όπως η Moody’s, η S&P, η Fitch, η DBRS.

Ωστόσο, τον περασμένο Απρίλιο η Moody’s είχε επιλέξει να μη τοποθετηθεί, αν και τότε οι θετικές προοπτικές που έδιναν Fitch, S&P και DBRS προς τη χώρα μας μειώθηκαν «αναγκαστικά» σε σταθερές, καθώς εκείνη τη στιγμή φαινόταν αδύνατο κάποια χώρα να δει αναβάθμιση του rating της.

Βέβαια, ο οίκος ήταν ο πιο αυστηρός μεταξύ των τεσσάρων, καθώς τότε είχε επιλέξει να μην μιλήσει, αφού άλλωστε έδινε ήδη σταθερό outlook στην Ελλάδα, ενώ τον Νοέμβριο αποφάσισε να κάνει τη διαφορά και να δώσει στη χώρα την αναβάθμιση που «όφειλε».

Πλέον, η αναβάθμιση-έκπληξη της Ελλάδας ήταν προφανώς ένα ισχυρό σήμα για τους επενδυτές, αφού ήταν η μόνη χώρα μεταξύ των 11 μεγαλύτερων οικονομιών στην Ευρωζώνη (EU11) που είδε εν μέσω κρίσης της πανδημίας αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης και η δεύτερη στο σύνολο της Ευρωζώνης, μετά τη Σλοβενία τον περασμένο Οκτώβριο.

Μάλιστα, η ισχυρή υποστήριξη από το Ταμείο Ανάκαμψης, αποτελεί ένα από τους κύριους λόγους που οδήγησαν τον οίκο σε αυτήν την κίνηση, ενώ παράγοντες που έπαιξαν καθοριστικό ρόλο ήταν η βελτίωση της θεσμικής ισχύος και οι συνεχιζόμενες μεταρρυθμίσεις, αλλά και η πολύ ευνοϊκή δομή του χρέους.

Τελικά, όλα τα παραπάνω σημαίνουν πως η πανδημία δεν ανέκοψε την ανοδική τροχιά στην οποία βρισκόταν η αξιολόγηση της Ελλάδας, και το επόμενο διάστημα, με βάση και την ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της χώρας, αναμένεται αυτή η τροχιά να αναπτύξει μεγαλύτερη ταχύτητα.

Ίσως, το μόνο εμπόδιο που έφερε η κρίση Covid-19, είναι πως ενδέχεται να καθυστερήσει την πορεία προς την επενδυτική βαθμίδα, αλλά το γεγονός ότι τα ελληνικά ομόλογα, είναι επιλέξιμα στο PEPP της ΕΚΤ, εξουδετερώνει πάντως την όποια ζημία, να μην έχει δηλαδή η Ελλάδα βαθμολογία Investment Grade σε αυτό το στάδιο.

Σήμερα, η επιστροφή της οικονομίας στην οδό της ανάκαμψης αναμένεται να αποτελέσουν τα δύο στοιχεία-κλειδιά, που θα επικεντρωθούν οι οίκοι αξιολόγησης το 2021, επιτρέποντας να φανούν τα «κέρδη» από τη μεταρρυθμιστική πορεία στην οποία συνεχίζει να βρίσκεται η χώρα παρά την πανδημία, μαζί με την πορεία των «κόκκινων» δανείων των ελληνικών τραπεζών.

Φυσικά, το Ταμείο Ανάκαμψης θεωρείται ο μεγαλύτερος καταλύτης που θα βοηθήσει καθοριστικά την «αλλαγή» για την Ελλάδα, λειτουργώντας ως επιταχυντής της ανάπτυξης, εάν και εφόσον οι πόροι του χρησιμοποιηθούν για την ενίσχυση των επενδύσεων.

Παράλληλα, οι διεθνείς οίκοι υποστηρίζουν τα οφέλη του Ταμείου, διαμηνύοντας πως η εκκίνησή του και η αποτελεσματική απορρόφηση των κεφαλαίων του στρώνει το έδαφος προς περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας, φέρνοντας την πιο κοντά στην «επενδυτική βαθμίδα», στην κατηγορία δηλαδή των κρατών που θεωρούνται από ως «επενδύσιμες», από τους ποιοτικούς και μακροπρόθεσμους επενδυτές.

Ταυτοχρόνως, η εξέλιξη αυτή με τη σειρά της σημαίνει αύξηση της ελκυστικότητας των ελληνικών Assets, με περαιτέρω οφέλη για το Χρηματιστήριο Αθηνών και τα ελληνικά ομόλογα.

Ίσως σας ενδιαφέρουν