Τα παλιά τεφτέρια με τα βερεσέδια

Οι δόσεις και τα χρωστούμενα ποτέ δεν έλειψαν από την καθημερινότητα στη χώρα μας

Αναδημοσίευση από τη «Βραδυνή της Κυριακής»

Η σημερινή οικονομική κρίση με τα φτωχά νοικοκυριά δεν είναι η μοναδική στα 190 χρόνια ύπαρξης του ελληνικού κράτους.

Η ιστορία επαναλαμβάνεται κατά περιόδους, όπως στα τέλη του προπερασμένου αιώνα, δηλαδή πριν από 130 χρόνια και στις αρχές του περασμένου, όταν στις δοσοληψίες κυριαρχούσαν τα βερεσέδια και οι δόσεις.

PGRpdiBzdHlsZT0iIiBjbGFzcz0ibW9iaWxlX2Jhbm5lciBiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCgkJCTxkaXYgaWQ9J3ZyYWRpbmlfUFInIGNsYXNzPSJiYW5uZXItc3RpY2t5Ij4NCiAgPHNjcmlwdD4NCiAgICBnb29nbGV0YWcuY21kLnB1c2goZnVuY3Rpb24oKSB7IGdvb2dsZXRhZy5kaXNwbGF5KCd2cmFkaW5pX1BSJyk7IH0pOw0KICA8L3NjcmlwdD4NCjwvZGl2PgkJCTwvZGl2Pg==

Εντύπωση σε Άγγλο περιηγητή έκανε ένα περιστατικό που το μετέφερε με άρθρο του στο λονδρέζικο κοινό.

Είδε στο δρόμο περιφερόμενο «βαφέα υποδημάτων», κοινώς λούστρο, να λουστράρει τα παπούτσια ενός ταβερνιάρη, με τη συμφωνία να πληρωθεί το επόμενο Σάββατο, γράφοντας στο τεφτέρι του το όνομα και το χρέος του ταβερνιάρη, δίπλα σε άλλων πελατών του…

Παντού κυριαρχούσε ο βερεσές. Από τον Τύπο της εποχής σημειώνουμε: «Ο γαλατάς είχε τσέτουλα, ο ψωμάς τεφτέρι, ο μπακάλης κατάστιχο, ο μανάβης “κοτσάνι”, ο ταβερνιάρης τεμπεσίρι, ομοίως ο τσαγκάρης, ο ράφτης, ο κουρέας, ο πλανόδιος έμπορος, ακόμα και ο… λουστράκος!».

Μόλις έμπαινε πελάτης στο μπακάλικο, ψώνιζε και στο τέλος έλεγε στον μπακάλη: «Γράφτα!», εκείνος σάλιωνε τη μύτη του μολυβιού και έγραφε με αναστεναγμούς στο τεφτέρι τα βερεσέδια…

Όταν ο πελάτης δεν είχε δικό του τεφτέρι για το χρέος, οι προστριβές ήταν συνηθισμένες με τον μπακάλη, αφού σκοπίμως στις προσθέσεις έκανε λάθη στα… κρατούμενα, τη στιγμή της πληρωμής (πέντε και τρία οκτώ, ένα το… κρατούμενο!). Όταν οι μαγαζάτορες έπεφταν… έξω, έλεγαν το απόφθεγμα που κυκλοφορούσε: «Όποιος βάζει βερεσέ στη ράχη του, βάζει μεράκια στο κεφάλι».

Και αυτό συνέβαινε όταν οι σχέσεις εμπιστοσύνης μεταξύ πιστωτού και οφειλέτου κατέρρεαν και φτάναμε εκ μέρους του οφειλέτη στο: «Ουκ αν λάβοις παρά του μη έχοντος». Και αυτό ο πιστωτής το ήξερε καλά, πότε πίεζε και πότε έλεγε φιλικά: «Ό,τι ευκολύνεσαι βρε αδελφέ…».

Έτσι, ο ένας πλήρωνε το «κατά δύναμη» και ο άλλος εισέπραττε παρηγορούμενος με τη σκέψη, ε, από κακό οφειλέτη, καλό και το τσουβάλι με άχυρα». Έτσι κινείτο η αγορά…

Κάποια στιγμή, μετά το μεγάλο πόλεμο του 1897, έλειψε ο βερεσές και κυριαρχούσε το «Έχεις; Αγοράζεις. Πουλάς; Εισπράττεις».

Ο Κρητικός μπακάλης Μιχάλης, μόλις οι πελάτες τού έλεγαν καλημέρα, απαντούσε προϊδεάζοντάς τους:

«Τον παρά σου να θωρώ, τον καλό σου να γροικώ!» Τότε, τσέτουλα, τεφτέρι και τεμπεσίρι πήγαν περίπατο. Στον μαυροπίνακα, με το τεμπεσίρι που έγραφαν τα βερεσέδια, οι μαγαζάτορες έγραφαν με τη δική τους καλλιγραφία: «Ο βεραισές απέθανε κι ετάφι το τεφτέρη και διαθίκη νάφοισε, με τον παρά στο χέρη!».

βερεσες, τεφτερι, τεφτερια, βερεσεδες, τεφτέρια, βερεσέδες

Στην πορεία, αρκετοί μαγαζάτορες άρχισαν να βαράνε «κανόνια». Το υπουργείο Οικονομικών βλέποντας τη μεγάλη απώλεια εσόδων κατέφυγε σε μία εντυπωσιακή «αντιβερεσεδιακή» εκστρατεία. Έβαλε μεγάλο ζωγράφο να φιλοτεχνήσει πίνακα, που προμηθεύτηκαν όλα τα καταστήματα και τοποθέτησαν σε περίοπτη θέση.

Ο πίνακας αριστερά είχε έναν ισχνό, λιπόσαρκο και ρυτιδωμένο καταστηματάρχη, με την επιγραφή «Ο πωλών επί πιστώσει» ανάμεσα στα ποντικοφαγωμένα τεφτέρια του, και δεξιά ευτραφέστατο, με πλατύ χαμόγελο, έξυπνο, με μπόλικο χρήμα, πούρο και την επιγραφή, «Ο πωλών τοις μετρητοίς!».

Ο βερεσές επέστρεψε αργότερα, αναγεννημένος! Οι καταστηματάρχες, για να τραβήξουν πελατεία, έγραφαν: «Όλα με δόσεις».

Αγόραζε ο πελάτης είδη ρουχισμού ή άλλα αντικείμενα για το σπίτι και τα εξοφλούσε σε εβδομαδιαίες ή μηνιαίες δόσεις. Με δόσεις παντρεύονται, με δόσεις τα κορίτσια κάνουν την προίκα τους και επιπλώνουν τα σπίτια τους.

Και η μεγάλη έκπληξη: Με δόσεις και τα φέρετρα! Στην Αθήνα υπήρχαν δύο φερετροποιοί.

βερεσες, τεφτερι, τεφτερια, βερεσεδες, τεφτέρια, βερεσέδες

Ο ένας τοποθέτησε πινακίδα που έγραφε «Όποιος αγοράζει ένα φέρετρο, παίρνει το δεύτερο με έκπτωση 25%». Δελεαστικό, αλλά ποιος θα έπαιρνε για γρουσουζιά δεύτερο φέρετρο περιμένοντας πότε θα πεθάνει κάποιος δικός του για να το χρησιμοποιήσει;

Ο άλλος φερετροποιός έβαλε και αυτός επιγραφή: «Φέρετρα με δόσεις» και τράβηξε όλη την πελατεία… αναγκάζοντας τον αντίπαλό του να καταργήσει την έκπτωση με το «Κηδεία κομπλέ με δόσεις», και στα κομπλέ ήταν οι καρκαλέτσοι με φράκο, μεγάλο στεφάνι, μανουάλια, μέχρι ξεσκονιστήρια πάνω στα άλογα. Όλα με δόσεις! Αργότερα είχαμε και το άσμα «Όλα με δόσεις, πολλά θα πάρεις λίγα θα δώσεις, πάρε ό,τι θέλεις και μην πληρώσεις, σήμερα έχει, αύριο δεν έχει…».

Ίσως σας ενδιαφέρουν