Σοφία Μάνου: Από όταν επέστρεψα, μου λείπει η ενότητα των Ελλήνων του εξωτερικού

«Ποτέ δεν μπόρεσα να συνηθίσω τη διχόνοια μας»

Σοφία γεννηθήκατε και μεγαλώσατε στο Λουντβιχσχάφεν της Γερμανίας. Πώς μεγαλώνει εκεί ένα παιδί από ελληνική οικογένεια;

«Όταν κανείς γεννιέται και μεγαλώνει στο εξωτερικό και στη συνέχεια επιστρέφει στην πατρίδα του, πολλές φορές νιώθει σαν να έχει ζήσει… αρκετές ζωές. Η αγάπη για την πατρίδα και το λαό μας είναι πολύ περισσότερο ανεπτυγμένη, έξω. Έτσι μεγάλωσα κι εγώ. Κάτι που ποτέ δεν έπαψα να αποζητώ και μου λείπει πολύ από τότε που επέστρεψα, είναι αυτή η ενότητα των Ελλήνων του εξωτερικού. Ποτέ δεν μπόρεσα να συνηθίσω τη διχόνοια μας».

Πότε μπήκε στη ζωή σας η Μουσική;

«Πολύ νωρίς, και πολλές φορές ήταν για μένα μία σανίδα σωτηρίας. Από μικρό παιδί αντιμετώπισα τις δυσκολίες της ζωής δραπετεύοντας από την πραγματικότητα και μπαίνοντας στους μαγικούς κόσμους της. Αυτό που άργησα να καταλάβω, ήταν το είδος Μουσικής που αγαπούσα περισσότερο. Έτσι, ψάχνοντας μέσα στη μεγάλη συλλογή βινυλίων του πατέρα μου ανακάλυψα τη ζωή μου, την πατρίδα μου και το μέλλον μου. Άλλωστε, η ίδια η ζωή είναι μία αποκάλυψη».

Στο σπίτι τι μουσική ακούγατε;

«Αγαπάμε πολύ τη Μουσική. Μεγάλωσα με βυζαντινή, παραδοσιακή, λαϊκή ελληνική και με ακούσματα ξένης μουσικής. Βασικός άξονας όλων των ειδών πάντοτε, η ποιότητα».

Και Φλογέρα, και Πιάνο, και Φωνητική -Ορθοφωνία σπουδάσατε;

«Ναι, η ενασχόληση με τη Μουσική ξεκίνησε στη Γερμανία, στα πέντε μου, με τις σπουδές μου. Όμως, δεν είχα τάση προς την κλασική μουσική, διότι μαγεύτηκα από τον ελληνικό πολιτισμό, ίσως επειδή φαινόταν σαν ένα άπιαστο όνειρο στο μυαλό και την ψυχή μου. Άρχισα να απολαμβάνω τη Μουσική όταν ανακάλυψα το ελληνικό τραγούδι. Ξέρετε, οι τέχνες είναι ένας κώδικας επικοινωνίας, μία ξεχωριστή γλώσσα, την οποία άλλοτε την καταλαβαίνουμε και άλλοτε όχι».

Επιστρέψατε στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη, με την οικογένειά σας, στα 18 σας. Πόσο διαφορετικά εδώ;

«Υπάρχει ένα τεράστιο χάσμα ανάμεσα στις νοοτροπίες των ανθρώπων που ζούνε στη Γερμανία και στους Έλληνες που ζούμε σ’ αυτήν την πανέμορφη, φωτεινή χώρα. Οι πρώτοι μήνες ήταν αρκετά οδυνηροί, και πολλές φορές, ακόμη και σήμερα, μετά από τόσα χρόνια, οι άνθρωποι γύρω μου παρατηρούν τη γερμανική νοοτροπία μου – την οποία, ευτυχώς, έμαθα να χειρίζομαι προς όφελός μου».

-Σπουδάσατε και στη Θεσσαλονίκη;

«Σπούδασα Εμπορία και Διαφήμιση, αλλά δεν μπορούσα να τα συνδυάσω με το τραγούδι, κι έτσι αφοσιώθηκα αποκλειστικά σε αυτό. Οι πρώτες live εμφανίσεις στη Γερμανία έγιναν πριν καν ενηλικιωθώ. Στην Ελλάδα, ξεκίνησα σε μουσικές σκηνές της Θεσσαλονίκης και τα καλοκαίρια σε συναυλίες και φεστιβάλ.Το 2005 οι ζωντανές εμφανίσεις με έφεραν στην Αθήνα, και το 2006 ήρθε η πρώτη δισκογραφική απόπειρα με τραγούδια του Στέφανου Κορκολή».

Σας βοήθησε κάποιος στα πρώτα βήματα;

«Ο χώρος μας είναι αρκετά ανταγωνιστικός και σκληρός. Πάντα στο πλάι μου στέκονται η οικογένειά μου και κάποιοι εκκλησιαστικοί φορείς που μου εμπιστεύονται μουσικές παραγωγές και συναυλίες, και νιώθω απέραντη ευγνωμοσύνη γι’ αυτό».

Μιλήστε μας για τα τραγούδια της Σοφίας Βέμπο, που ερμηνεύσατε με σύγχρονο ήχο και προσέγγιση στον τελευταίο σας δίσκο «Η Φωνή Που Νίκησε Τον Φασισμό».

«Αναφέρονται στην Ελλάδα, και σίγουρα είναι συνυφασμένα με μία δύσκολη εποχή, παρόμοια με αυτή που ζούμε τελευταία. Είναι ένα υλικό το οποίο είναι αρκετά παλιό, και γι’ αυτό επιλέχθηκε ένας σπουδαίος ενορχηστρωτής που έχει αφιερώσει όλη του τη ζωή στο ελληνικό τραγούδι. Ο Ντίνος Γεωργούντζος, με την τεράστια εμπειρία του και την πολύ προσεκτική ματιά του, ενορχήστρωσε αυτά τα 12 τραγούδια κρατώντας αρκετά στοιχεία της εποχής τους, φέρνοντάς τα, όμως, στο σήμερα και τοποθετώντας τα δίπλα σε σύγχρονες κυκλοφορίες».

Το είδος μουσικής του ρεπερτορίου σας;

«Το ελληνικό τραγούδι, που, δυστυχώς, στη χώρα μας, προσπαθούν να εξαφανίσουν. Είναι μουσική η οποία δεν αφορά μόνο αυτούς που την παράγουν αλλά κυρίως αναπαράγεται από το ακροατήριό της. Αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνικού πολιτισμού, αποτελείται από όλα τα λαϊκά ρεύματα της μουσικής μας. Αισθάνομαι ότι η ελληνική μουσική, πλέον, αποτελεί το μικρότερο ποσοστό στις νέες εκδόσεις δίσκων, προφανώς λόγω παγκοσμιοποίησης, και αυτό είναι πολύ θλιβερό. Ο λαός μας επιβίωσε μέσα στους αιώνες ακριβώς επειδή εξωτερικεύει τα συναισθήματά του μέσα από τα τραγούδια του. Γιατί τα τραγούδια δεν ανήκουν ούτε σε αυτούς που τα γράφουν ούτε σε αυτούς που τα τραγουδούν, αλλά σε αυτούς που τα αγαπούν».

Τι σημαίνει για εσάς η Μουσική;

«Η Μουσική για μένα είναι η ίδια η ζωή. Ακούω, αισθάνομαι, άρα υπάρχω».

Το μότο σας για να ξεπερνάτε τις δυσκολίες;

«”Μας αγαπάει ο Θεός πολύ, αρκεί να το βλέπουμε…”».

Ετοιμάζετε κάτι καινούργιο;

«Ανάλογα με το πώς θα λειτουργήσουμε την άνοιξη, το καλοκαίρι και το φθινόπωρο του 2021. Έχω προγραμματίσει κάποιες live εμφανίσεις και υπάρχει το επόμενο δισκογραφικό βήμα, το οποίο προετοιμάζεται με αγάπη και σκληρή δουλειά».

Από την έντυπη έκδοση της «Βραδυνής της Κυριακής»

Ίσως σας ενδιαφέρουν