Γιατί ο Κυριάκος είναι ο απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού

Πώς η Νέα Δημοκρατία και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν κατορθώσει να κυριαρχούν στο πολιτικό σκηνικό εν μέσω της πρωτοφανούς πανδημίας

Ένα από τα μεγαλύτερα ερωτήματα που απασχολούν τους πολιτικούς αναλυτές το διάστημα αυτό είναι πώς η Νέα Δημοκρατία και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχουν κατορθώσει να κυριαρχούν στο πολιτικό σκηνικό εν μέσω της πρωτοφανούς πανδημίας που πλήττει την Ελλάδα, όπως και τον κόσμο ολόκληρο. Γιατί συμβαίνει αυτό; Οι απαντήσεις μπορεί να είναι πολλές. Η πρώτη, σαφώς δικαιολογημένη, είναι ότι η κυβέρνηση, η κάθε κυβέρνηση κατά τη διάρκεια μίας μεγάλης κρίσης, έστω και αν κάνει λάθη, έστω και αν έχει αστοχίες, παλινωδίες, έστω και αν προκαλεί με τη συμπεριφορά της και αδικίες ακόμα, χαίρει της υποστήριξης της μεγάλης πλειονότητας των πολιτών καθώς είναι εκείνη που αποφασίζει για τις πολιτικές που πρέπει να εφαρμοστούν για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Άλλοι, περισσότερο κακεντρεχείς, θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι αυτό οφείλεται στον ασφυκτικό έλεγχο από την κυβέρνηση των μέσων ενημέρωσης, που χωρίς αμφιβολία συνεχίζουν να είναι ιδιαίτερα φιλικά και συναινετικά προς την εξουσία! Καμία, όμως, από αυτές τις δικαιολογίες δεν είναι αρκετή για να απαντήσει στο γιατί όλες οι δημοσκοπήσεις καταδεικνύουν ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης και η κυβέρνησή του παραμένουν απόλυτα κυρίαρχοι στο πολιτικό σκηνικό της χώρας.

Η απάντηση πρέπει να δοθεί συγκριτικά. Στο ποιους πολιτικούς αντιπάλους έχει αυτή τη στιγμή η Νέα Δημοκρατία. Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας, που εκπροσωπούν την αξιωματική αντιπολίτευση, είναι σαφώς, επί του παρόντος τουλάχιστον, κατώτεροι των περιστάσεων. Και πάντως πολύ κατώτεροι για να αμφισβητήσουν τη νεοδημοκρατική κυριαρχία του πολιτικού σκηνικού.

Μετά την ήττα του στις εκλογές του Ιουλίου 2019, ο κ. Τσίπρας αντί να επιλέξει την οδό της αποχώρησης από τον πολιτικό στίβο, όπως συνήθως πράττουν οι ηττημένοι πρωθυπουργοί, αποφάσισε να παραμείνει στην ηγεσία του κόμματός του και να διεκδικήσει εκ νέου μία εκλογική νίκη. Μέχρι στιγμής, η επιλογή του αυτή, δεν έχει δικαιωθεί. Και ο λόγος είναι, κυρίως, ότι δεν κατόρθωσε να αλλάξει το κόμμα του, να επιβάλει αυτό που έλεγε αρχικά, τη μετατροπή του σε ένα κεντροαριστερό, σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα, που θα μπορούσε να επαναδιεκδικήσει την εξουσία στη χώρα μας. Καθώς, μάλιστα, αυτή την εποχή σε ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, και ιδίως στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν φαίνεται να ευδοκιμούν τα κεντροαριστερά κόμματα.

Αντιθέτως, καθώς το στίγμα του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζουν να δίνουν στελέχη με ακραία και καθόλου γοητευτική ρητορική, όπως ο Παύλος Πολλάκης, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος ή η ΕφηΑχτσιόγλου, που δεν μπορούν να ξεπεράσουν την παρωχημένη, απωθητική, πλέον, για την κοινωνία αριστερή συλλογιστική και καταγωγή τους, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί όχι μόνον να εκσυγχρονιστεί, αλλά ούτε να διατυπώσει και να εκφράσει ένα σύγχρονο, γοητευτικό πολιτικό όραμα για την Ελλάδα του 21ου αιώνα. Μένει εγκλωβισμένος σε ξεπερασμένες νοοτροπίες και λογικές, που μας γυρίζουν πολλές δεκαετίες πίσω και φυσικά απωθούν τον μέσο, μετριοπαθή ψηφοφόρο. Όπως χαρακτηριστικά διαπιστώνουμε με τις ανιστόρητες και παρωχημένες εκρήξεις του κ. Πολάκη ή, ακόμα χειρότερα, με τις ιδεοληπτικές εμμονές της κ. Αχτσιόγλου, ότι δήθεν η πανδημία αποτελεί πολιτική ευκαιρία για την Αριστερά να επανακατακτήσει την εξουσία. Τέτοιες αντιλήψεις, μόνο απογοήτευση μπορούν να προκαλέσουν στους μετριοπαθείς ψηφοφόρους της χώρας μας. Ο ρεβανσιστικός λόγος και οι αναφορές που μας παραπέμπουν σε συνθήκες εμφυλίου πολέμου ή διχασμού, απωθούν τον ΣΥΡΙΖΑ από τη διεκδίκηση και πάλι της εξουσίας.

Είμαι βέβαιος ότι ο κ. Τσίπρας, που μπορεί να μην είναι ο ικανότερος των πολιτικών αλλά διαθέτει ένστικτο επιβίωσης, έχει αντιληφθεί, έστω και ενστικτωδώς, την πραγματικότητα αυτή. Έχει καταλάβει ότι ένα κόμμα σαν το σημερινό ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να επανέλθει στην εξουσία. Και προσπαθεί να του δώσει ένα διαφορετικό χαρακτήρα, όπως κατέδειξε και με το άρθρο του στην εφημερίδα «Καθημερινή» την περασμένη Κυριακή, όταν θέλησε να ταυτιστεί με τον νεοκεϊνσιανισμό του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν. Αλλά εκτιμώ ότι ούτε τη μόρφωση και τις ικανότητες ενός τέτοιου ηγέτη διαθέτει ο κ. Τσίπρας. Και το σημαντικότερο, ο ΣΥΡΙΖΑ σήμερα δεν μπορεί να προσαρμοστεί σ’ αυτή την πραγματικότητα. Γι’ αυτό, όσο παραμένει αυτό το κόμμα εγκλωβισμένο στο παρελθόν, ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα είναι απόλυτος κυρίαρχος του πολιτικού σκηνικού.

Ίσως σας ενδιαφέρουν