Η Μαριάννα Κιμούλη στη «ΒτΚ»-Όταν δούλεψε με τον Άντονι Χόπκινς

«Σε κάθε χώρα και σε κάθε χώρο υπάρχουν άνθρωποι που στηρίζονται στο όνομά τους και άλλοι που στηρίζονται στη δουλειά τους. Η αλήθεια είναι πως, ό, τι κι αν πιστεύω εγώ για τον εαυτό μου, το πού ανήκω θα το κρίνει στην πορεία ο κόσμος»

μαριαννα κιμουλη, μαριάννα κιμούλη, κιμουλη ηθοποιος, κορη κιμουλη ηθοποιος

«Σε κάθε χώρα και σε κάθε χώρο υπάρχουν άνθρωποι που στηρίζονται στο όνομά τους και άλλοι που στηρίζονται στη δουλειά τους», λέει η ηθοποιός Μαριάννα Κιμούλη στη «Βραδυνή της Κυριακής».

Και σπεύδει να εξηγήσει πως «η αλήθεια είναι πως, ό, τι κι αν πιστεύω εγώ για τον εαυτό μου, το πού ανήκω θα το κρίνει στην πορεία ο κόσμος», αναφερόμενη προφανώς στο ότι είναι κόρη του ηθοποιού Γιώργου Κιμούλη και της πολιτικού Μαρίας Δαμανάκη.

Ωστόσο, η Μαριάννα Κιμούλη χαράσσει τη δική της πορεία και-μέχρι τώρα-τα δείγματα είναι άκρως ενθαρρυντικά!

Αναλυτικά η συνέντευξη της Μαριάννας Κιμούλη στη «ΒτΚ»:

Μαριάννα, σας καλωσορίζω και έχω πολλά να σας ρωτήσω. Αλλά πρώτα θα ήθελα να μου πείτε για το έργο «Απόρρητο» που πρωταγωνιστείτε στο θέατρο «Διάνα» και παίζεται για δεύτερη χρονιά. Για όσους δεν το έχουν δει, λίγα λόγια για την υπόθεσή του και το ρόλο σας.

«Το “Απόρρητο” σε βάζει αμέσως μέσα σε έναν κόσμο από τον οποίο μέσω μίας σειράς “συνεντεύξεων” αποκαλύπτονται σκέψεις και φόβοι για το πού οδεύει η κοινωνία. Υποδύομαι μία νεαρή βιολόγο που καλείται να τοποθετηθεί απέναντι σε θέματα όπως η έκτρωση, η πολιτική ορθότητα, η θρησκεία, η κλιματική αλλαγή».

Ο Ιβάν Βιριπάγιεφ θέλει να τονίσει πώς η τεχνητή νοημοσύνη θα επηρεάσει τη ζωή στο μέλλον. Η σκηνοθέτις Ταμίλλα Κουλίεβα πού εστιάζει; Ακολουθεί τον ίδιο δρόμο;

«Η Ταμίλλα έχει έναν πολύ ανθρώπινο τρόπο να προσεγγίζει τα πράγματα. Επιλέγει να φωτίσει το σήμερα. Τη συμπεριφορά, το φόβο και τη μοναξιά του ανθρώπου που ζει μέσα σε έναν κόσμο ολοένα πιο ψηφιακό».

Τι σχόλια έχετε ακούσει από τους θεατές στο τέλος της παράστασης;

«Οι αντιδράσεις είναι έντονες, γιατί το έργο προκαλεί το θεατή να σκεφτεί. Δεν προσφέρει απαντήσεις. Σε αναγκάζει να αναρωτηθείς».

Για ποιο λόγο θα μας προτρέπατε να το δούμε;

«Η Ταμίλλα και ο Χρήστος είναι δύο πολύ καλοί λόγοι. Επιπλέον, είναι ένα έργο που σίγουρα δεν σε αφήνει αδιάφορο. Σε φέρνει αντιμέτωπο με τον εαυτό σου και με το πώς αντιδρούμε απέναντι στην εποχή μας».

Το δικό σας πιστεύω, ως παιδί της νέας γενιάς, για την τεχνητή νοημοσύνη; Θα φέρει καλά στην ανθρωπότητα ή τρομερά προβλήματα;

«Εξαρτάται από το πώς θα τη χρησιμοποιήσουμε. Με ανησυχεί όμως η ταχύτητα με την οποία προχωράμε, χωρίς να προλαβαίνουμε να σκεφτούμε τι σημαίνει για τον άνθρωπο η απώλεια της μνήμης, της φαντασίας, του κόπου. Αν χαθούν αυτά, τότε η εξέλιξη παύει να έχει νόημα».

Ως παιδί ζήσατε ανάμεσα στην πολιτική και την τέχνη, λόγω της μητέρας σας Μαρίας Δαμανάκη και του πατέρα σας Γιώργου Κιμούλη. Από μικρή δείξατε προτίμηση για το θέατρο;

«Δεν υπάρχει άνθρωπος που να μη ζει μέσα στην πολιτική, είτε το θέλει είτε όχι. Το να απέχεις ενεργά από αυτήν είναι και αυτό μια πολιτική στάση, με την οποία εγώ διαφωνώ. Ως εργασία όμως, επέλεξα το θέατρο διότι ήθελα να γίνω ηθοποιός από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου».

Σταθήκατε τυχερή που είχατε την ευχέρεια να σπουδάσετε στην Αγγλία και να εργαστείτε και στο BBC. Έχετε πει ότι ονειρευόσαστε να μείνετε για πάντα εκεί. Γιατί γυρίσατε, αφού ο χώρος αυτός στην Αγγλία δεν συγκρίνεται με την Ελλάδα;

«Η ζωή στο Λονδίνο ήταν καθοριστική. Μου έδωσε πειθαρχία, επαγγελματισμό και έναν πιο οργανωμένο τρόπο να βλέπω τη δουλειά. Με τον καιρό κατάλαβα πως το να αισθάνεσαι ότι ανήκεις κάπου δεν έχει να κάνει με το μέγεθος του χώρου, αλλά με τους ανθρώπουςπου έχεις γύρω σου. Ήταν επιλογή ζωής. Εκεί έμαθα να δουλεύω, εδώ έμαθα να ζω».

Στην Αγγλία υπάρχει αξιοκρατία, εδώ το επώνυμο ανοίγει δρόμους;

«Σε κάθε χώρα και σε κάθε χώρο υπάρχουν άνθρωποι που στηρίζονται στο όνομά τους και άλλοι που στηρίζονται στη δουλειά τους. Η αλήθεια είναι πως, ό,τι και αν πιστεύω εγώ γιατον εαυτό μου, το πού ανήκω θα το κρίνει στην πορεία ο κόσμος».

Θα μας πείτε και για την εμπειρία σας ως βοηθός ενδυματολόγου στην ταινία «Ο Αμπιγιέρ» με δύο τέρατα της τέχνης, τον Άντονι Χόπκινς  και τον Ίαν ΜακΚέλεν;

«Ήταν μία εμπειρία που με σημάδεψε. Δεν είχε να κάνει μόνο με το ότι βρέθηκα κοντά σε δύο σπουδαίους καλλιτέχνες, αλλά το ότι δούλεψα ως μέρος ενός συνεργείου. Μου δόθηκε η ευκαιρία να δω τη διαδικασία από άλλη σκοπιά και να κατανοήσω πόσο ομαδική είναι αυτή η δουλειά».

Γίνατε γνωστή και αγαπητή από το σίριαλ «Ψυχοκόρες». Πώς σας επέλεξαν;

«Όλα ξεκίνησαν με ένα τηλεφώνημα από τη Φρόσω Ράλλη, στην οποία, μαζί με τον σκηνοθέτη Μιχάλη Χαραλαμπίδη, οφείλω το ξεκίνημά μου. Μετά ακολούθησε μία διαδικασία ακροάσεων που κράτησε αρκετούς μήνες.

Ήταν από τις πρώτες φορές πουέ νιωσα ότι κάτι με συνέδεε πραγματικά με το υλικό. Οι “Ψυχοκόρες” ήταν κάτι περισσότερο από μία σειρά εποχής. Ήταν ένας τρόπος να φωτιστεί μία συλλογική μνήμη που κουβαλάμε ακόμη».

Τελικά, βιοπορίζεται ένας ηθοποιός μόνον από το επάγγελμά του; Η Πολιτεία συνεπικουρεί σε αυτό;

«Για τους καλλιτέχνες ο βιοπορισμός είναι δύσκολος. Η τέχνη δεν έχει σταθερότητα. Λειτουργεί σε κύκλους, με περιόδους δημιουργίας και αναμονής. Όταν, λοιπόν, ζεις και σε μία χώρα που δεν σέβεται το σύγχρονο πολιτισμό που παράγει, η συνθήκη γίνεται αφόρητη. Η Πολιτεία έχει ευθύνη να προστατεύει την τέχνη όχι ως πολυτέλεια, αλλά ως κοινωνικό αγαθό».

Χρόνος για προσωπική ζωή υπάρχει; Σχέδια για γάμο και οικογένεια;

«Η αλήθεια είναι πως ο χρόνος δεν επαρκεί. Υπάρχουν στιγμές που η δουλειά απαιτεί περισσότερα και άλλες πιο σπάνιες που αφήνουν χώρο για τα προσωπικά σου. Όσο για τα μελλοντικά σχέδια, κάθε φορά που προσπαθώ να προγραμματίσω κάτι, η ζωή τα ανατρέπει».

Και η Μαριάννα τι εκτιμά, τι απεχθάνεται, τι φοβάται;

«Εκτιμώ την ευγένεια και τους ανθρώπους που έχουν χιούμορ, ακόμη και στις δύσκολες στιγμές. Απεχθάνομαι τη βιασύνη με την οποία κρίνουμε ο ένας τον άλλον. Και φοβάμαι, περισσότερο απ’ όλα, την αδιαφορία. Το να πάψουμε να αντιδρούμε, να θεωρούμε τα πάντα δεδομένα».

Ένα συν και ένα πλην του χαρακτήρα σας;

«Το συν είναι η επιμονή μου. Όταν πιστεύω σε κάτι, δύσκολα το εγκαταλείπω. Ένα από τα πλην μου είναι ότι δυσκολεύομαι να χαλαρώσω και να εμπιστευτώ τη ροή των πραγμάτων. Νιώθω ασφαλής μέσα στην ψευδαίσθηση, γιατί για ψευδαίσθηση πρόκειται, ότι έχω τον έλεγχο».

*Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»

Οι σημαντικότερες ειδήσεις, κάθε μέρα στο inbox σας

 
Διαβάστε επίσης